Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025

Κατοχή στην Κύπρο και στην Παλαιστίνη (2025)


Πέρσι, 50 χρόνια από την εισβολή του Αττίλα και ένα χρόνο πριν ανακαλύψουν κάποιοι το επιχείρημα «για την Κύπρο δεν λέτε τίποτα», προκειμένου να καλύψουν την απαράδεκτη στάση τους για τη γενοκτονία στη Γάζα και την παράνομη κατοχή της Κύπρου, δημιουργήσαμε ένα μικρό βίντεο με θέμα «Κατοχή στην Κύπρο και στηνΠαλαιστίνη». 

Φέτος, το συμπληρώνουμε με τη χαρακτηριστική αυτή αφίσα της PLO και το επαναφέρουμε στο δημόσιο διάλογο, όχι μόνο σαν απάντηση ότι κάποιοι μίλαγαν και μιλάνε για την Κύπρο, αλλά κυρίως για να τονίσουμε ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι η κατοχή, ο πόλεμος και ο ιμπεριαλισμός της Δύσης. Μιας Δύσης που είναι ικανή να προκαλέσει και να στηρίξει απροκάλυπτα γενοκτονίες, εθνοκαθάρσεις και ολοκαυτώματα. 

Το σύνθημα που επιλέξαμε για το βίντεο «ελεύθεροι λαοί σε ελεύθερες πατρίδες» αφορά στους αγώνες που λαμβάνουν χώρα σε όλον τον πλανήτη. Δυστυχώς οι συνθήκες είναι πιο δύσκολες και οι συσχετισμοί σε διεθνές επίπεδο, αρνητικοί. Αυτό που απαιτείται είναι ο συντονισμός και η αλληλοϋποστήριξη όλων των ποικιλόμορφων κινημάτων αντίστασης και αλληλεγγύης, που θα δώσουν μεγάλη ανάσα και ώθηση στην άνιση μάχη που δίνεται. Είναι ο μόνος δρόμος για να σωθεί η ανθρωπότητα: αγώνας να ελευθερωθεί η πατρίδα μας, η Κύπρος, η μαρτυρική και ταυτόχρονα γενναία Παλαιστίνη και κάθε γωνιά του κόσμου που αντιστέκεται.


 




Μπορείτε να κατεβάσετε την παρουσία του video σε pdf εδώ

Και όπως γράφαμε πέρσι:

Κατοχή-Απελευθέρωση: Δύο έννοιες ασυμφιλίωτες, που θα βρίσκονται παντοτινά σε πόλεμο μεταξύ τους. Δύο έννοιες στις οποίες οφείλουμε να παίρνουμε ξεκάθαρη θέση, χωρίς μισόλογα. Δύο έννοιες που κοστίζουν πάντα ακριβά, κυρίως σε ανθρώπινες ψυχές, αλλά και αναδεικνύουν τα αποθέματα αντοχής και τον αγώνα του ανθρώπου όταν διψάει για ελευθερία και δικαιοσύνη. 

Στην επέτειο των 80 χρόνων της απελευθέρωσης της Αθήνας από τις γερμανικές κατοχικές δυνάμεις, θυμόμαστε τους δύο αδερφούς λαούς που οι πατρίδες τους βρίσκονται ακόμα υπό κατοχή. Η Κύπρος επί 50 χρόνια και η Παλαιστίνη επί 76, μοιράζονται μια παρόμοια μοίρα: στρατιωτική κατοχή, βίαιη διαίρεση εδαφών, παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μαζικός εποικισμός, πολιτιστική καταστροφή και σφετερισμό περιουσιών. Ακόμα χειρότερα, μοιράζονται την καταδίκη της αποσιώπησης και της λήθης των γεγονότων που οδήγησαν στην εισβολή και ό,τι ακολούθησε. Εν έτη 2024, η στρατιωτική κατοχή στις δύο χώρες τείνει να γίνει κανονικότητα

Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ τον ρόλο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, που ενώ στην απελευθέρωση της Αθήνας πανηγύριζε δίπλα στους Έλληνες ως «απελευθερώτρια δύναμη», στην Κύπρο και στην Παλαιστίνη έβαζε τα θεμέλια και δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε οι αποικίες της να κατακτηθούν από ξένες δυνάμεις.

For english, press here

Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Χάρτες

Οι εποικισμοί γύρω από την Ιερουσαλήμ
Το Τείχος στην Δυτική Όχθη (2006)
Η Λωρίδα της Γάζας (2007)
Οι Προσφυγικοί Καταυλισμοί του UNWRA (2003)
Υψώματα του Γκολάν
1967: Κατοχή
Η «πράσινη γραμμή» του 1949
Παλαιστινιακά χωριά που καταστράφηκαν το 1948
Ο διαχωρισμός της Παλαιστίνης το 1947
Ιδιοκτησία γης το 1947
Το Σιωνιστικό όραμα το 1919
Βρετανική Εντολή
Η Παλαιστίνη επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Παλαιστινιακά χωριά και πόλεις το 1887
Ιστορική διαδρομή χαμένων εδαφών:
Η συρρίκνωση των Παλαιστινιακών εδαφών από το 1946 ως το 2000

Χρονικά


Χρονολόγιο της Nakba (Καταστροφή), 1948
Παλαιστίνη ο δύσκολος δρόμος: Μια σύντομη ιστορική αναδρομή στη σύγχρονη ιστορία του Παλαιστινιακού 1917-2001, από τον "Σύλλογο Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό Λαό ΙΝΤΙΦΑΝΤΑ"

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

Μουσείο Παλαιστίνης: Ένα ασφαλές μέρος για επικίνδυνες ιδέες


Το πιο φιλόδοξο πρόγραμμα πολιτιστικής κληρονομιάς της Παλαιστίνης, αναμένεται να ανοίξει τις πόρτες του τον Μάιο του 2016 και θα είναι το πρώτο δημόσιο μουσείο του είδους του.

Στους λόφους της πανεπιστημιούπολης Μπιρ Ζέιτ, είκοσι μίλια από την Ιερουσαλήμ, ένα μοντέρνο οικοδόμημα ξεπροβάλλει στο πράσινο τοπίο. Άντρες με κράνη τριγυρίζουν γύρω από μια γυάλινη επιφάνεια, αλλά σύντομα θα αντικατασταθούν από τους νέους ιδιοκτήτες του κτιρίου: το προσωπικού του Μουσείου της Παλαιστίνης.
Όταν θα ανοίξει για το κοινό, στα μέσα Μαΐου, το Μουσείο της Παλαιστίνης θα είναι το πρώτο δημόσιο μουσείο του είδους του στην Παλαιστίνη και ένα από τα μοναδικά στον κόσμο. Σχεδιάστηκε, χρηματοδοτήθηκε και κατασκευάστηκε με την ισραηλινή κατοχή να βάζει συνεχώς εμπόδια και σκοπός του είναι, όπως λέει και το μότο του, να αποτελέσει «ένα ασφαλές μέρος για επικίνδυνες ιδέες».
Ένα ασφαλές μέρος για επικίνδυνες ιδέες
Το να συγκεντρώσεις τα κομμάτια της ιστορίας της Παλαιστίνης και του λαού της, τόσο στη πατρίδα όσο και στη διασπορά, δεν είναι εύκολο. Το μουσείο χρειάστηκε να πάρει καινοτόμες πρωτοβουλίες για την έρευνα και την κατάρτιση του προγράμματος εκθεμάτων του, που έχει προσαρμοστεί ειδικά για να παρουσιάσει την αραβική ιστορία που έχει περιθωριοποιηθεί και εξαφανιστεί για πολλά χρόνια εξαιτίας της συνεχιζόμενης ισραηλινής κατοχής στην Παλαιστίνη.
Η αρχική σύλληψη της ιδέας έγινε πριν από 18 χρόνια από την Welfare Association, μια διεθνή ΜΚΟ που ασχολείται με την ανάπτυξη και διατήρηση της παλαιστινιακής ταυτότητας και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο Ομάρ αλ Γκατάν, πρόεδρος του μουσείου, είχε συντονιστικό ρόλο στην πραγματοποίηση του σχεδίου και θυμάται τις πρώτες συζητήσεις για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να παρουσιαστεί η πολιτιστική κληρονομιά της Παλαιστίνης.
Omar al-Qattan
«Στην αρχή δεν καταφέρναμε να συμφωνήσουμε σε κάτι, γιατί ιδιοκτήτες του μουσείου είναι τα μέλη της ΜΚΟ και υπήρχαν πολλές διαφορετικές απόψεις, λόγω διαφοράς ηλικίας και κατανόησης για το τι είναι τα μουσεία. Μια ομάδα που εκπροσωπούσε ο πρώην καθηγητής Αμπού Λουγκχοντ, από τη γενιά της Νάκμπα, πρότεινε το μουσείο να γίνει επετειακό. Μια ομάδα από μας, που ήμασταν νεότεροι είπαμε όχι. Καλό είναι αυτό, αλλά θέλαμε κάτι που θα έδειχνε και την σύγχρονη Παλαιστίνης και θα μας βοηθούσε να δούμε πως θα έμοιαζε το μέλλον».
Η φιλοδοξία του Γκατάν να δημιουργήσει ένα θεματικό μουσείο με ένα πρόγραμμα εκθέσεων που θα προέκυπτε από έρευνα και θα ξεπερνούσε την Παλαιστίνη, πάγωσε όταν ξέσπασε η Δεύτερη Ιντιφάντα το 2000. Την δεκαετία που ακολούθησε, τα μέλη αντάλλασαν ιδέες και σχέδια και το 2010 έγινε ένας αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για τον σχεδιασμό του κτιρίου. Το 2011 ξεκίνησαν να μαζεύουν χρήματα και το 2013 ξεκίνησε η κατασκευή της πρώτης φάσης του μουσείου.
Το Μουσείο είναι το πρώτο «πράσινο κτίριο» που έχει κατασκευαστεί στην Παλαιστίνη. Η πρώτη φάση θα ολοκληρωθεί το 2016. Η δεύτερη φάση είναι η επέκτασή του από 3,5 Km2 σε 10 km2 μέχρι το 2016.
«Η ιδέα που είχα προτείνει, είναι ακόμα εκεί – η κεντρική ιδέα, να υπάρχει ένα μητρικό κτίριο με δορυφόρους, που θα αντιπροσωπεύει την διασπορά των Παλαιστινίων και το γεγονός ότι η επικοινωνία είναι πολύ δύσκολη», λέει ο Γκατάν. «Η ιδέα είναι να κτίσουμε την συλλογή μας, ψηφιακή ή πραγματική, που θα έχουμε βρει μετά από έρευνα και θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των προγραμμάτων μας».
Μητρικό κτίριο και δορυφόροι
Αν και το κτίριο που ο Γκατάν το περιγράφει ως μητρικό, θα ανοίξει τον Μάιο, οι εκθέσεις θα αρχίσουν το φθινόπωρο.
Όπως και σε κάθε πρόγραμμα τέτοιου μεγέθους, έχουν υπάρξει σημαντικά προβλήματα: καθυστερήσεις και οικονομικές πιέσεις που διογκώνονται από την τρέχουσα πολιτική κατάσταση και τους περιορισμούς. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής, Τζακ Περσέκιαν, έφυγε από το μουσείο στα τέλη του 2015 και η σχεδιαζόμενη εναρκτήρια έκθεση, μια εξερεύνηση στα πιο πολύτιμα αποκτήματα του μέσου Παλαιστίνιου, πάγωσε.
Σημαντικός στόχος του μουσείου είναι να φτάσει στις παλαιστινιακές κοινότητες του εξωτερικού. Η Ρέιτσελ Ντετμαν, ανεξάρτητη επιμελήτρια από την Βηρυτό, κλήθηκε για να επιβλέψει μια από τις πρώτες δορυφορικές εκθέσεις, που είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει ταυτόχρονα στην Βηρυτό και στο Μπιρ Ζέιτ τον Μάιο. Τελικά βρέθηκε να ασχολείται με την εναρκτήρια έκθεση του μουσείου, μια εις βάθος έρευνα στην ιστορία του παλαιστινιακού κεντήματος με τη χρήση πολυμέσων, ακόμα και αν αυτή γίνει 150 μίλια μακριά από το κτίριο του μουσείου.
«Ο φυσικός χώρος είναι κρίσιμος γιατί δείχνει τις πραγματικές δυνατότητες το μουσείου, που λειτουργεί ως χώρος αντίστασης στις απειλές αφανισμού και ο υπαρκτός χώρος είναι σημαντικός», λέει η Ντετμαν αναφερόμενη στις άυλες πρακτικές του μουσείου. «Την ίδια ώρα, η ιδέα ενός δορυφόρου είναι εξαιρετικά συναρπαστική γιατί ανταποκρίνεται σε μια παγκόσμια ανάγκη ύπαρξης ενός μουσείου που θα αντανακλά την παγκόσμια φύση του κοινού του. Ειδικά με τους Παλαιστίνιους, που έχουν εκτοπιστεί για τόσα πολλά χρόνια, εκδιώχθηκαν, περιθωριοποιήθηκαν, τους αρνήθηκαν να έχουν δική τους φωνή και ζουν σε όλο τον κόσμο, η ιδέα του δορυφόρου επιτρέπει να ενσωματώσουν και να δυναμώσουν οι ιδέες τους».
Η Ντετμαν εξηγεί ότι η επιθυμία της να οπτικοποιήσει τα πολιτιστικά χειροτεχνήματα που περιλαμβάνονται στην έκθεση, συμβαδίζει με την δέσμευση του μουσείου για μακρόχρονη και εις βάθος έρευνα. Η έκθεση, που θα ανοίξει στις 25 Μαΐου στο Νταρ ελ Νιμέρ, έχει κομμάτια από ιδιωτικές συλλογές, φωτογραφικά και γραπτά ντοκουμέντα, πρωτότυπες συνεντεύξεις και έχουν συνεργαστεί σύγχρονοι Παλαιστίνιοι σχεδιαστές.
«Η έρευνα μου ξεκινάει από την πεποίθησή μου ότι ο υλικός πολιτισμός – όπως είναι τα αντικείμενα που φτιάχτηκαν από ανθρώπους για να ντυθούν- είναι εγγενώς πολιτικός. Μπορούν να μας πουν κάτι για την παλαιστινιακή ιστορία, συμπεριλαμβανομένης της παλαιστινιακής ιστορίας στον Λίβανο και θα ανοίξουν πραγματικά καρποφόρες συζητήσεις στο σήμερα. Για μένα, κάτι τέτοιο επεκτείνεται πέρα από τις αρμοδιότητες του μουσείου: να ξεκινάς μια συζήτηση, να είσαι ένα ασφαλές μέρος για επικίνδυνες ιδέες και να εμπλέξεις κοινό από το εξωτερικό, από όπου και αν προέρχεται».
Ένα παλαιστινιακό οικογενειακό άλμπουμ
Ο Haj Amin al-Husseini (δεξιά) με τους ανιψιούς του στον
Οθωμανικό στρατό, 1914-1917
Ενώ το πρόγραμμα εκθέσεων στο μητρικό κτήριο στο Μπιρ Ζέιτ παραμένει ρευστό μέχρι να διοριστεί καινούριος καλλιτεχνικός διευθυντής, η ομάδα εξακολουθεί να δουλεύει, επικεντρώνοντας στα εικονικά στοιχεία του μουσείου.
Σε μια προσπάθεια να προσεγγίσουν τους Παλαιστίνιους της διασποράς και το διεθνές κοινό που ίσως να μην ερχόταν σε επαφή με τις καθημερινές ιστορίες των Παλαιστινίων, η ψηφιακή πλατφόρμα του μουσείου βασίζεται στο σχέδιο «Οικογενειακό Άλμπουμ». Μαζί με ένα διαδραστικό ιστορικό χρονικό, το αρχείο περιλαμβάνει καθημερινές οικογενειακές φωτογραφίες και λεπτομερείς συνεντεύξεις και θα είναι διαθέσιμο το καλοκαίρι.
«Το οικογενειακό άλμπουμ ξεκίνησε με το σκεπτικό ότι οι οικογενειακές φωτογραφίες είναι κάτι που όλοι έχουμε και αγαπάμε», λέει η Ντάλια Ότμαν, διευθύντρια του οπτικοακουστικού μουσειακού αρχείου. «Αποτελεί ένα παράθυρο προς τις οικογενειακές παραδόσεις, τα έθιμα, τον πολιτισμό και σημαντικές στιγμές της ιστορίας. Είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος να δούμε την παλαιστινιακή ιστορία».
Στα τέλη του 2014, η ομάδα αρχείου ξεκίνησε να οργώνει τον κόσμο με συγγενείς και φίλους και έψαχναν φωτογραφίες. Αρχικά έστησαν μια σκηνή στην πλατεία αλ Μανάρα, στη Ραμάλα και εξηγούσαν στους περαστικούς ότι το οικογενειακό τους άλμπουμ μπορούσε να αναδείξει το μεγαλείο της παλαιστινιακής ιστορίας. Τα νέα διαδόθηκαν και σήμερα το αρχείο έχει συγκεντρώσει και σκανάρει περίπου 10.000 φωτογραφίες.
Η ετήσια φωτογραφία της οικογένειας Spridon Sarouf, Γιάφα 1928 
Ευθυγραμμιζόμενοι με τα υψηλά στάνταρ του μουσείου, που έχουν αναγνωριστεί από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων, οι αρχειοθέτες γύριζαν όλη την Παλαιστίνη με συμβόλαια ψηφιοποίησης και πέρασαν αρκετό χρόνο καταγράφοντας με λεπτομέρεια την ιστορία της κάθε φωτογραφίας. Αφού τις κράταγαν στο μουσείο για δυο βδομάδες, τις επέστρεφαν στους ιδιοκτήτες μαζί με ένα ψηφιοποιημένο CD και οδηγίες για τη σωστή συντήρησή τους.
Αντιμετωπίζοντας πολλές προκλήσεις, εσωτερικές και εξωτερικές, ο Γκατάν είναι πολύ υπερήφανος για τα καινοτόμα προγράμματα του μουσείου και την ηλεκτρονική πλατφόρμα. Όμως γνωρίζει επίσης καλά τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει μόλις ανοίξουν οι πόρτες τον Μάιο. Παρόλο που έχουν δώσει προσοχή στην ασφάλεια, κάποια πράγματα παραμένουν εκτός ελέγχου.
«Νομίζω πως είναι το πρώτο μουσείο που χτίστηκε κάτω από στρατιωτική κατοχή, άρα είναι εκπληκτικό που υπάρχει», λέει ο Γκατάν χαμογελώντας. «Αλλά αυτό έχει δικά του προβλήματα, γιατί δεν έχουμε ελευθερία κινήσεων, ούτε το ντόπιο κοινό μας. Είμαστε εκτεθειμένοι στην βία των εποίκων, του ισραηλινού στρατού και ο κόσμος γνωρίζει πολύ καλά ότι χρηματοδοτεί ένα έργο που είναι εύθραυστο. Είναι όμως ένα ρίσκο που πρέπει να πάρουμε».

Η Ομάδα Ποδοσφαίρου της Παλαιστίνης, 1928

Τα εγκαίνια της Δεύτερης Αραβικής Βιομηχανικής Έκθεσης
στο Ξενοδοχείο Παλάς, Ιερουσαλήμ 1934

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Πως ο σιωνισμός βοήθησε στην δημιουργία του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας

Πηγή: mondoweiss.net 7Ιανουαρίου 2016

Η συγκαλυμμένη συμμαχία ανάμεσα στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας και της σιωνιστικής οντότητας δεν αποτελεί έκπληξη για κανέναν φοιτητή του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Το πρόβλημα είναι πως η μελέτη του βρετανικού ιμπεριαλισμού έχει πολύ λίγους φοιτητές. Πράγματι, αν κάποιος πάρει τα προπτυχιακά ή μεταπτυχιακά φυλλάδια των βρετανικών πανεπιστημίων, σπάνια θα βρει διδακτική ενότητα πολιτικών επιστημών που να αναφέρεται στην βρετανική αυτοκρατορία, πόσο μάλλον πτυχίο ή μεταπτυχιακό. Φυσικά αν η ιμπεριαλιστική σφαγή που οδηγήθηκε από την Ευρώπη την τετραετία 1914-1948, ερεθίζει τα εγκεφαλικά σου κύτταρα, δεν είναι δύσκολο να βρεις το κατάλληλο ίδρυμα που διδάσκει το θέμα. Αν όμως θέλεις να εμβαθύνεις στο πως και γιατί η βρετανική αυτοκρατορία πολέμησε την ανθρωπότητα για σχεδόν τετρακόσια χρόνια, είσαι σχεδόν μόνος σου. Πρέπει να παραδεχτούμε όμως πως από την μεριά της βρετανικής αυτοκρατορίας, το κατόρθωμα αυτό είναι φοβερό και αξιοσημείωτο.
Στα τέλη του 2014, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό «Foreign Affairs», ο Υπουργός Πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας, Ali al-Naimi, είπε «Η Αυτού Μεγαλειότης Βασιλιάς Αμπντουλάχ, υπήρξε πρότυπο καλών σχέσεων ανάμεσα στην Σαουδική Αραβία και των άλλων κρατών και το εβραϊκό κράτος δεν αποτελεί εξαίρεση». Πρόσφατα, ο διάδοχος του Αμπντουλάχ, ο Βασιλιά Σαλμάν εξέφρασε παρόμοιες ανησυχίες με το Ισραήλ σχετικά με την συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της τελευταίας. Ορισμένοι ανέφεραν ότι το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία έχουν σχηματίσει «κοινό μέτωπο» για τις θέσεις τους στην συμφωνία για τα πυρηνικά. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που Σιωνιστές και Σαουδάραβες βρίσκονται στην ίδια πλευρά για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό. Στην Βόρεια Υεμένη την δεκαετία του 1960, οι Σαουδάραβες χρηματοδοτούσαν μισθοφόρους που καθοδηγούνταν από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, ενάντια στους επαναστατικούς ρεπουμπλικάνους που πήραν την εξουσία μετά την ανατροπή του αυταρχικού Ιμάμη. Ο αιγυπτιακός στρατός του Νάσσερ υποστήριζε τους ρεπουμπλικάνους ενώ οι Βρετανοί έσπρωχναν τους Σαουδάραβες να δώσουν χρήματα και όπλα στους εναπομείναντες υποστηρικτές του Ιμάμη. Επιπλέον, οι Βρετανοί ώθησαν τους Ισραηλινούς να πετούν στην Βόρεια Υεμένη και να ρίχνουν όπλα στους φίλους της Βρετανίας. Το αποτέλεσμα ήταν η Βρετανία να φέρει κοντά σιωνιστές και Σαουδάραβες, στρατιωτικά και συγκεκαλυμμένα, στην Βόρεια Υεμένη ενάντια στον κοινό εχθρό.
Ωστόσο, θα πρέπει να πάμε πίσω στην δεκαετία του 1920 για να κατανοήσουμε πως άρχισε η ανεπίσημη και έμμεση συμμαχία Σαουδικής Αραβίας-Σιωνιστικής οντότητας. Η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, άφησε τρεις διακριτές αρχές στην αραβική χερσόνησο: τον Σαρίφ της Χετζάζ, Χουσεΐν Μπιν Αλί στη δύση, τον Ιμπν Ρασίντ του Χαΐλ νότια και τον Εμίρη του Ναζντ, Ιμπν Σαούντ και τους φανατικούς θρησκευτικούς ακόλουθους, τους ουαχαμπίτες, στην ανατολή.
Ο Ιμπν Σαούντ μπήκε στον πόλεμο τον Ιανουάριο του 1915, στο πλευρό των Βρετανών και ο βρετανός χειριστής του σκοτώθηκε από τον σύμμαχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Ιμπν Ρασίντ. Αυτή η ήττα καθυστέρησε τον Ιμπν Σαούντ και τον μπλόκαρε στρατιωτικά για έναν χρόνο. Ο Σαρίφ συνείσφερε τα μέγιστα στην ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλάζοντας πίστη και οδηγώντας την λεγόμενη «Αραβική Εξέγερση» τον Ιούνιου του 1916, που έδιωξε τους Τούρκους από την Αραβία. Τελικά πείστηκε να αλλάξει εντελώς θέση, γιατί οι Βρετανοί τον οδήγησαν να πιστέψει, μέσω του Βρετανού Ύπατου Επιτρόπου στην Αίγυπτο, Χένρυ Μακμάχον, ότι με την ήττα των Τούρκων θα δημιουργηθεί ένα ενωμένο αραβικό κράτος από την Γάζα έως τον Περσικό Κόλπο. Τα γράμματα που αντάλλαξαν ο Σαρίφ Χουσεΐν και ο Χένρυ Μακμάχον, είναι γνωστά ως η αλληλογραφία των Μακμάχον-Χουσεΐν.
Όπως ήταν αναμενόμενο, μόλις τελείωσε ο πόλεμος, ο Σαρίφ ήθελε να κρατήσει η Βρετανία τις υποσχέσεις που έδωσε στην περίοδο πολέμου ή αυτά που νόμιζε ότι υποσχέθηκε, όπως φαίνεται και στην παραπάνω αλληλογραφία. Η Βρετανία από την άλλη, ήθελε να αποδεχτεί ο Σαρίφ την νέα πραγματικότητα της αυτοκρατορίας, δηλαδή το μοίρασμα του αραβικού κόσμου ανάμεσα σε αυτήν και την Γαλλία (Συμφωνία Σάικς-Πικό) και την εφαρμογή της διακήρυξης του Μπαλφούρ, που εγγυόταν «ένα κράτος για τον εβραϊκό λαό» στην Παλαιστίνη, μέσω της αποίκισης της από Ευρωπαίους Εβραίους. Η νέα πραγματικότητα συμπεριλαμβανόταν στην –γραμμένη από τους Βρετανούς-Συνθήκη «Anglo-Hijaz», την οποία ο Σαρίφ ήταν αντίθετος. Εξάλλου, η εξέγερση του 1916 ενάντια των Τούρκων ονομάστηκε «Αραβική Εξέγερση», όχι «Εξέγερση της Χετζάζ».
Στην πραγματικότητα, ο Σαρίφ έκανε γνωστό ότι δεν θα πουλούσε την Παλαιστίνη στην Διακήρυξη Μπαλφούρ της αυτοκρατορίας, δεν θα συμφωνούσε στην εδραίωση του σιωνισμού στην Παλαιστίνη ούτε θα δεχόταν τα τυχαία σύνορα που τράβηξαν στην Αραβία οι βρετανοί και γάλλοι ιμπεριαλιστές. Από την μεριά της, η Βρετανία άρχισε να τον αποκαλεί «εμπόδιο», «ενόχληση» και ότι ήταν μη συνεργάσιμος.
Οι Βρετανοί έκαναν γνωστό στον Σαρίφ ότι ήταν προετοιμασμένοι να πάρουν δραστικά μέτρα για να πάρουν την έγκρισή του στην νέα πραγματικότητα, ασχέτως από τις υπηρεσίες που πρόσφερε στον πόλεμο. Μετά την συνδιάσκεψη του Καΐρου το 1921, όπου ο νέος Αποικιακός Γραμματέας Τσόρτσιλ συναντήθηκε με όλους τους βρετανούς που επιχειρούσαν στην Μέση Ανατολή, ο Λόρενς (της Αραβίας) στάλθηκε να συναντήσει τον Σαρίφ για να τον εξαγοράσει και να τον εκφοβίσει να δεχτεί το βρετανικό σχέδιο για την σιωνιστική αποικιοκρατία της Παλαιστίνης. Αρχικά ο Λόρενς και η αυτοκρατορία προσέφεραν 80.000 ρουπίες. Ο Σαρίφ αρνήθηκε αμέσως. Μετά του πρόσφεραν ετήσιο μισθό 100.000 λιρών. Ο Σαρίφ αρνήθηκε να συμβιβαστεί και να πουλήσει την Παλαιστίνη στον βρετανικό σιωνισμό.
Όταν η χρηματική εξαγορά δεν κατάφερε να πείσει τον Σαρίφ, ο Λόρενς τον απείλησε με ανατροπή από τον Ιμπν Σαούντ. Ο Λόρενς ισχυρίστηκε ότι «πολιτικά και στρατιωτικά, η επιβίωση της Χετζάζ ως ένα βιώσιμο, ανεξάρτητο χασεμιτικό βασίλειο εξαρτιόταν πλήρως από την πολιτική βούληση της Βρετανίας, που είχε τον τρόπο και τα μέσα να προστατέψει τα συμφέροντά της στην περιοχή». Μεταξύ των διαπραγματεύσεων με τον Σαρίφ, ο Λόρενς βρήκε χρόνο να επισκεφτεί και άλλους αρχηγούς στην αραβική χερσόνησο και τους ενημέρωσε πως αν δεν δεχτούν την βρετανική γραμμή και συμμαχήσουν με τον Σαρίφ, η αυτοκρατορία θα εξαπολύσει τον Ιμπν Σαούντ και τους ουαχαμπίτες του, που στο κάτω-κάτω είναι πάντα στην διάθεση της Βρετανίας.
Ταυτόχρονα, μετά την συνδιάσκεψη, ο Τσόρτσιλ ταξίδεψε στην Ιερουσαλήμ και συνάντησε τον γιο του Σαρίφ, Αμπντουλάχ, που είχε γίνει ο διοικητής, ο «Εμίρης», της νέας περιοχής που ονομάστηκε «Υπεριορδανία». Ο Τσόρτσιλ πληροφόρησε τον Αμπντουλάχ ότι πρέπει να πείσει «τον πατέρα τους να δεχτεί την εντολή για την Παλαιστίνη και να υπογράψει την σχετική συνθήκη», διαφορετικά «η Βρετανία θα εξαπολύσει τον Ιμπν Σαούντ ενάντια στην Χετζάζ». Εν τω μεταξύ, η Βρετανία σχεδίαζε να στείλει τον Ιμπν Σαούντ ενάντια στον Ιμπν Ρασίντ, διοικητή του Χαΐλ.
Ο Ιμπν Ρασίντ είχε αρνηθεί όλες τις προσεγγίσεις της βρετανικής αυτοκρατορίας που του έγιναν μέσω του Ιμπν Σαούντ, να είναι μία από τις μαριονέτες της. Επιπλέον, το καλοκαίρι του 19250 ο Ιμπν Ρασίντ επέκτεινε τα εδάφη του βόρεια προς τα παλαιστινιακά σύνορα που όριζε η νέα εντολή όπως και προς τα σύνορα του Ιράκ. Οι βρετανοί φοβόντουσαν πως ήταν πιθανή μια συμμαχία ανάμεσα στον Ιμπν Ρασίντ που ήλεγχε το βόρειο τμήμα της χερσονήσου και του Σαρίφ που ήλεγχε το δυτικό. Επιπλέον, η αυτοκρατορία ήθελε τις χερσαίες διαδρομές ανάμεσα στα παλαιστινιακά λιμάνια της μεσογείου και τον περσικό κόλπο, να ελέγχονται από φίλα προσκείμενα μέρη. Στην συνδιάσκεψη του Καΐρου, ο Τσόρτσιλ συμφώνησε με τον αυτοκρατορικό αξιωματούχο, Σερ Πέρσι Κοξ ότι «πρέπει να δοθεί στον Ιμπν Σαούντ η ευκαιρία να καταλάβει το Χαΐλ». Μέχρι τα τέλη του 1920, οι βρετανοί έδιναν στον Ιμπν Σαούντ, μηνιαία «επιχορήγηση» 10.000 λιρών σε χρυσό, επιπλέον της τακτικής μηνιαίας επιχορήγησης. Επίσης λάμβανε άφθονα πολεμικά εφόδια, στο σύνολο τους πάνω από 10.000 καραμπίνες και τέσσερα κανόνια και είχε Ινδοβρετανούς εκπαιδευτές. Τελικά, τον Σεπτέμβριο του 1921, η Βρετανία έστειλε τον Ιμπν Σαούντ στο Χαΐλ όπου και παραδόθηκε τελικά τον Νοέμβριο του 1921. Μετά από αυτή τη νίκη, η Βρετανία απένειμε νέο τίτλο στον Ιμπν Σαούντ. Δεν ήταν πλέον ο «Εμίρης του Ναζντ και Φύλαρχος», αλλά ο «Σουλτάνος του Ναζντ». Το Χαΐλ απορροφήθηκε από τον Σουλτάνο του Ναζντ.
Αν η αυτοκρατορία σκέφτηκε ότι ο Σαρίφ, με τον Ιμπν Σαούντ στα σύνορά του οπλισμένο από τους Βρετανούς, θα ήταν πιο ανοιχτός στην διάσπαση της Αραβίας και το βρετανικό-σιωνιστικό σχέδιο αποίκησης της Παλαιστίνης, αυτό δεν κράτησε για πολύ. Στον νέο κύκλο διαπραγματεύσεων που ξεκίνησε ανάμεσα στον γιο του Αμπντουλάχ, ενεργώντας εκ μέρους του πατέρα του στην Υπεριορδανία, και την Αυτοκρατορία, κατέληξαν σε ένα προσχέδιο συνθήκης που αποδεχόταν τον σιωνισμό. Όταν παραδόθηκε στον Σαρίφ, με ένα συνοδευτικό γράμμα από τον γιο του που του ζητούσε να «αποδεχτεί την πραγματικότητα», δεν μπήκε καν στον κόπο να διαβάσει το κείμενο. Αντιθέτως, έγραψε ο ίδιος ένα προσχέδιο συνθήκης με το οποίο απέρριπτε την διάσπαση της Αραβίας όπως και την Διακήρυξη Μπαλφούρ και το έστειλε στο Λονδίνο για επικύρωση!
Από το 1919, η Βρετανία μείωνε σταδιακά την οικονομική βοήθεια προς τον Χουσεΐν και μέχρι τις αρχές του 1920, την είχαν αναστείλει. Την ίδια στιγμή, συνέχιζε να επιχορηγεί τον Ιμπν Σαούντ. Μετά από τρεις κύκλους διαπραγματεύσεων στο Αμμάν και στο Λονδίνο, η αυτοκρατορία κατάλαβε ότι ο Χουσεΐν δεν θα άφηνε την Παλαιστίνη στο σιωνιστικό σχέδιο και δεν θα δεχόταν την διάσπαση των αραβικών εδαφών. Τον Μάρτιο του 1923, η Βρετανία ενημέρωσε τον Ιμπν Σαούντ ότι θα σταμάταγε την οικονομική βοήθεια, αλλά του έδωσε προκαταβολικά 50.000 λίρες, όσο ήταν η επιχορήγηση ενός έτους.
Τον Μάρτιο του 1924, ένα χρόνο μετά την επιχορήγηση στον Ιμπν Σαούντ, η Βρετανία ανακοίνωσε ότι τερματίζει τις συζητήσεις με τον Σαρίφ Χουσεΐν. Τις επόμενες εβδομάδες, οι δυνάμεις του Ιμπν Σαούντ και των ουαχαμπιτών ακολούθων του, ξεκίνησαν να υλοποιούν αυτό που ο Βρετανός Γραμματέας Εξωτερικής Πολιτικής, Λόρδος Κούρζον, ονόμαζε «τελειωτικό χτύπημα» του Σαρίφ Χουσεΐν και επιτέθηκαν στα εδάφη της Χετζάζ. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1924, ο Ιμπν Σαούντ διοικούσε την καλοκαιρινή πρωτεύουσα του Σαρίφ, την Ταΐφ. Η αυτοκρατορία έγραψε στους γιους του Σαρίφ, που τους είχαν δοθεί τα βασίλεια στο Ιράκ και την Υπεριορδανία, να μην βοηθήσουν τον πολιορκημένο πατέρα τους ή με διπλωματικούς όρους ενημερωθήκαν «ότι δεν επιτρέπετε να αναμειχθούν στην Χετζαζ». Στην Ταΐφ, οι ουαχαμπίτες του Ιμπν Σαούντ διέπραξαν τις συνηθισμένες σφαγές, σφάζοντας γυναίκες και παιδιά, και εισέβαλλαν στα τζαμιά σκοτώνοντας παραδοσιακούς λόγιους του Ισλάμ. Αιχμαλώτισαν το ιερότερο μέρος του Ισλάμ, την Μέκκα στα μέσα Οκτωβρίου 1924. Ο Σαρίφ Χουσείν αναγκάστηκε να παραιτηθεί και εξορίστηκε στο λιμάνι της Άκαμπα. Αντικαταστάθηκε στην μοναρχία από τον γιο του Αλί, που έκανε την Τζέντα βάση της κυβέρνησης του. Όσο ο Ιμπν Σαούντ προχωρούσε στο να πολιορκήσει την υπόλοιπη Χετζάζ, η Βρετανία βρήκε τον χρόνο να αρχίσει την ενσωμάτωση του βόρειο λιμανιού της Χετζάζ, Άκαμπα, στην Υπεριορδανία. Φοβούμενοι ότι ο Σαρίφ Χουσεΐν θα χρησιμοποιούσε την Άκαμπα ως βάση για να ξεσηκώσει τους Άραβες ενάντια στον Ιμπν Σαούντ, η αυτοκρατορία άφησε να γίνει γνωστό ότι έπρεπε να εγκαταλείψει την Άκαμπα, διαφορετικά ο Ιμπν Σαούντ θα επιτίθετο στο λιμάνι. Ο Σαρίφ Χουσεΐν απάντησε πως «ποτέ δεν αναγνώρισε τους εντολοδόχους στις αραβικές χώρες και συνεχίζει να εναντιώνεται στην βρετανική κυβέρνηση που μετέτρεψε την Παλαιστίνη σε εθνικό σπίτι των Εβραίων». Ο Σαρίφ Χουσεΐν εκδιώχθηκε από την Άκαμπα, ένα λιμάνι που είχε απελευθερώσει από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την διάρκεια της «Αραβικής Εξέγερσης», στις 18 Ιουνίου 1925.
Ο Ιμπν Σαούντ ξεκίνησε την πολιορκία της Τζέντα τον Ιανουάριο του 1925 και η πόλη παραδόθηκε τελικά τον Δεκέμβριο του 1925, βάζοντας ένα τέλος στην επί χιλιετίας διακυβέρνηση των απογόνων του προφήτη Μοχάμετ. Η Βρετανία αναγνώρισε επίσημα τον Ιμπν Σαούντ ως βασιλιά του Χετζάζ, τον Φεβρουάριο του 1926 με άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις να ακολουθούν τις επόμενες βδομάδες. Το νέο ενωμένο κράτος ουαχαμπιτών ονομάστηκε το 1932 «Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας». Το νέο όνομα έδωσε ο Τζορτζ Ρέντελ, αξιωματούχος που δούλευε στο Υπουργείο Εξωτερικών στο Λονδίνο, υπεύθυνος για θέματα της Μέσης Ανατολής.
Σε επίπεδο προπαγάνδας, η Βρετανία βοήθησε την κατάληψη της Χετζάζ από τους ουαχαμπίτες, σε τρία μέτωπα. Καταρχήν, έλεγαν και επιχειρηματολογούσαν ότι η εισβολή του Ιμπν Σαούντ στην Χετζάζ είχε κίνητρο τον θρησκευτικό φανατισμό και όχι τις γεωπολιτικές ανησυχίες του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Η εξαπάτηση αυτή συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Πρόσφατα στο ντοκιμαντέρ του BBC “Bitter Lake”, ο Άνταμ Κέρτις λέει ότι το «άγριο, αδιάλλακτο όραμα του ουαχαμπιτισμού», οδήγησε τους «βεδουίνους» να δημιουργήσουν την Σαουδική Αραβία. Δεύτερον, η Βρετανία παρουσίαζε τους φανατικούς ουαχαμπίτες του Ιμπν Σαούντ ως μια καλοκάγαθη και παρεξηγημένη δύναμη που το μόνο που θέλει είναι να επιστρέψει το Ισλάμ στην πιο αγνή μορφή του. Μέχρι και σήμερα, αυτοί οι ισλαμιστές τζιχαντιστές παρουσιάζονται με τον πιο αγνό τρόπο όταν οι ένοπλες εξεγέρσεις τους υποστηρίζονται από την Βρετανία και τη Δύση, όπως έγινε στο Αφγανιστάν το ’80 ή σήμερα στη Συρία, και αναφέρονται από τα ΜΜΕ ως «μετριοπαθείς επαναστάτες». Τρίτον, οι Βρετανοί ιστορικοί παρουσιάζουν τον Ιμπν Σαούντ ως μια ανεξάρτητη δύναμη και όχι όργανο των Βρετανών που έδιωχνε όλους όσους δεν ήταν απαραίτητοι στις ιμπεριαλιστικές απαιτήσεις. Για παράδειγμα, η πρόσφατη εργασία του καθηγητή Ευγένιου Ρόγκαν για τους Άραβες αναφέρει ότι «ο Ιμπν Σαούντ δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να πολεμήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία». Αυτό είναι τελείως ανακριβές, αφού ο Ιμπν Σαούντ μπήκε στον πόλεμο το 1915. Περαιτέρω αναφέρει υποκριτικά ότι ο Ιμπν Σαούντ ενδιαφερόταν μόνο για την προώθηση των «δικών του στόχων», που εντελώς τυχαία μπλέχτηκαν με τους στόχους της βρετανικής αυτοκρατορίας.
Συμπερασματικά, μια από τις αγνοημένες πλευρές της Διακήρυξης Μπαλφούρ είναι η δέσμευση της βρετανικής αυτοκρατορίας στο να «καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να διευκολύνει» την δημιουργία «ενός εθνικού σπιτιού για τον εβραϊκό λαό». Προφανώς πολλά έθνη σήμερα στον κόσμο δημιουργήθηκαν από την βρετανική αυτοκρατορία, όμως αυτό που κάνει τα σύνορα της Σαουδικής Αραβίας να ξεχωρίζουν, είναι ότι τα βόρεια και βόρειο-δυτικά σύνορα είναι προϊόν της αυτοκρατορίας για να διευκολύνει την δημιουργία του Ισραήλ. Εξάλλου, η διάλυση των δύο αραβικών σεϊχάτων του Χαΐλ και της Χετζάζ από τον Ιμπν Σαούντ, οφείλετε στην άρνηση των αρχηγών τους να διευκολύνουν το σιωνιστικό πρόγραμμα της Βρετανίας για την Παλαιστίνη.
Φαίνεται πως η στρατηγική της βρετανικής αυτοκρατορίας να επιβάλλει τον σιωνισμό στην Παλαιστίνη, έχει ενσωματωθεί στο γεωγραφικό DNA της σύγχρονης Σαουδικής Αραβίας. Η ειρωνεία είναι ότι οι δύο πιο ιερές τοποθεσίες του Ισλάμ σήμερα, ελέγχονται από την Σαουδική γενιά και τις διδασκαλίες των ουαχαμπιτών, ακριβώς γιατί η αυτοκρατορία έθεσε τα θεμέλια του σιωνισμού στην Παλαιστίνη. Συνεπώς, δεν αποτελεί έκπληξη ότι τόσο το Ισραήλ όσο και η Σαουδική Αραβία αρέσκονται να επεμβαίνουν στρατιωτικά στο πλευρό των «μετριοπαθών επαναστατών», πχ τζιχαντιστές, στον πόλεμο της Συρίας, μία χώρα που είτε ανοιχτά είτε συγκεκαλυμμένα, απορρίπτει την σιωνιστική αποικιοκρατία της Παλαιστίνης.
Όσο οι ΗΠΑ, η διάδοχος κατάσταση της βρετανικής αυτοκρατορίας στην προάσπιση των δυτικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, δείχνουν να διστάζουν να εμπλακούν στρατιωτικά στη Μέση Ανατολή, αναπόφευκτα τα δύο έθνη που φύτεψε η διακήρυξη Μπαλφούρ – Ισραήλ και Σαουδική Αραβία-θα αναπτύξουν μια πιο φανερή συμμαχία για να υπερασπιστούν τα κοινά τους συμφέροντα.

Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

29 Αυγούστου 1969: Επιχείρηση «Λαϊκό Μέτωπο-Παλαιστίνη Λεύτερη Αραβική»

Όσες γενιές ανθρώπων και αγωνιστών να παλεύουν να αντιστρέψουν την εικόνα του άγριου τρομοκράτη και να μιλήσουν για το δικαίωμα και την υποχρέωση στον αγώνα ενάντια στην αδικία, τους αποικιοκράτες, τα εγκλήματά τους και στην κατοχή, κανείς δεν θα το καταφέρει καλύτερα από τη Λέιλα Χάλεντ, την Παλαιστίνια γυναίκα, τη δασκάλα, την τρομοκράτισσα. Με αφορμή την επέτειο από την πρώτη της αεροπειρατεία, θέλουμε να ξαναπούμε την ιστορία της.

Η Λέιλα μέλος του αριστερού Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, στις 29 Αυγούστου 1969 μπήκε στο πιλοτήριο της πτήσης TWA-840. Οι αεροπειρατές είχαν προαποφασίσει ότι κανείς επιβάτης δεν θα πάθει τίποτα και έτσι έγινε. Η Λέιλα υποχρέωσε τον πιλότο να πετάξει το αεροπλάνο πάνω από τη Χάιφα, την πατρίδα της από όπου αναγκάστηκε να φύγει με την οικογένειά της κατά τη διάρκεια της Νάκμπα, της Παλαιστινιακής καταστροφής του 1948 με τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, όταν ήταν μόλις τεσσάρων χρονών. Με την πράξη της αυτή, κατάφερε να αναδείξει την παλαιστινιακή υπόθεση σε όλο τον κόσμο, λίγο καιρό μετά τον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 όπου το Ισραήλ κατέλαβε την Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Η εικόνα της ανατίναξης των αεροπλάνων στο αεροδρόμιο της Δαμασκού έμεινε στην ιστορία και η Λέιλα έγινε το νέο σύμβολο της αντίστασης και του ένοπλου αγώνα.

Ένα χρόνο μετά, αφηγείται η ίδια την ιστορία της και δημοσιεύεται στους «Κυριακάτικους Τάιμς».

Για την αεροπειρατεία, που την έκανε σύμβολο του παλαιστινιακού αγώνα, έχουν γραφτεί πολλά. Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησε στα αγγλικά το βιβλίο «Leila Khaled: εικόνα της παλαιστινιακής απελευθέρωσης», ενώ ο Σύλλογος Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό Λαό «Ιντιφάντα» έδειξε σε πρώτη προβολή στα ελληνικά το ντοκιμαντέρ "Leila Khaled: Hijacker" της Παλαιστίνιας σκηνοθέτιδας Λίνα Μακμπούλ.

Τι απαντάει όμως η ίδια στην ερώτηση αν είναι τρομοκράτισσα; Σε συνέντευξη της που έδωσε στους Γκάρντιανς, λέει αφοπλιστικά «Ποιος έφερε την τρομοκρατία στην περιοχή μας; Κάποιοι ήρθαν και πήραν την γη μας, μας εξανάγκασαν να φύγουμε, να μείνουμε σε καταυλισμούς. Εγώ πιστεύω πως αυτό είναι τρομοκρατία. Το να χρησιμοποιείς τρόπους αντίστασης στην τρομοκρατία και να την σταματήσεις – αυτό ονομάζεται αγώνας»


Δείτε επίσης:
-Ο χαιρετισμός της Λέιλα Χάλεντ στο 1ο Resistance Festival (βίντεο)

-Μήνυμα προς τον Σύλλογο "Ιντιφάντα" με αφορμή την εκδήλωση για την Ημέρα της Γυναίκας


-Συνέντευξη της Λέιλα Χάλεντ στο r-freepalestine









29 Αυγούστου 1969: Έπιχείρηση "Λαϊκό Μέτωπο - Παλαιστίνη Λεύτερη Αραβική"


Όσες γενιές ανθρώπων και αγωνιστών να παλεύουν να αντιστρέψουν την εικόνα του άγριου τρομοκράτη και να μιλήσουν για το δικαίωμα και την υποχρέωση στον αγώνα ενάντια στην αδικία, τους αποικιοκράτες, τα εγκλήματά τους και στην κατοχή, κανείς δεν θα το καταφέρει καλύτερα από τη Λέιλα Χάλεντ, την Παλαιστίνια γυναίκα, τη δασκάλα, την τρομοκράτισσα. Με αφορμή την επέτειο από την πρώτη της αεροπειρατεία, θέλουμε να ξαναπούμε την ιστορία της.

Η Λέιλα μέλος του αριστερού Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, στις 29 Αυγούστου 1969 μπήκε στο πιλοτήριο της πτήσης TWA-840. Οι αεροπειρατές είχαν προαποφασίσει ότι κανείς επιβάτης δεν θα πάθει τίποτα και έτσι έγινε. Η Λέιλα υποχρέωσε τον πιλότο να πετάξει το αεροπλάνο πάνω από τη Χάιφα, την πατρίδα της από όπου αναγκάστηκε να φύγει με την οικογένειά της κατά τη διάρκεια της Νάκμπα, της Παλαιστινιακής καταστροφής του 1948 με τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, όταν ήταν μόλις τεσσάρων χρονών. Με την πράξη της αυτή, κατάφερε να αναδείξει την παλαιστινιακή υπόθεση σε όλο τον κόσμο, λίγο καιρό μετά τον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 όπου το Ισραήλ κατέλαβε την Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Η εικόνα της ανατίναξης των αεροπλάνων στο αεροδρόμιο της Δαμασκού έμεινε στην ιστορία και η Λέιλα έγινε το νέο σύμβολο της αντίστασης και του ένοπλου αγώνα.

Ένα χρόνο μετά, αφηγείται η ίδια την ιστορία της και δημοσιεύεται στους «Κυριακάτικους Τάιμς».

Για την αεροπειρατεία, που την έκανε σύμβολο του παλαιστινιακού αγώνα, έχουν γραφτεί πολλά. Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησε στα αγγλικά το βιβλίο «Leila Khaled: εικόνα της παλαιστινιακής απελευθέρωσης», ενώ ο Σύλλογος Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό Λαό «Ιντιφάντα» έδειξε σε πρώτη προβολή στα ελληνικά το ντοκιμαντέρ "Leila Khaled: Hijacker" της Παλαιστίνιας σκηνοθέτιδας Λίνα Μακμπούλ.

Τι απαντάει όμως η ίδια στην ερώτηση αν είναι τρομοκράτισσα; Σε συνέντευξη της που έδωσε στους Γκάρντιανς, λέει αφοπλιστικά «Ποιος έφερε την τρομοκρατία στην περιοχή μας; Κάποιοι ήρθαν και πήραν την γη μας, μας εξανάγκασαν να φύγουμε, να μείνουμε σε καταυλισμούς. Εγώ πιστεύω πως αυτό είναι τρομοκρατία. Το να χρησιμοποιείς τρόπους αντίστασης στην τρομοκρατία και να την σταματήσεις – αυτό ονομάζεται αγώνας»


Δείτε επίσης:
-Ο χαιρετισμός της Λέιλα Χάλεντ στο 1ο Resistance Festival (βίντεο)

-Μήνυμα προς τον Σύλλογο "Ιντιφάντα" με αφορμή την εκδήλωση για την Ημέρα της Γυναίκας


-Συνέντευξη της Λέιλα Χάλεντ στο r-freepalestine









Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Αφίσες και εικόνες σε διαπάλη- ένα οπτικό οδοιπορικό

Πόλεμοι, μάχες, πράξεις αντίστασης, καταστολή του άμαχου πληθυσμού… Οι αφίσες παρουσιάζουν μια ακτινογραφία της εξέλιξης της διένεξης από την έναρξη της μέχρι τα σημερινά γεγονότα.

Η δημιουργία και η διάδοση αφισών που δικαίωναν τον παλαιστινιακό αγώνα υπήρξε ένα από τα κυριότερα προπαγανδιστικά όπλα της ΟΑΠ. Από την ίδρυση της το 1964, η ΟΑΠ, μέσω ενός δραστήριου τμήματος επικοινωνίας, ενθάρρυνε πολλούς ντόπιους καλλιτέχνες να επιμείνουν σε αυτό τον δημιουργικό χώρο, γνωστοποιώντας στον κόσμο την δουλειά τους. Αυτή η μαχητική και στρατευμένη τέχνη είναι πλέον μέρος της πολιτιστικής ταυτότητας της παλαιστινιακής αντίστασης. Τα χρώματα της σημαίας, η αραβική καλλιγραφία ή η ελιά (σύμβολο της γης) είναι στοιχεία που επαναλαμβάνονται στον σχεδιασμό ορισμένων αφισών που παρουσιάζουν μια άλλη ανάγνωση της σύγκρουσης.






Καλάθι με πορτοκάλια, Αμπντελ Ραχμάν Αλ Μουζαΐν, 1977
Σε αυτό το παιδικό πορτρέτο εμφανίζονται διάφορα στοιχεία αναγνωριστικά της Παλαιστίνης: η κουφίγια, παραδοσιακή μαντίλα της Μέσης Ανατολής και έμβλημα του παλαιστινιακού αγώνα και πορτοκάλια, αλληγορία της απώλειας και της καταστροφής της γης τους.












Ημέρα της γης στην Παλαιστίνη, Γκάζι Ιναΐμ, 1988
Ο εορτασμός της επετείου κάποιου σημαντικού γεγονότος είναι ένα θέμα που επανέρχεται. Στην περίπτωση της Ημέρας της πάτριας γης, πρόκειται για εκδήλωση μνήμης για τις απαλλοτριώσεις παλαιστινιακής γης που έγιναν στις 30 Μαρτίου του 1976, οι οποίες προκάλεσαν βίαιες εξεγέρσεις με έξι νεκρούς από τον αραβικό πληθυσμό.










1967, ανωνύμου
Δημοσιευμένη το έτος του πολέμου των Έξι Ημερών, αυτή η αφίσα γράφει «Ιούνιος 1967, η αντίσταση συνεχίζεται. Αυτή είναι η απάντηση στο έγκλημα».














Αποφασιστικότητα και νίκη. Αλ Καραμέχ, ανώνυμου 1968. Η μάχη του Αλ Καραμέχ, το 1968 μετατράπηκε σε σύμβολο της αντίστασης και του σθένους της ΟΑΠ.












Νίκησε τον φασισμό, Τζαμάλ Αλ Αμπτάχ, 1988. Ο καλλιτέχνης συνδέει τον παλαιστινιακό αγώνα με τον αγώνα κατά του φασισμού, επικαλούμενος την Γκερνίκα του Πικάσο. Η αφίσα τιμά την πρώτη επέτειο της Πρώτης Ιντιφάντα καθώς και την 21η επέτειο του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

Σάββατο 15 Μαΐου 2010

Αφιέρωμα: 62 χρόνια από τη Nakba


Κάθε χρόνο στις 15 του Μάη οι Παλαιστίνιοι θυμούνται την Nakba (Καταστροφή): την εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων από τα σπίτια και τη γη τους του 1948. Από το Δεκέμβρη του 1947 ως το Δεκέμβρη του 1948, περισσότεροι από 750.000 Παλαιστίνιοι, το 60% του τότε Παλαιστινιακού πληθυσμού, εκδιώχθηκε βίαια περισσότερα από 530 πόλεις και χωριά εκκενώθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς και τουλάχιστον 50 περιπτώσεις μαζικών σφαγών αμάχων καταγράφηκαν. Μεταξύ 1948 και 1949 οι Ισραηλινές δυνάμεις δολοφόνησαν τουλάχιστον 13.000 Παλαιστίνιους. Μια ζωντανή, ακμάζουσα κοινωνία που ζούσε στη γη της ιστορικής Παλαιστίνης για αιώνες, διαλύθηκε βίαια και στα ερείπιά της χτίστηκε ένα καθαρά Εβραϊκό κράτος, το κράτος του Ισραήλ.

Μέχρι σήμερα, το Ισραήλ, εμποδίζει σχεδόν 6 εκατομμύρια Παλαιστίνιους πρόσφυγες να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Σχεδόν 250.000 Παλαιστίνιοι, πολίτες β’ κατηγορίας του Ισραήλ δεν μπορούν να γυρίσουν στα χωριά και στα σπίτια τους. Ένας ολόκληρος λαός μετρά 62 χρόνια προσφυγιάς. «Πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να εξασφαλίσουμε πως δεν θα γυρίσουν ποτέ....Οι γέροι θα πεθάνουν και οι νέοι θα ξεχάσουν» έλεγε ο Ben Gution, ο ιδρυτής του Ισραήλ, το 1949. Αλλά οι νέοι δεν ξέχασαν. Το κλειδί του πατρογονικού σπιτιού, σύμβολο των ξεριζωμένων Παλαιστίνιων προσφύγων περνά από γενιά σε γενιά. Οι νέοι δεν ξέχασαν και μπόλιασαν και τις νεότερες γενιές με τον πόθο και την αποφασιστικότητα να γυρίσουν στην πατρίδα και τα σπίτια τους.

Φέτος οι Παλαιστίνιοι στην εξορία και στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, μετρούν 62 χρόνια μνήμης της Nakba, αλλά η θλιβερή αλήθεια είναι πως η Nakba συνεχίζεται ως και σήμερα. Συνεχίζεται στις βάρβαρες πολιτικές απαρτχάιντ του Σιωνιστικού Ισραηλινού κράτους. Στον δολοφονικό αποκλεισμό της Λωρίδας της Γάζας, στις νυχτερινές εισβολές στρατού στα χωριά της Δυτικής Όχθης, στις σιωνιστικές φυλακές, στο χτίσιμο του Τείχους που δημιούργησε 10.000 νέους πρόσφυγες, στην επέκταση των εποικισμών. Συνεχίζεται με τις μπουλντόζες να γκρεμίζουν σπίτια Αράβων στην Ανατολική Ιερουσαλήμ ή να ξεριζώνουν ελαιόδεντρα στη Δυτική Όχθη. Συνεχίζεται με τα δακρυγόνα και τις σφαίρες ενάντια σε κάθε κινητοποίηση του Παλαιστινιακού λαού. Μια καθημερινή Nakba λαμβάνει χώρα, κάτω από τα συνένοχα και αδιάφορα βλέμματα της «διεθνούς κοινότητας».


Το Deir Yassin ήταν ένα μικρό παλαιστινιακό χωρίο κοντά στην Ιερουσαλήμ. Στις 9 Απρίλη, τρομοκρατικές σιωνιστικές παραστρατιωτικές ομάδες επιτέθηκαν στο χωριό και σφαγίασαν περισσότερους από 245 Παλαιστίνιους άντρες, γυναίκες και παιδιά.

Η φυγή από την Χάιφα ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 1947. Μέχρι τον Ιανουάριο, είχε φύγει το 1/3 των 700.000 Αράβων της πόλης. Στις 21 Απρίλη οπότε και άρχισαν να αποσύρονται οι Βρετανικές δυνάμεις, ο εβραϊκός στρατός της Haganah επιτέθηκε. Περίπου 15.000 Παλαιστίνιοι υπολογίζεται ότι έφυγαν από την Χάιφα στις 22 Απριλίου. Η έξοδος συνεχίστηκε για μια βδομάδα, καθώς οι τρομοκρατημένοι κάτοικοι έφραξαν τα λιμάνια και τους δρόμους, αφήνοντας πίσω τα υπάρχοντα τους, άδεια σπίτια, και καλλιέργειες αφύλακτες. Μέχρι τις αρχές Μάη, από τους 70.000 Άραβες κατοίκους στην Χάιφα είχαν απομείνει μόνο 3.000 με 4.000. (Φωτ: Μέλη της Haganah "συνοδεύουν" Παλαιστίνιους που εγκαταλείπουν τη Χάιφα)

Η πόλη της Γιάφα, με πληθυσμό περίπου 70.000 αράβων κατοίκων, παραδόθηκε στις εβραϊκές δυνάμεις λίγες μέρες μετά την Χάιφα. Στις 25 Απρίλη, όταν η πόλη δέχτηκε την επίθεση της Irgun, η πλειοψηφία του πληθυσμού βρίσκονταν ακόμα στην πόλη. Τρεις μέρες συνεχών βομβαρδισμών, ο φόβος που είχε σπείρει η σφαγή των κατοίκων του Deir Yassin και ο διασκορπισμός των αμυντικών δυνάμεων της πόλης, ανάγκασαν τον πληθυσμό της να την εγκαταλείψει. Κάποιοι από τους κυνηγημένους, διέσχισαν την ενδοχώρα. Οι περισσότεροι διέφυγαν με πλοία, που τους οδήγησαν στην Γάζα, στην Βηρυτό, στην Αίγυπτο και σε κάποιες περιπτώσεις, που η θάλασσα ήταν άγρια, στον θάνατο». (Φωτ: Ερείπια στην πόλη της Γιάφα, λίγο μετά την εισβολή το 1948)

Στις 15 Μάη, μια μέρα μετά την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, Ισραηλινοί στρατιώτες κατέλαβαν το χωριό Tantura, νότια της Χάιφα, και εκτέλεσαν στον τοίχο του κοιμητηρίου 95 Παλαιστίνιους. Άλλοι δολοφονήθηκαν μέσα στα σπίτια τους και σε άλλα σημεία του χωριού. Το χωριό κατεδαφίστηκε αργότερα και στη θέση του φτιάχτηκε το Κιμπούτς Nahsholim.

Η μάχη στην Ιερουσαλήμ και τα περίχωρά της, ήταν η πιο σκληρή μάχη του πολέμου και η πολύμηνη διάρκεια της, συνέτριψε τους Παλαιστίνιους. Μέχρι τον Ιούλιο, που επιβλήθηκε παύση πυρός, εξαφανίστηκαν όλα τα παλαιστινιακά χωριά που γειτνίαζαν με την Δυτική Ιερουσαλήμ. Τα χωριά ισοπεδώθηκαν και οι κάτοικοι τους διασκορπίστηκαν. Ακόμα και στις κυρίαρχες Αραβικές περιοχές της Ιερουσαλήμ ή στις άλλοτε μικτές γειτονιές στο κέντρο της πόλης, δεν έμεινε κανένας Παλαιστίνιος. Οι Ισραηλινοί εγκατέστησαν αμέσως σε αυτές τις περιοχές Εβραίους μετανάστες για να αποτρέψουν οποιαδήποτε πιθανή επιστροφή των Παλαιστινίων. Μόλις ένα χρόνο μετά την ίδρυση του Ισραήλ, το καλοκαίρι του 1949, όλες οι πρώην αραβικές γειτονιές της Δυτικής Ιερουσαλήμ καθώς και όλα τα παλαιστινιακά χωριά που είχαν εκκενωθεί, είχαν ήδη κατοικηθεί από Εβραίους.

Παλαιστινιακές οικογένεις εκδιώκονται βίαια από το χωριό Faluja. Στη λεηλατημένη γη του χτίστηκε το 1954 το Qiryat Gar

Στο δρόμο της προσφυγιάς: Από τη Βόρεια Παλαιστίνη προς τον Λίβανο








Οι άραβες κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό Zenin



Προσφυγικοί καταυλισμοί