Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Michael Warschawski. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Michael Warschawski. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Άρθρα του Michael Warschawski

Ο Michael Warschawski –βετεράνος ισραηλινός ακτιβιστής – συμμετέχει στο αντικατοχικό και αντισιωνιστικό κίνημα από το 1967.
Έχει περάσει μεγάλα διαστήματα στις ισραηλινές φυλακές εξαιτίας της υποστήριξής του σε «εχθρικές ομάδες» και «τρομοκρατικές οργανώσεις»
Ο «Mikado» για τους φίλους του, είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος και συνιδρυτής του Εναλλακτικού Κέντρου Πληροφόρησης (Alternative Information Center – A.I.C.) που ιδρύθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1984.
Στα βιβλία του περιλαμβάνεται το «Προς έναν ανοιχτό τάφο: Η κρίση της ισραηλινής κοινωνίας».

Άρθρα του Michael Warschawski:


Ισραηλινοί πολιτικοί: από την τραγωδία στην φάρσα 23 Μαΐου 2016
Το Κράτος του Ισραήλ αλλάζει φύση 8 Φεβρουαρίου 2016
Η εξέγερση της Αιγύπτου ένα χρόνο μετά
30 Ιανουαρίου 2012
Παίζοντας με την φωτιά
14 Νοεμβρίου 2011
Η ανταλλαγή κρατουμένων και η εναλλακτική πραγματικότητα του Ισραήλ
15 Οκτωβρίου 2011
Ο Ομπάμα υποστηρίζει την πλήρη απομάκρυνση των Ισραηλινών; Λόγια vs Πράξεις
22 Μαΐου 2011
Παλαιστινιακό κράτος χωρίς κυριαρχία συνόρων;
25 Απρίλη 2010
Μια απάντηση στον Uri Avnery, 8 Οκτώβρη 2009
Να δικαστούν οι Ισραηλινοί εγκληματίες πολέμου
, 19 Σεπτέμβρη 2009
Ο Τζ. Μπους πιέζει για πόλεμο Ισραήλ – Συρίας 19 Αυγούστου 2007
Η κρίση στη Γάζα – «Made in Israel» 18 Ιουνίου 2007
Μετά τη νίκη της Χαμάς, Γενάρης 2006
Η πολιτική του Ισραήλ στη μετά-Σαρόν εποχή 8 Δεκέμβρη 2005

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Ισραηλινοί πολιτικοί: από την τραγωδία στην φάρσα

Του Michel Warschawski, πηγή: www.alternativenews.org 23 Μαΐου 2016

Στην αρχαία ελληνική τραγωδία, πριν σκοτωθεί κάποιος, οι Θεοί του προκαλούσαν τρέλα. Τα πρόσφατα γεγονότα δείχνουν πως αυτή η δυναμική εφαρμόζεται και στην ισραηλινή κοινωνία. Το Ισραήλ τρελαίνεται και αυτή η τρέλα ίσως μας οδηγήσει νωρίτερα από ότι περιμέναμε στην φασιστική κρίση. Τώρα, αριστεροί ακτιβιστές, πολιτικοί και στρατιωτικοί αρχηγοί προειδοποιούν ότι η κυβέρνηση το παρατράβηξε.
Ο διορισμός του Λίμπερμαν ως Υπουργό Άμυνας από τον ίδιο τον Νεντανιάχου, ανάγκασε τον βουλευτή της Κνεσέτ Μπένυ Μπέγκιν να δηλώσει ότι «είναι σκέτη τρέλα». Ο πρώην Υπουργός Άμυνας, Μοσέ Γιαλόν, έκανε λόγο για ένα νέο δεξιό κόμμα, που θα βασίζεται στην παλιά, καλή και «λογική» ιδεολογία των Ζέεβ Ζαμποτίνσκι και Μεναχέμ Μπέγκιν-σύμβολα της Λικούντ, του κόμματος του Νεντανιάχου.
Ο «φασισμός» είναι ένας όρος που όλο και περισσότερο χρησιμοποιείται από τα ΜΜΕ και πολιτικούς για να περιγράψουν την πορεία της ακροδεξιάς ισραηλινής κυβέρνησης. Ο Υπαρχηγός ΓΕΑ, στρατηγός Γιαΐρ Γκολάν έκανε λόγο για τις ομοιότητες μεταξύ της Γερμανίας του 1930 και του Ισραήλ σήμερα. Ο στρατηγός ένιωσε την υποχρέωση να θυμίσει ότι ο ισραηλινός στρατός πρέπει να μείνει σταθερός στην «παραδοσιακές ηθικές αξίες» του. Η ομιλία του ήρθε μετά την εν ψυχρώ εκτέλεση ενός άοπλου και ήδη ακινητοποιημένου Παλαιστίνιου από έναν ισραηλινό στρατιώτη. Βδομάδες πριν, ο Νεντανιάχου τηλεφώνησε τους γονείς του δολοφονημένου για να τους διαβεβαιώσει ότι καταλάβαινε την θέση τους.
Ο διορισμός του πλέον ρατσιστή και τρελού πολιτικού ως Υπουργό Άμυνας –τον δεύτερο σε τάξη μέσα στην κυβέρνηση- είναι η απάντηση του Νεντανιάχου στην αυξανόμενη κριτική που δέχεται η κυβέρνησή του. Στο κάτω-κάτω, ο Λίμπερμαν είπε να ανατινάξουν το φράγμα Ασουάν στην Αίγυπτο! Βοήθησε να εκδιωχθούν οι εκλεγμένοι Παλαιστίνιοι βουλευτές από τη Κνεσέτ και να συνδεθεί η ιθαγένεια των Παλαιστινίων του Ισραήλ με «δήλωση πίστης» προς το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος. Ο άνθρωπος ζήτησε επίσης να καταδικάζονται εις θάνατο οι Παλαιστίνιοι που παίρνουν μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Όμως, ο Λίμπερμαν δεν είναι μόνο ρατσιστής, είναι και διεφθαρμένος. Αν και η ισραηλινή εισαγγελία δυσκολεύτηκε να στοιχειοθετήσει τις κατηγορίες, υπάρχουν υποψίες ότι ο Λίμπερμαν εμπλέκεται σε βρώμικες και παράνομες δουλειές σε όλο τον κόσμο – συγκεκριμένα ότι έχει διασυνδέσεις με την ρώσικη ολιγαρχία. Τα γαλλικά ΜΜΕ έχουν μάλιστα αναρωτηθεί αν ο Λίμπερμαν, με τέτοιους σκοτεινούς επιχειρηματικούς δεσμούς, είχε εμπλακεί και σε δολοφονίες.
Ο νέος Υπουργός Άμυνας ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να βάλει τάξη στον ισραηλινό στρατό και να τον εξυγιάνει από όσους θεωρεί πολύ μαλακούς. Ένα τέτοιο σχέδιο όμως μπορεί να είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Ο στρατός είναι το πιο δυνατό λόμπι του Ισραήλ και δεν χωράει αμφιβολία πως θα κάνει τα πάντα για να προστατευτεί από την πολιτική κάθαρση του Λίμπερμαν. Είναι θλιβερό για μια κοινωνία να θεωρεί τον στρατό ως την τελευταία της ελπίδα για να αποτραπεί μια μαζική αυτοκτονία.
Στην αρχή του άρθρου, αναφέρθηκα στην αρχαιοελληνική τραγωδία. Όμως βλέπουμε και την γαλλική φάρσα με πρωταγωνιστή τον Γιτζάκ Χέρτζοκ, επικεφαλή του εργατικού κόμματος. Αν και θεωρείται ως ο αδιάφθορος της ακροδεξιάς κυβέρνησης, ο Χέρτζοκ δεν κατάλαβε ότι ο Νεντανιάχου τον χειραγωγεί και χρησιμοποιήθηκε ως εφαλτήριο για την άνοδο του Λίμπερμαν ως δεύτερος τη τάξη στην ισραηλινή κυβέρνηση. Με τέτοια «αντιπολίτευση», το Ισραήλ αξίζει να έχει τον Λίμπερμαν.

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2016

Το Κράτος του Ισραήλ αλλάζει φύση

Του Michel Warschawski, πηγή: www.alternativenews.org 8Φεβρουαρίου 2016

Συνήθως δεν μου αρέσει να χρησιμοποιώ την έννοια «φασισμός» για να περιγράψω το ισραηλινό καθεστώς. Πάνω απ’ όλα, το κράτος του Ισραήλ είναι αποικιοκρατικό κράτος και οι θεσμοί, οι πολιτικές και οι στρατηγικές του ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια της αποικιοκρατίας. Η βασική σχέση με τον γηγενή αραβικό πληθυσμό-από την αρχή της σιωνιστικής επιχείρησης μέχρι και σήμερα- είναι σχέση αποικιοκρατίας. Σε αυτό το αποικιοκρατικό πλαίσιο μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάποιες ιδιομορφίες: πολιτικά δικαιώματα της γηγενούς πλειοψηφίας που δεν εξορίστηκε το 1947-1949 και δημοκρατικούς θεσμούς και μηχανισμούς μέσα στο Ισραήλ, στο σύνορα προ του 1967. Πρέπει ωστόσο να τονίσουμε τους διακριτικούς νόμους και πρακτικές προς την παλαιστινιακή μειονότητα στα πλαίσια του λεγόμενου «εβραϊκού και δημοκρατικού κράτους» του Ισραήλ.
Όμως για αρκετά χρόνια έχουν υπάρξει σημαντικές νομοθετικές και πολιτικές εξελίξεις που εγείρουν το ζήτημα της «φασιστικοποίησης» του Ισραήλ. Το παλιό «δημοκρατικό πλαίσιο» αλλάζει σταδιακά σε ένα νέο είδος συστήματος που θυμίζει την Ιταλία στις αρχές του 1920, ακόμα και την Γερμανία στην απαρχή του ναζιστικού καθεστώτος. Ας αναδείξουμε τρεις από αυτές τις αλλαγές.
Πρώτον, η ιδιωτικοποίηση της βίας: η ακροδεξιά κυβέρνηση χρησιμοποιεί (και χρηματοδοτεί) ιδιωτικές οργανώσεις για να παρενοχλούν, κατασκοπεύουν και να διεισδύουν σε προοδευτικές ομάδες. Πρόσφατα, η ισραηλινή τηλεόραση έδωσε δημόσιο βήμα σε μια από αυτές τις οργανώσεις, την Ad Kann. Η Ad Kann παραδέχεται ότι αποστολή της είναι να διεισδύει σε αντικατοχικές οργανώσεις και οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το B'tselem ή το Braking the Silence και να καταγράφει τις δραστηριότητές τους. Αν μείνουμε στα φασιστικά προηγούμενα, το επόμενο βήμα είναι να αρχίσουν οι προβοκάτσιες.
Η δεύτερη αλλαγή: η πρωτοβουλία μιας σειράς νέων νόμων που περιορίζουν τις πολιτικές ελευθερίες προσώπων και οργανώσεων. Ο νέος νόμος για τις ΜΚΟ (που δεν έχει ψηφιστεί ακόμα) είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα της επίθεσης στις πολιτικές ελευθερίες: οι ΜΚΟ που χρηματοδοτούνται από ξένες χώρες (όπως η ΕΕ) θα πρέπει δημοσίως να αναγνωριστούν ως ξένες. Οι παλαιστινιακές οργανώσεις στο Ισραήλ έχουν στοχοποιηθεί και το επόμενο βήμα, που ανακοινώθηκε επίσημα από τους αρχηγούς της ακροδεξιάς συμμαχίας, είναι να περιοριστούν τα δικαιώματα των Αράβων, μελών του κοινοβουλίου. Αν μείνουμε στα φασιστικά προηγούμενα, το επόμενο βήμα είναι να απαγορευτεί στους Άραβες το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι.
Τρίτον, η δημιουργία μιας ατμόσφαιρας φόβου: ακόμα και οι στοχευμένες επιθέσεις (όπως στο Ezra Nawi) έχουν αποπροσανατολιστικό αποτέλεσμα στο ευρύτερο προοδευτικό κοινό, που σκέφτεται δύο φορές πριν πάρει πολιτικές πρωτοβουλίες, σκεφτόμενο ότι το κράτος ή οι ιδιωτικές συμμορίες θα αντιδράσουν βίαια. Η τρομοκρατία του πληθυσμού είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος του φασισμού για να επιβάλλει την κυριαρχία του στα μυαλά και μετά στην κοινωνία και το κράτος.
Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις της μοντέρνας ιστορίας, η πλειοψηφία του λαού δεν είναι φασίστες, ενώ απεχθάνονται τον φασισμό. Το πρόβλημα είναι η απουσία της αίσθησης επιτακτικότητας ότι πρέπει να κινητοποιηθούμε και να ενωθούμε τώρα. Σε λίγα χρόνια ίσως είναι αργά.

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Η εξέγερση της Αιγύπτου ένα χρόνο μετά

Του Michael Warschawski, πηγή: Δρόμος της Αριστεράς

Ένα χρόνο μετά, τι έχει αλλάξει στην Αίγυπτο και στην ευρύτερη περιοχή; Ποιες είναι οι επιπτώσεις της στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ, δύο χώρες που είχαν συνηθίσει να υπαγορεύουν την περιφερειακή ατζέντα;

Πρόσφατα, ζητήθηκε από Ισραηλινούς αναλυτές και «ειδικούς στα αραβικά θέματα» να απαντήσουν στην ερώτηση: μετά τις αραβικές εξεγέρσεις στην Αίγυπτο, την Τυνησία και σε μικρότερη κλίμακα σε άλλες χώρες, τι έχει αλλάξει;

Πιστεύω ότι η ερώτηση είναι παραπλανητική. Αν αυτό που βίωσε ο αραβικός κόσμος ένα χρόνο πριν είναι πράγματι μια επανάσταση, τότε δεν μιλάμε για ένα γεγονός ή μια σειρά γεγονότων, αλλά για την αρχή μιας νέας εποχής που δεν μπορεί να μετρηθεί σε μήνες ή χρόνια. Μόνο σε οχτώ ή δέκα χρόνια ίσως να μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα. Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε ακόμα στο πρώτο στάδιο μιας μακρόχρονης αλλαγής, τις βαθιές επιπτώσεις της οποίας θα μπορούμε να δούμε σε μια δεκαετία.

Ωστόσο, μπορούμε να δούμε τις άμεσες επιπτώσεις που είχε η πτώση των παλαιών καθεστώτων στην Αίγυπτο και την Τυνησία, τόσο σε τοπικό όσο και περιφερειακό επίπεδο.

Η πρώτη επίπτωση: απώλεια του φόβου. Τα αυταρχικά καθεστώτα του Μουμπάρακ και του Μπεν Αλί, λειτουργούσαν με βάση την καταστολή και το φόβο, που είχε ως αποτέλεσμα τη σχετική παράλυση των λαϊκών κινημάτων αντίστασης. Ένα χρόνο πριν έσπασαν τα δεσμά του φόβου και οι λαοί άρχισαν να υφαίνουν την ιστορία των χωρών τους - όχι απαθείς και υποταγμένοι, αλλά ως πρωταγωνιστές στην πολιτική και κοινωνική σκηνή.

Η δεύτερη επίπτωση έχει σχέση με τις ΗΠΑ (και σε μικρότερη έκταση με την Γαλλία, όσον αφορά την Τυνησία), που έχασαν τους στρατηγικούς τους εταίρους οι οποίοι διασφάλιζαν τον αμερικανικό έλεγχο στην περιοχή. Δεν ήρθε, βέβαια, η ολική κατάρρευση του ιμπεριαλιστικού συστήματος στη Μέση Ανατολή, σίγουρα όμως μιλάμε για την αποδυνάμωσή του - από εδώ και στο εξής οι ΗΠΑ και τα νέα καθεστώτα θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις μάζες και τις προσδοκίες τους. Στην Αίγυπτο ο στρατός συνεχίζει να διοικεί και το μόνο που άλλαξε είναι η άρχουσα τάξη. Όμως, δεν χωρά αμφιβολία ότι θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις υπό τον φόβο νέων μαζικών διαδηλώσεων.

Η τρίτη επίπτωση είναι η απουσία προοδευτικής και αξιόπιστης αντιπολίτευσης, λόγω της σκληρής καταστολής αλλά και εξαιτίας σοβαρών πολιτικών λαθών, που μετέτρεψε τα ισλαμικά κινήματα ως τη μόνη εναλλακτική πολιτική στα περισσότερα αραβικά κράτη. Λέγοντας «ισλαμικά κινήματα» θα πρέπει να θυμόμαστε ότι πίσω από το γενικό τίτλο βρίσκονται ομάδες που διαφοροποιούνται μεταξύ τους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως είναι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στην Αίγυπτο, που δεν στέκονται εχθρικά στον ιμπεριαλισμό. Με άλλα λόγια, αν η αμερικανική κυβέρνηση φερθεί έξυπνα και πάρει αποστάσεις από τη συντηρητική άποψη «σύγκρουσης πολιτισμών», μπορεί να βρει ένα βήμα διαλόγου και συνεργασίας με κάποιες από τις νέες κυβερνήσεις, ακόμα και σε αυτές που κυριαρχούν τα μουσουλμανικά κόμματα.

Τέταρτον, η Αραβική Άνοιξη έχει επιπτώσεις στο κράτος του Ισραήλ. Για πρώτη φορά εδώ κι έναν αιώνα η περιφερειακή ατζέντα δεν καθορίζεται από το Ισραήλ και τη σύγκρουσή του με τους Παλαιστίνιους, που φαίνεται σαν να αφέθηκαν στην άκρη.

Το σιωνιστικό καθεστώς δεν μπορεί με κανένα τρόπο να δεχτεί την κατάσταση και θα κάνει τα πάντα για να επιστρέψει στην κεντρική σκηνή και να διεκδικήσει το ρόλο του ρυθμιστή της περιφερειακής ατζέντας. Ο παραδοσιακός τρόπος που χρησιμοποιεί το Ισραήλ είναι να αυξήσει την ένταση στην περιοχή και να ξεκινήσει μια στρατιωτική σύγκρουση. Οι πιο τρελοί από τους Ισραηλινούς αρχηγούς απειλούν με επίθεση στο Ιράν. Οι πιο ρεαλιστές απαιτούν επίθεση σε μέτωπα που θα έχουν λιγότερο επικίνδυνες επιπτώσεις - στη Γάζα και ίσως τον Λίβανο.

Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ είναι αντίθετες σε μια ενδεχόμενη ισραηλινή επίθεση στο Ιράν και η ένταση ανάμεσα στους δύο παλιούς καλούς συμμάχους είναι πιθανό να πυροδοτήσει την αποσταθεροποίηση στην περιοχή. Η παρούσα ακαμψία της Αμερικής προέρχεται, ανάμεσα σε άλλα, από τις προεδρικές εκλογές που πλησιάζουν. Παρά την απόρριψη λοιπόν του Λευκού Οίκου, μια ισραηλινή στρατιωτική επίθεση δεν μπορεί να θεωρηθεί απίθανη. Με την ακροδεξιά, περιπετειώδη ηγεσία των Νεντανιάχου-Λίμπερμαν-Μπάρακ, κανείς δεν ξέρει τι πρόκειται να συμβεί.

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Παίζοντας με την φωτιά

Του Michael Warschawski , πηγή:www.alternativenews.org/english 14 Νοεμβρίου 2011

Οι διάφορες δηλώσεις ανώτατων ισραηλινών αξιωματούχων για πιθανή στρατιωτική επίθεση στο Ιράν, προκάλεσε τον πανικό στους παγκόσμιους ηγέτες. Το γεγονός ότι αυτές οι πληροφορίες διέρρευσαν σκόπιμα από τον Ehud Barak στον Nahum Barnea, έναν βετεράνο δημοσιογράφο στην εφημερίδα Yedioth Ahronot, δείχνει ότι επρόκειτο για μια μελετημένη κίνηση και δεν ήταν μια από τις συνηθισμένες διαρροές που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί για να τραβήξουν τους τίτλους της επικαιρότητας.

Αν αγνοήσουμε τις φίλο-ισραηλινές και φίλο-πολεμικές δηλώσεις των ρεπουμπλικάνων υποψηφίων για την προεδρεία των ΗΠΑ, που συναγωνίζονται για το βραβείο του «καλύτερου φίλου του Ισραήλ», οι αντιδράσεις των άλλων ηγετών του κόσμου, είναι ανησυχητικές. Ο Γάλλος Πρωθυπουργός είπε για παράδειγμα ότι η χώρα του «ανησυχεί για την πιθανότητα να υπάρχουν στα ιρανικά πυρηνικά σχέδια και στρατιωτικές πτυχές, αλλά εναντιώνεται σε οποιαδήποτε πιθανή επίθεση της Ισλαμικής Δημοκρατίας, καθώς θα αποσταθεροποιούσε την περιοχή».

Ένα πράγμα είναι σίγουρο: η ιρανική ηγεσία δεν θα εγκαταλείψει τα σχέδια της εξαιτίας των ισραηλινών απειλών. Είναι δε πιθανό να αποφασίσει να ξεκινήσει μια προληπτική επίθεση. Το γεγονός ότι η ισραηλινή ηγεσία είναι πρόθυμη να αγνοήσει τις προειδοποιήσεις της Ουάσιγκτον και να ξεκινήσει πόλεμο χωρίς το πράσινο φως της Αμερικής, δείχνει ότι ίσως έχουμε φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή εξαιτίας της ανευθυνότητας της τρέχουσας ισραηλινής ηγεσίας.

Ο Akiva Eldar, ένας από τους πολλούς ισραηλινούς δημοσιογράφους που ανησυχούν με την ανευθυνότητα της κυβέρνησης και ορισμένων φίλων της στο κόμμα των Αμερικανών Ρεπουμπλικάνων, συνοψίζει τα παραπάνω ως εξής: «Αν οι Αμερικανοί ανησυχούν τόσο πολύ για ένα «δεύτερο ολοκαύτωμα» και αν αισθάνονται ότι έχουν εξαντλήσει τις διπλωματικές επιλογές τους, μπορούν παρακαλώ πολύ, να αναλάβουν δράση από μόνοι τους; Αν ο Ομπάμα αντιτίθεται σε μια στρατιωτική λύση, τότε θα πρέπει να σταματήσει το δίδυμο Νεντανιάχου-Μπαράκ, πριν είναι πολύ αργά»

Αυτό είναι κατά βάση το ερώτημα. Ο Ομπάμα αποφάσισε να μην χάσει χρόνο (και ψήφους) πιέζοντας την ισραηλινή κυβέρνηση σε ζητήματα όπως είναι η κατασκευή των εποικισμών. Τα σκληρά λόγια που χρησιμοποίησε σε μια ανεπίσημη κουβέντα του με τον Γάλλο Πρόεδρο Σαρκοζί, όπου αποκάλεσε τον Νεντανιάχου ψεύτη, δείχνει το μέγεθος της δυσαρέσκειας του για την συμπεριφορά της ισραηλινής κυβέρνησης.

Τώρα, ο κίνδυνος μιας περιφερειακής σύγκρουσης μεγάλης κλίμακας, είναι πιο ανησυχητικός από ότι είναι οι εποικισμοί. Θα χρησιμοποιήσει άραγε ο Αμερικανός πρόεδρος την γλώσσα των κυρώσεων προς το Ισραήλ; Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί η καταστροφή για τους πολίτες της Μέσης Ανατολής και όλου του κόσμου.


Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Η ανταλλαγή κρατουμένων και η εναλλακτική πραγματικότητα του Ισραήλ

Του Michael Warschawski, πηγή: www.alternativenews.org 15 Οκτωβρίου 2011

Η σκέψη μου βρίσκεται στην Aviva και τον Noam Shalit, όπως και με τους χιλιάδες Παλαιστίνιου γονείς που σύντομα θα καλωσορίσουν τους γιους και τις κόρες τους πίσω στα σπίτια τους. Οι κρατούμενοι πολέμου πρέπει να επιστρέφουν σπίτι όταν υπάρχει κατάπαυση πυρός ή μέσα στα πλαίσια μιας ανταλλαγής κρατουμένων.

Ωστόσο, η χαρά για την επιστροφή των κρατουμένων πολέμου, δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε την βαθιά ανικανότητα που χαρακτηρίζει τις πράξεις του Νεντανιάχου και των φίλων του στην κυβέρνηση. Η συμφωνία που επιτρέπει την ανταλλαγή των κρατουμένων είχε κανονιστεί καιρό πριν από τον Γερμανό διαμεσολαβητή, όμως ο Gilad παρέμεινε στην φυλακή για πολλά χρόνια, χωρίς λόγο.

Μας είπαν ότι οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν μόλις τις τελευταίες ημέρες και γι’ αυτό ο Νεντανιάχου απέφυγε να απελευθερώσει τους «πιο επικίνδυνους» Παλαιστίνιους κρατούμενους. Ανοησίες. Εκπρόσωποι της Χαμάς και του Ισραήλ, από καιρό είχαν τραβήξει τις κόκκινες γραμμές και ο Γερμανός διαμεσολαβητής καιρό τώρα διαπραγματεύεται τις αντίθετες θέσεις… και που τελικά έγιναν αποδεκτές και κατέληξαν σε συμφωνία. Το χάσιμο χρόνου της ισραηλινής κυβέρνησης ήταν βασανιστήριο- απλά και καθαρά- για την οικογένεια του Shalit και δεν πρόσθεσε τίποτα άλλο, παρά τις εντυπώσεις που δημιουργούσε το γραφείο του πρωθυπουργού.

Από την άλλη, η ισραηλινή κυβέρνηση είχε ως κίνητρο το ψευδές και ανάρμοστο σκεπτικό της τιμής και της «εθνικής υπερηφάνειας». Και όμως, αναγκάστηκε να καταπιεί την περηφάνια της, όπως έγινε και στα γεγονότα του Mavi Marmara και στο όρος Σινά. Καθόλου συμπόνια και καθόλου τιμή, καθόλου ανθρωπιά και καθόλου περηφάνια.

Δεν υπάρχει στρατιωτική σύγκρουση χωρίς κρατούμενους και δεν υπάρχουν κρατούμενοι χωρίς ανταλλαγή τους. Ακόμα και η ομάδα Νεντανιάχου-Λίμπερμαν δεν μπορούν να αλλάξουν αυτό το γεγονός. Ωστόσο, αυτά είναι μαγικά κακοπροαίρετων ανθρώπων, που δεν δίσταζαν να αφήσουν τον στρατιώτη Gilad Shalit στην φυλακή χωρίς λόγο. Πέρα από την κακία που χαρακτηρίζει τους σημερινούς κυβερνώντες του Ισραήλ, το ότι δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα είναι πιο ανησυχητική. Όπως και η συγνώμη προς την Αίγυπτο ήταν αναπόφευκτη, και όπως το Ισραήλ τελικά θα δώσει αποζημιώσεις για τους νεκρούς στο Mavi Marmara, έτσι και η απελευθέρωση 1000 Παλαιστινίων κρατουμένων τελικά θα γινόταν. Ακόμα και τα παιδιά στο Ισραήλ, το γνώριζαν αυτό, πόσο μάλλον αυτοί που κυβερνούν. Αντί αυτού, έφτιαξαν μια εναλλακτική πραγματικότητα μιας δήθεν επιθετικότητας και τιμής.

Βλέποντας αυτούς τους ανθρώπους και το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για το ότι δεν έχουν καμία σύνδεση με τον πραγματικό κόσμο, θυμάμαι τον Levi Eshkol, τον τρίτο πρωθυπουργό του ισραήλ, έναν άνθρωπο με κοινή λογική που είχε χλευαστεί από όλους για την «προσφυγική του φύση». Κι ενώ αυτή η φύση θεωρήθηκε ως αδυναμία, δεν ήταν τίποτα άλλο από την κατανόηση που έδειχνε για τον κόσμο που ζούμε και τα όρια που μας βάζει η πραγματικότητα μας. Το να αναγνωρίζεις ότι υπάρχουν περιορισμοί στην χρήση βίας, είναι η βάση της ορθής πολιτικής. Και οι κυβερνώντες του Ισραήλ θα πρέπει να συμβουλευτούν τον αγαπητό τους φίλο George W. Bush και να παραδειγματιστούν από τις ήττες των πολιτικών βίας της υπερδύναμης Αμερικής.

Όπως πάντα, οι Ισραηλινοί γνωρίζουν καλύτερα από τους άλλους και αντί να μαθαίνουμε από τις εμπειρίες άλλων, πιστεύουμε ότι αυτά δεν θα συμβούν σε μας και αν δεν κουνηθούν με την βία, θα κουνηθούν με ακόμη περισσότερη βία… μέχρι να καταλήξουμε με την πλάτη στον τοίχο και αναγκαστούμε να υποχωρήσουμε. Αυτοί που θα πληρώσουν το τίμημα της αλαζονείας και της ξεροκεφαλιάς, είναι οι απλοί στρατιώτες και η οικογένεια τους και οι απλοί πολίτες που δύσκολα τα βγάζουν πέρα μέχρι το τέλος του μήνα. Δηλαδή όλοι αυτοί που ποτέ δεν ρωτήθηκαν και που οι φωνές τους δεν ακούγονται.


Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Ο Ομπάμα υποστηρίζει την πλήρη απομάκρυνση των Ισραηλινών; Λόγια vs Πράξεις

Michael Warschawski, πηγή: www.alternativenews.org/english 22 Μαΐου 2011

Η ανακοίνωση του Προέδρου Ομπάμα πως είναι υπέρ της απομάκρυνσης στα σύνορα του 1967, αποτέλεσε έκπληξη, ειδικά μιας και ανακοινώθηκε λίγες μόνο ώρες πριν την συνάντηση τους με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νεντανιάχου, στην Ουάσιγκτον.

Οι συμβουλάτορες του αμερικανού προέδρου προφανώς γνώριζαν ότι η ανακοίνωση θα προκαλούσε την αντίδραση του πιο ακροδεξιού πρωθυπουργού στην ιστορία του Ισραήλ. «Ωμή» την χαρακτήρισαν οι αναλυτές που βρίσκονται κοντά στον Λευκό Οίκο: χωρίς διπλωματική γλώσσα, ο πρωθυπουργός απάντησε πως δεν έχει καμία πρόθεση ή δυνατότητα να επιστρέψει στα σύνορα της 4ης Ιουνίου 1967, τόσο για λόγους ασφάλειας όσο και δημογραφικούς.

Ήθελε ο Ομπάμα να έρθει σε αντιπαράθεση με τον Νεντανιάχου; Βρισκόμαστε στην αρχή μιας κρίσης στις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ; βρισκόμαστε σίγουρα ένα χρόνο πριν τις εκλογές των ΗΠΑ και το Δημοκρατικό κόμμα σύντομα θα ζητήσει τις παραδοσιακές χορηγίες από τους εβραίους και φιλο-ίσραηλινούς καπιταλιστές.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι διαφορές στην προσέγγιση ανάμεσα στις δυο χώρες είναι πραγματικές και πως τελειώνοντας την συνάντηση με τον Νεντανιάχου, ο Ομπάμα προειδοποίησε ότι «οι κύριες διαφορές με το Ισραήλ ως προς τον τρόπο επίτευξης της ειρήνης στην Μέση Ανατολή, παραμένουν». Ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο. Ενώ οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι η ειρήνη απαιτεί την απομάκρυνση των Ισραηλινών στα σύνορα της 4ης Ιουνίου 1967, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός πιστεύει ότι η ειρήνη στην περιοχή θα έρθει με την επέκταση των εποικισμών. Μικρές διαφορές… και παρ’ όλα αυτά, παραδόξως παρουσιάστηκε ότι η ανακοίνωση του Ομπάμα ήταν για το καλό του Ισραηλινού κράτους, γιατί μετά τις ανακοινώσεις θα έρθουν οι πράξεις, και ειδικά η σχεδιαζόμενη ψήφος τον Σεπτέμβρη στην Γενική Συνέλευση των ΗΕ.

Υπάρχει μια βάση να πιστεύουμε ότι οι αμερικανικές δηλώσεις για την απόσυρση στα σύνορα του 1967, έχουν σκοπό να ευχαριστήσουν τα αραβικά κράτη και την αραβική οδό, για να τους δείξουν ότι οι ΗΠΑ δεν καλύπτει άνευ όρων τις ισραηλινές πολιτικές. Με αυτή την έννοια, ο Λευκός Οίκος προκάλεσε την ωμή απάντηση του Νεντανιάχου και βασιζόταν σε αυτή. Τώρα ο Ομπάμα έχει το ελεύθερο να τορπιλίσει την απόφαση των ΗΕ που αφορά στο ένα παλαιστινιακό κράτος, στα σύνορα της 4ης Ιουνίου.

«Τα λόγια δεν κοστίζουν» και φυσικά ο Ομπάμα και η Κλίντον εκτιμούν πως σύντομα το Ισραήλ θα χρειαστούν πρακτική βοήθεια από τις ΗΠΑ στην διεθνή αρένα. Δεν είναι δύσκολο να στοιχηματίσουμε πως σε αυτή την δοκιμασία, οι ΗΠΑ και ο πρόεδρος τους θα σταθούν στο πλευρό του Ισραήλ. Δεν χρειάζεται να αγαπά κάποιος τις θεωρίες συνομωσίας για να καταλάβει πως πίσω από την αμοιβαία έλλειψη συμπάθειας ανάμεσα στον Ομπάμα και τον Νεντανιάχου, υπάρχει ένα είδος συντονισμού και καταμερισμός εργασιών. Ο ένας μιλάει κατά των εποικισμών και ο άλλως αμέσως χτίζει 1400 νέα σπίτια μέσα σε αυτούς.

Θα μπορούμε να μιλήσουμε για κρίση ανάμεσα στους δύο συμμάχους μόνο όταν η Ουάσιγκτον θα επιβάλλει κυρώσεις στο Ισραήλ, για παράδειγμα αν σταματήσει την στρατιωτική βοήθεια για κάποιους μήνες. Το τέλος των ημερών; Όχι απαραίτητα. Όταν το 1991 ο Τζορτζ Μπους συνάντησε την άρνηση του Σαμίρ να ανακοινώσει το πάγωμα των εποικισμών, πάγωσε τις τραπεζικές εγγυήσεις αξίας 13 δις δολαρίων, που είχε υποσχεθεί το Κογκρέσο και τα χρήματα παρέμειναν στις ΗΠΑ μέχρι που ο Σαμίρ έπεσε και αντικαταστάθηκε από την κυβέρνηση Ραμπίν. Η πίεση της Αμερικής είναι δυνατή, αλλά υπάρχουν αμφιβολίες για το αν θα την χρησιμοποιήσει ο Ομπάμα. Οι πολλά υποσχόμενες δηλώσεις τους δεν είναι παρά ένα προκάλυμμα για την αναμενόμενη αμερικανική στήριξη προς το Ισραήλ στην Γενική Συνέλευση των ΗΕ, τον Σεπτέμβρη.

Τρίτη 27 Απριλίου 2010

Ένα ανεξάρτητο Παλαιστινιακό κράτος προϋποθέτει κυριαρχία των συνόρων

Πηγή: The Alternative Information Center (AIC), 25 Απρίλη 2010

Το Ισραήλ είναι έτοιμο να αναγνωρίσει ένα Παλαιστινιακό κράτος...μέσα σε σύνορα που το ίδιο θα αποφασίσει και σύμφωνα με το συνολικό σχέδιό του για επέκταση των εποικισμών. Ένα από τα χαρακτηριστικά του Παλαιστινιακού αυτού κράτους είναι πως δεν θα έχει έλεγχο των συνόρων του και δεν θα είναι σε θέση να αποφασίζει ελεύθερα ποιος εισέρχεται στο κράτος και ποιος όχι. Με άλλα λόγια: Το κράτος του Ισραήλ θα έχει μονομερή έλεγχο των συνόρων του «Παλαιστινιακού κράτους».

Δεν είμαι ειδικός στο Διεθνές Δίκαιο, αλλά από τα λίγα χρόνια που παρακολούθησα σπουδές πολιτικής επιστήμης στον Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, θυμάμαι τουλάχιστον ένα πράγμα: Κυριαρχία σημαίνει πρώτα απ’ όλα έλεγχος των συνόρων.

Ένα ανεξάρτητο κράτος χωρίς κυρίαρχα σύνορα είναι αντίφαση, είναι ανοησία. Το Ισραήλ μπορεί να αποφασίσει να αποσύρει το στρατό του, την διοίκησή του και τους εποίκους του από ολόκληρη τη Δυτική Όχθη – όπως αποσύρθηκε και από τη Λωρίδα της Γάζας – μπορεί να επιτρέψει το σχηματισμό κυβέρνησης (ακόμα και δύο κυβερνήσεων), την υιοθέτηση σημαίας και εθνικού ύμνου, μπορεί ακόμα και να επιτρέψει να έχει η Παλαιστίνη θέση στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Όσο όμως δεν αναγνωρίζει την Παλαιστινιακή κυριαρχία στα σύνορα, η Δυτική Όχθη θα παραμένει μια κατεχόμενη περιοχή και όχι μια κυρίαρχη οντότητα, με τον ίδιο τρόπο που και η Λωρίδα της Γάζας, είναι ακόμα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, μια κατεχόμενη περιοχή.

Με αυτή την έννοια, και με όλο τον οφειλόμενο σεβασμό, ο Παλαιστίνιος πρωθυπουργός κάνει λάθος όταν διακηρύττει πως σε λίγους μήνες «η Παλαιστινιακή Αρχή θα ανακηρύξει ένα Παλαιστινιακό κράτος χωρίς σύνορα». Όχι μόνο πρόκειται για νομική ανοησία, αλλά στην πραγματικότητα η διακήρυξη αυτή δίνει πόντους στον Benjamin Netanyahu, ο οποίος λέει λίγο-πολύ: «ήδη έχετε κράτος, τι περισσότερο ζητάτε;». Όχι, δεν υπάρχει Παλαιστινιακό κράτος, αλλά μια Παλαιστινιακή κατεχόμενη περιοχή με Παλαιστινιακούς θεσμούς που έχουν αναλάβει το χειρισμό (και τη χρηματοδότηση» των εσωτερικών υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένης και της αστυνομίας του Dayton που δεν έχει καμιά δύναμη να υπερασπίσει τους Παλαιστίνιους πολίτες από τις καθημερινές επιθέσεις των εποίκων.

Διακηρύξεις όπως αυτές του Παλαιστίνιου πρωθυπουργού, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να δημιουργήσουν σύγχυση στο διεθνές κίνημα αλληλεγγύης και σε εκείνες τις πλευρές της διεθνούς κοινότητας που υποστηρίζουν τα νόμιμα Παλαιστινιακά εθνικά δικαιώματα. Σίγουρα, ο Παλαιστινιακός λαός αξίζει να έχει ένα δικό του κυρίαρχο κράτος, αλλά για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι απαραίτητος ένας μακρόχρονος αγώνας.

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009

Μια απάντηση στον Uri Avnery

του Michael Warschawski Πηγή: http://alternativenews.org 8 Οκτώβρη 2009

(Η απάντηση αφορά το άρθρο του Uri Avnery "Το νέο μποϊκοτάζ")

Το κάλεσμα της καμπάνιας BDS, τελικά έφτασε στην Ισραηλινή κοινή γνώμη. Η απόφαση της Νορβηγίας να αποσυρθεί από Ισραηλινές εταιρείες που εμπλέκονται σε οικοδομικές και άλλες δραστηριότητες στους εποικισμούς έκανε τη διαφορά, και αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη επιτυχία της σημαντικής αυτής εκστρατείας. Αφού αγνόησε για αρκετά χρόνια την καμπάνια BDS, ο Uri Avnery αισθάνθηκε υποχρεωμένος τελικά να αντιδράσει, δύο φορές, μέσα από το blog του. Όπως ο Uri, έτσι κι εγώ, σπάνια αντιδρώ σε απόψεις άλλων μέσα από το δικό μου blog, γιατί όπως ωραία το θέτει και ο Uri, «Δεν θέλω να επιβάλω τις απόψεις μου, θέλω μόνο να δώσω τροφή για σκέψη και να αφήσω τον αναγνώστη να σχηματίσει δική του άποψη». Όμως μερικά από τα επιχειρήματα που προβάλλονται από τον Uri, απαιτούν μια απάντηση γιατί μπορεί να παραπλανήσουν τους αναγνώστες του.

Παρόλο που κάποιες φορές διαφωνών με τις απόψεις του Avnery – αν και πολύ λιγότερο απ’ ότι παλιότερα – τον σέβομαι ιδιαίτερα ως άνθρωπο, δημοσιογράφο, ακτιβιστή και αναλυτή. Από την αποχή της χρεοκοπίας του «Peace Now» κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του Όσλο, έχουμε βρεθεί κοντά σε κοινές δράσεις και θα τολμούσα να πω πως έχουμε γίνει φίλοι. Γι’ αυτό και αισθάνομαι αναγκασμένος να αντιδράσω στην κριτική που ασκεί για την εκστρατεία BDS.

Ας ξεκινήσουμε από το προφανές, αυτό που θεωρώ πως αποτελεί μια πλαστή διαμάχη. «Το μίσος είναι πολύ κακός σύμβουλος» γράφει ο Uri, και είμαι ο τελευταίος που θα διαφωνήσει με αυτό. Γνωρίζω επίσης, πως θα συμφωνήσει μαζί μου εάν προσθέσω πως στο πολιτικό μας πλαίσιο, το μίσος είναι κατανοητό.

«Το Ισραήλ δεν είναι Νότια Αφρική» λέει ο Uri. Φυσικά και δεν είναι, και κάθε συγκεκριμένη πραγματικότητα διαφέρει από κάθε άλλη. εντούτοις, υπάρχουν μερικές ομοιότητες ανάμεσα στις δύο χώρες: και οι δυό αποτελούν ρατσιστικά κράτη (διαφορετικού είδους) και συστήματα απαρτχάιντ (με την κυριολεκτική έννοια του όρου που είναι «δομικός διαχωρισμός»). Τόσο η Νότια Αφρική όσο και το Ισραήλ, ιδρύθηκαν ως «Ευρωπαϊκά κράτη» σε ένα εθνικό περιβάλλον αποτελούμενο από μη-Ευρωπαίους οι οποίοι θεωρούσαν, δικαίως, το περιβάλλον αυτό εχθρικό. Συμφωνούμε επίσης – κι αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό – πως προκειμένου ο αγώνας μας να έχει ουσιαστικά αποτελέσματα, χρειάζεται να οικοδομήσουμε μια κοινή δυναμική που να συμπεριλαμβάνει την Παλαιστινιακή εθνική αντίσταση, τις Ισραηλινές αντικατοχικές δυνάμεις και το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης. Πριν δέκα χρόνια αυτό το ονόμαζα «τρίγωνο της νίκης».

Πράγματι, είχαμε πολλά κοινά με τον Uri, μέχρι που εμφανίστηκε το ζήτημα της διαστρέβλωσης των θέσεων των πολιτικών του αντιπάλων. Στο άρθρο του σχετικά με το άρθρο του Neve Gordon στους LA Times, ο Uri γράφει: «Ο Neve Gordon και οι συνεργάτες του σ’ αυτή την προσπάθεια (BDS) έχουν απελπιστεί με τους Ισραηλινούς». Αν αυτό ήταν αλήθεια, τότε γιατί ο Neve, εγώ και πολλοί άλλοι που συμμετέχουμε στην εκστρατεία BDS αφιερώνουμε τόσο μεγάλο μέρος του χρόνου μας για την οικοδόμηση από κοινού με τον Uri Avnery, ενός Ισραηλινού κινήματος ενάντια στον πόλεμο, την κατοχή και την αποικιοκρατία; Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι δεν είναι εάν «αλλάζει η Ισραηλινή κοινωνία» αλλά πως και προς τα που.

Ο πολιτικός στόχος του Uri Avnery είναι «η Ισραηλινο-Παλαιστινιακή ειρήνη», δηλαδή ένα συμβιβασμός που θα πρέπει να ικανοποιεί την πλειοψηφία και των δύο κοινοτήτων, σε μια συμμετρική βάση (σε ένα άλλο σημαντικό άρθρο του αυτό το αποκαλεί «αλήθεια ενάντια στην αλήθεια»). Μια τέτοια συμμετρία είναι το αποτέλεσμα μια άλλης σημαντικής πολιτικής υπόθεσης που διατυπώνει ο Avnery: η σύγκρουση στην Παλαιστίνη είναι μια σύγκρουση μεταξύ δύο εθνικών κινημάτων που είναι εξίσου νόμιμα.

Ο Neve και πολλοί ακόμα υποστηρικτές της καμπάνιας BDS διαφωνούμε και με τις δύο αυτές υποθέσεις: ο στόχος μας δεν είναι μια τέτοια «ειρήνη» που στερείται νοήματος (σχεδόν κάθε πόλεμος στη σύγχρονη ιστορία ξεκίνησε κάτω από το πρόσχημα της επίτευξης ειρήνης). Η ειρήνη είναι πάντα αντανάκλαση της σχέσης των δυνάμεων στην οποία δεν μπορεί η μιά πλευρά να επιβάλλει στην άλλη όλα όσα θεωρεί νόμιμα δικαιώματά της.

Αντίθετα από τον Uri, στόχος μας είναι η εκπλήρωση ορισμένων αξιών, όπως τα βασικά ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, ο τερματισμός της κυριαρχίας και της κατοχής, η απο-αποικιοποίηση, η ισότητα και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δικαιοσύνη. Σ’ αυτό το πλαίσιο μπορούμε προφανώς να υποστηρίξουμε «ειρηνευτικές πρωτοβουλίες» που μπορούν να μειώσουν το επίπεδο βίας ή και να κερδίσουν σε κάποιο βαθμό κάποια δικαιώματα. Όμως στη στρατηγική μας, η υποστήριξη των πρωτοβουλιών αυτών δεν αποτελεί αυτοσκοπό παρά μόνο έναν τρόπο να κερδηθούν τα προαναφερθέντα δικαιώματα και αξίες.

Η διαφορά αυτή μεταξύ «ειρήνης» και «δικαιοσύνης» συνδέεται με την απόκλιση που αφορά τη δεύτερη υπόθεση που κάνει ο Uri Avnery: την συμμετρία μεταξύ δύο εξίσου νόμιμων εθνικών κινημάτων και βλέψεων.

Για εμάς, ο Σιωνισμός δεν αποτελεί εθνικό απελευθερωτικό κίνημα, αλλά αποικιακό κίνημα, και το κράτος του Ισραήλ είναι και ήταν πάντα ένα αποικιακό κράτος. Η ειρήνη, ή καλύτερα η δικαιοσύνη, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μια συνολική απο-αποικιοποίηση (θα μπορούσε κάποιος να πει και απο-σιωνισμό) του Ισραηλινού κράτους. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την εκπλήρωση των νόμιμων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων – είτε των προσφύγων, είτε όσων ζουν υπό στρατιωτική κατοχή, είτε των β’ κατηγορίας πολιτών του Ισραήλ. Το εάν το τελικό αποτέλεσμα αυτής της απο-αποικιοποίησης θα είναι μια λύση «ενός-κράτους», δύο δημοκρατικών κρατών (δηλ. όχι ένα «Εβραϊκό Κράτος»), μια λύση ομοσπονδίας ή οποιαδήποτε άλλη θεσμική δομή είναι δευτερεύον, και θα αποφασιστεί τελικά από τον ίδιο τον αγώνα και το επίπεδο συμμετοχής των Ισραηλινών.

Υπό αυτή την έννοια ο Uri Avnery σφάλει όταν δηλώνει πως οι αποκλίσεις μας αφορούν το «ένα» ή τα «δύο κράτη». Όπως εξήγησα παραπάνω, η απόκλισή μας εστιάζεται στα δικαιώματα, την απο-αποικιοποίηση και την αρχή της πλήρους ισότητας. Η μορφή της λύσης είναι, κατά τη γνώμη μου, άσχετη εφόσον συζητάμε για μια λύση σύμφωνα με την οποία οι δύο λαοί ζουν με ελευθερία (δηλαδή χωρίς αποικιοκρατικές σχέσεις) και με ισότητα.

Μια ακόμα σημαντική απόκλιση που έχουμε με τον Uri Avnery αφορά τις διαλεκτικές ανάμεσα στην Παλαιστινιακή εθνική ατζέντα και το ρόλο του αποκαλούμενου Ισραηλινού στρατοπέδου ειρήνης. Ενώ είναι προφανές πως το Παλαιστινιακό εθνικό κίνημα χρειάζεται όσο το δυνατόν περισσότερους Ισραηλινούς συμμάχους για να πετύχει την απελευθέρωση όσο το δυνατόν συντομότερα και με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, δεν μπορεί κανείς να περιμένει πως το Παλαιστινιακό κίνημα θα περιμένει μέχρι ο Uri, ο Neve και οι άλλοι Ισραηλινοί που αντιστέκονται στην αποικιοκρατία πείσουν γι’ αυτό το Ισραηλινό κοινό. Κι αυτό για δυό λόγους: Πρώτον επειδή τα λαϊκά εθνικά κινήματα δεν περιμένουν για να πολεμήσουν την κατοχή και την αποικιοκρατία και δεύτερον επειδή η ιστορία μας έχει διδάξει πως οι αλλαγές μέσα σε μια αποικιακή κοινωνία ήταν πάντα αποτέλεσμα απελευθερωτικών αγώνων, και όχι το αντίθετο. Όταν το τίμημα της κατοχής γίνεται πολύ υψηλό, όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταλαβαίνουν πως αυτή δεν αξίζει να συνεχιστεί.

Ναι, χρειάζεται να απλώσουμε ένα χέρι συνύπαρξης, αλλά μαζί με μια ατσάλινη πυγμή που να παλεύει για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες. Η αποτυχία της διαδικασίας του Όσλο επιβεβαιώνει ένα παλιό ιστορικό δίδαγμα: οποιαδήποτε προσπάθεια συμφιλίωσης πριν την εκπλήρωση των δικαιωμάτων ενισχύει την συνέχιση των αποικιοκρατικών σχέσεων κυριαρχίας. Χωρίς να καταβληθεί ένα τίμημα, γιατί θα πρέπει οι Ισραηλινοί να σταματήσουν τους εποικισμούς γιατί θα πρέπει να ρισκάρουν μια βαθιά εσωτερική κρίση;

Μ’ αυτό ακριβώς σχετίζεται η καμπάνια BDS: προσφέρει ένα διεθνές πλαίσιο δράσης προκειμένου να βοηθηθεί ο Παλαιστινιακός λαός να κερδίσει τα νόμιμα δικαιώματά του, τόσο σε θεσμικό επίπεδο (κρατικοί και διεθνείς θεσμοί) όσο και στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών. Από τη μια πλευρά απευθύνεται στη διεθνή κοινότητα ζητώντας της να επιβάλει κυρώσεις σε ένα κράτος που συστηματικά παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις του ΟΗΕ, τις συνθήκες και τις συμφωνίες της Γενεύης. Από την άλλη, καλεί τη διεθνή κοινωνία των πολιτών να δράσει, ατομικά και σε επίπεδο κοινωνικών κινημάτων (συνδικάτα, κόμματα, τοπικά συμβούλια, λαϊκές ενώσεις κλπ) μποϊκοτάροντας αγαθά, επίσημους εκπρόσωπους, θεσμούς κλπ που αντιπροσωπεύουν το αποικιακό Κράτος του Ισραήλ.

Και οι δύο στόχοι (μποϊκοτάζ και κυρώσεις) τελικά θα ασκήσουν πίεση στον Ισραηλινό λαό, θα τον ωθήσουν να κατανοήσει πως η κατοχή και η αποικιοποίηση έχουν ένα τίμημα, πως η παραβίαση των διεθνών κανόνων, αργά ή γρήγορα, θα οδηγήσει το Κράτος του Ισραήλ στη θέση ενός κράτους-παρία, που δεν θα είναι ευπρόσδεκτο την κοινωνία των πολιτισμένων εθνών, ακριβώς όπως συνέβη και με τη Νότια Αφρική τις τελευταίες δεκαετίες του απαρτχάιντ. Μ’ αυτή την έννοια, και αντίθετα απ’ ότι ισχυρίζεται ο Uri, η καμπάνια BDS απευθύνεται στο Ισραηλινό κοινό και, αυτή τη στιγμή, αποτελεί τον μόνο τρόπο να προκληθεί μια αλλαγή στην Ισραηλινή συμπεριφορά απέναντι στην κατοχή και την αποικιοποίηση. Αν κανείς συγκρίνει αυτή την εκστρατεία BDS με την εκστρατεία BDS ενάντια στο απαρτχάιντ που χρειάστηκε είκοσι χρόνια για να αρχίσει να αποφέρει καρπούς, δεν μπορεί παρά να εκπλαγεί από το πόσο αποδοτική είναι ήδη η αντι-ισραηλινή εκστρατεία, και ακόμα και στο Ισραήλ επιβεβαιώνονται ήδη τα πρώτα αποτελέσματά της.

Η εκστρατεία BDS ξεκίνησε από έναν πλατύ συνασπισμό Παλαιστινιακών πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων. Κανένας Ισραηλινός που ισχυρίζεται ότι υποστηρίζει τα εθνικά δικαιώματα του Παλαιστινιακού λαού, δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη του στην εκστρατεία αυτή. Δεδομένου ότι οι ακτιβιστές αυτοί, εδώ και χρόνια ισχυρίζονται πως ο «ένοπλος αγώνας δεν αποτελεί λύση» θα είναι σκανδαλώδες να αποκλείσουν την στρατηγική του BDS. Αντίθετα, πρέπει να ενωθούμε όλοι στο «Μποϊκοτάζ από τα μέσα» προκειμένου να υπάρξει Ισραηλινή υποστήριξη στην Παλαιστινιακή αυτή πρωτοβουλία. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009

Να δικαστούν οι Ισραηλινοί εγκληματίες πολέμου!

Του Michael Warschawski Πηγή: http://alternativenews.org 19 Σεπτέμβρη 2009

Η Δημοσίευση της έκθεσης της ερευνητικής αποστολής του ΟΗΕ για τη σύγκρουση στη Λωρίδα της Γάζας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα, με την προϋπόθεση όμως πως θα έχει συνέχεια. Είναι ένα σημαντικό βήμα, πρώτα και κύρια, για τη διεθνή δημόσια υγεία: κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών της νεο-συντηρητικής εξουσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, γίναμε μάρτυρες μιας κοινής προσπάθειας του Λευκού Οίκου και του Ισραήλ να ακυρώσουν τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Εδώ μπορούμε να υπενθυμίσουμε το ηλίθιο σχόλιο του Τζορτζ Μπους, στο πλαίσιο του παγκόσμιου πολέμου κατά της τρομοκρατίας, ότι είναι απαραίτητο να ακυρώσουμε τους περιορισμούς που τίθενται από τις Συμβάσεις της Γενεύης. Και το Ισραήλ, ήδη στις αρχές της δεκαετίας του 1970, αποφάσισε ότι η τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης δεν ισχύει για τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Η έκθεση, και πριν από αυτή η συμβουλευτική γνωμοδότηση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τις νομικές συνέπειες της ανέγερσης του Τείχους στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, θυμίζουν σε όλο τον κόσμο ότι τα διδάγματα που προκύπτουν από τη ναζιστική εποχή δεν ξεχνιούνται, και ότι ο κόσμος δεν είναι μια ζούγκλα στην οποία ο ισχυρός αυτόματα κυριαρχεί, αλλά μια πολιτισμένη κοινότητα που προσπαθεί να ενεργεί σύμφωνα με τους διεθνείς νόμους που προστατεύουν τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα των ανθρώπων. Και σ’ αυτούς που υποστηρίζουν, δικαιολογημένα, ότι αυτοί οι διεθνείς κανόνες παραβιάζονται κάθε μέρα από την πλειοψηφία των χωρών, πρέπει να απαντήσουμε ότι είναι καλύτερα να υπάρχουν κανόνες και νόμοι που προστατεύουν τον αδύναμο, ακόμη και αν δεν τηρούνται γενικά, παρά να ζούμε σε μια κοινωνία χωρίς νόμους που επιτρέπει στον ισχυρό να κάνει ό,τι επιθυμεί.

Η αντίδραση της ισραηλινής ηγεσίας ήταν αναμενόμενη: «προκατειλημμένη έκθεση», «μονόπλευρη προσέγγιση», ακούσαμε ακόμα και ότι ο Goldstone είναι αντισημίτης ... ή ένας Εβραίος γεμάτος μίσος για τον εαυτό του. Επικεφαλής της εκστρατείας αυτής ήταν, και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, ο Εχούντ Μπαράκ, ο οποίος δήλωσε ότι «η έκθεση αυτή όχι μόνο εκθειάζει την τρομοκρατία, αλλά και την ενθαρρύνει» και πρόσθεσε ότι το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας θα παρέχει νομική υποστήριξη στους στρατιωτικούς κατά των οποίων μπορεί να κινηθούν νομικές διαδικασίες.
Σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, οι συστάσεις της έκθεσης πρέπει τώρα να συζητηθούν στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στη συνέχεια στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο πρέπει να τις μεταφέρει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή σε ένα ειδικό διεθνές δικαστήριο, ώστε οι ύποπτοι για τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου να δικαστούν και αν βρεθούν ένοχοι, να φυλακιστούν για πολλά χρόνια. Ωστόσο, αυτό το ίδιο το διεθνές δίκαιο παρέχει στις μεγάλες δυνάμεις το προνόμιο του βέτο. Η Ισραηλινή διπλωματία θα εστιάσει τις προσεχείς ημέρες τις προσπάθειές της στο να πείσει ορισμένες από αυτές τις δυνάμεις να ασκήσουν βέτο και να τραβήξουν το Ισραήλ από τη λάσπη. Και πρώτα απ ' όλα θα πιέσει τον Λευκό Οίκο.
Έτσι, η πραγματική δοκιμασία για τον Μπάρακ Ομπάμα έχει φτάσει: όχι για να δηλώνει «ειρήνη εντός δύο ετών» και «δικαίωμα των Παλαιστινίων για κράτος», αλλά να αντιμετωπίσει πραγματικές πολιτικές που έρχονται σε αντίθεση με τις αξίες που διακηρύσσει και με σαφείς συστάσεις για να λάβει νομικά μέτρα. Ο Ομπάμα θα αποφασίσει εάν θα επιτραπεί στο σύστημα του διεθνούς δικαίου να κάνει αυτό που ανεμένεται. Προς λύπη μου, βάζω στοίχημα ότι θα μείνει δίπλα στο Ισραήλ, δηλαδή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρησιμοποιήσουν την εξουσία του βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ωστόσο, το αμερικανικό βέτο δεν είναι το τέλος της ιστορίας: πολλές χώρες στον κόσμο έχουν υιοθετήσει νόμους που τους επιτρέπουν να δικάσουν πρόσωπα που κατηγορούνται για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Εξαρτάται από μας, κάθε γυναίκα και άνδρα, στο Ισραήλ και στο εξωτερικό, που ανησυχούμε για τη διεθνή δημόσια υγιεινή και το διεθνές δίκαιο-να ενώσουμε τις δυνάμεις μας προκειμένου να θέσουμε σε αυτούς τους εγκληματίες πολέμου το δίλημμα: να κινδυνέψουν να δικαστούν, αν βρεθούν σε χώρες στις οποίες ο νόμος δίνει αυτή τη δυνατότητα ή να παραμείνουν κλειδωμένοι στο Ισραήλ και να ξεχάσουν τον τουρισμό στην Ισπανία ή την εκπαιδευτική άδεια στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όπως συνέβη με τον πρώην διοικητή αεροπορίας του Ισραήλ ο οποίος αναγκάστηκε να παραμείνει στο αεροπλάνο στο αεροδρόμιο του Λονδίνου, όταν άκουσε ότι υπάρχει εντολή κράτησης που τον περίμενε αν πατούσε το πόδι του στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η δημιουργία ενός «Παρατηρητήριου ισραηλινών εγκληματιών πολέμου» που θα παρακολουθεί τις κινήσεις των υπόπτων για εγκλήματα πολέμου, μπορεί να είναι μία από τις συνεισφορές της κοινωνίας των πολιτών συμπληρωματική στην έκθεση των Ηνωμένων Εθνών και στη συλλογή υλικών και μαρτυριών σχετικά με ισραηλινές στρατιωτικές ενέργειες στη Λωρίδα της Γάζας.

Κυριακή 19 Αυγούστου 2007

Ο Τζ. Μπους πιέζει για πόλεμο Ισραήλ - Συρίας

Άρθρο του Michael Warschawski στο Alternatine Information Center (AIC)
19 Αυγούστου 2007
Σύννεφα πολέμου καλύπτουν τους ουρανούς της Δυτικής Ασίας, και οι τίτλοι των εφημερίδων προειδοποιούν ότι μια πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Ισραήλ και Συρίας είναι προ των πυλών. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, στη Γαλιλαία, μπορεί κανείς να δει μεγάλα κομβόι τεθωρακισμένων να κινούνται ακόμα βορειότερα και στα Υψώματα του Γκολάν μεραρχίες τεθωρακισμένων μόλις ολοκλήρωσαν σημαντικές στρατιωτικές ασκήσεις, καλυμμένες ευρέως από τα τοπικά και διεθνή ΜΜΕ.
Ποιος ενδιαφέρεται να αρχίσει έναν τέτοιο πόλεμο; Ο πρόεδρος Μπασάρ Αλ- Άσαντ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι η Συρία δεν θέλει πόλεμο και ότι, αντίθετα, είναι έτοιμη για άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες με το Ισραήλ. Σύμφωνα με ξένες πηγές, ανεπίσημες συνομιλίες διεξήχθησαν ήδη πριν από λίγους μήνες. Οποιαδήποτε ανάλυση των τοπικών και περιφερειακών συνθηκών θα επιβεβαιώσει ότι η Συρία, η οποία απελπισμένα προσπαθεί να βγει από την λίστα του «άξονα του κακού» της νεοσυντηρητικής κυβέρνησης των ΗΠΑ, δεν έχει κανένα συμφέρον να ξεκινήσει έναν πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, παρά το γεγονός ότι το Εβραϊκό Κράτος καταλαμβάνει, ήδη για τέσσερις δεκαετίες, τα συριακά Υψώματα του Γκολάν.
Ευρωπαίοι διπλωμάτες έχουν μεταφέρει στην Ισραηλινή κυβέρνηση ότι ο πρόεδρος Άσαντ δεν ετοιμάζεται για πόλεμο και δεν θέλει πόλεμο εναντίον του Ισραήλ και, το ενδιαφέρον είναι ότι εκτιμήσεις των ισραηλινών στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών επιβεβαιώνουν αυτήν την άποψη.
Ούτε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Εχούντ Ολμέρτ δεν ενδιαφέρεται για πόλεμο, γνωρίζοντας καλά ότι, σε αντίθεση με το παρελθόν, κάθε αραβικό κράτος έχει τις επιχειρησιακές ικανότητες να χτυπήσει την Ισραηλινή επικράτεια και τον πληθυσμό της. Ο Ολμέρτ δεν είναι πολύ έξυπνος, αλλά έχει αρκετή μνήμη για να θυμηθεί τις ικανότητες αντιποίνων της Χεζμπολάχ πριν από έναν χρόνο. Και ό,τι μπορεί να κάνει η Χεζμπολάχ, η Δαμασκός μπορεί να το κάνει είκοσι φορές πιο αποτελεσματικά: κάθε πόλη στο Ισραήλ μπορεί να γίνει στόχος των συριακών πυραύλων μέσου βεληνεκούς αν το Ισραήλ ξεκινήσει πόλεμο.
Αν οι δύο πρωταγωνιστές δείχνουν εξαιρετικά απρόθυμοι για μια στρατιωτική αναμέτρηση, γιατί αυτός ο πόλεμος δείχνει πιο κοντά από ποτέ;
Γιατί υπάρχει ένας τρίτος παράγοντας, ο οποίος έχει μεγάλη ισχύ στην περιοχή μας και μια επιρροή, και δομική σύνδεση με τις Ισραηλινές άρχουσες ελίτ: η νεοσυντηρητική κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον.
Παρότι η πλειονότητα της Αμερικανικής ηγεσίας στρέφεται εναντίον της στρατηγικής του «αέναου παγκόσμιου προληπτικού πολέμου» (μια στροφή που επιβεβαιώθηκε από την δικομματική έκθεση Μπέικερ-Χάμιλτον), η μικρή νεοσυντηρητική συμμορία γύρω από τον Τζωρτζ Γ. Μπους, που υποστηρίζεται από το Χριστιανικό φονταμεταλιστικό λόμπυ, δεν έχει συμφωνήσει σε μια τέτοια στροφή στην στρατηγική. Η αντίδραση του προέδρου των ΗΠΑ στην έκθεση Μπέικερ-Χάμιλτον είναι εξαιρετικά αποκαλυπτική: την απέρριψε ανοικτά, αποφασίζοντας αντίθετα να στείλει αμέσως περισσότερους στρατιώτες στο Ιράκ και να υψώσει τους τόνους εναντίον της Συρίας. Θα μπορούσε κανείς δικαιολογημένα να υποθέσει ότι στα δυο τελευταία χρόνια της διακυβέρνησής του, ο Μπους μπορεί να εφαρμόσει την πολιτικό-θεολογική φιλοσοφία του, ενός προληπτικού πολέμου εναντίον των «Σατανικών» δυνάμεων του Ισλάμ.
Για δεκαετίες, η υπερδύναμη των ΗΠΑ δεν είχε μια τόσο επιθετική, αδαή και φανατική ηγεσία, όσο η τωρινή κυβέρνηση, οπλισμένη με μια θεώρηση του κόσμου που περισσότερο έχει να κάνει με ιδεολογικές εικόνες παρά με οποιαδήποτε συγκεκριμένη ανάλυση του πραγματικού κόσμου. Στην υπεραπλουστευτική πολιτική φιλοσοφία των νεοσυντηρητικών, δεν υπάρχουν αποχρώσεις ή δευτερεύουσες αντιθέσεις: ο κόσμος είναι χωρισμένος στα δύο - τους καλούς, που αναγνωρίζονται στο πρόσωπο του λεγόμενου Ιουδαιο-Χριστιανικού πολιτισμού, που εκπροσωπείται από την Αμερικανική Δημοκρατία (με την μεγαλύτερη ανισότητα μεταξύ πλουσίων και φτωχών στο δυτικό κόσμο) και τους κακούς, που αναγνωρίζονται στο πρόσωπο των Μουσουλμάνων που πάντοτε χαρακτηρίζονται ως φονταμενταλιστές και τρομοκράτες.
Ο Μπους δείχνει να αγνοεί εντάσεις μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών, ότι μια Μουσουλμανική κυβέρνηση ηγείται μιας από της σημαντικότερες συμμάχους της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη (Τουρκία), και ότι ένα από τα πιο φονταμενταλιστικά Μουσουλμανικά καθεστώτα είναι σύμμαχος κλειδί στην στρατηγική των ΗΠΑ στον Αραβικό-Περσικό Κόλπο (Σαουδική Αραβία). Αντίθετα η ρητορική της κυβέρνησης των ΗΠΑ παραμένει μια ρητορική γενικεύσεων και απειλητικής εξωτερικής πολιτικής.
Τα δυο εναπομείναντα έτη αυτής της πρωτόγονης και φονταμενταλιστικής κυβέρνησης μπορεί κάλλιστα να είναι δραματικά και να βυθίσουν τον κόσμο σε ένα αιματηρό χάος. Μετά το αμερικανικό φιάσκο στο Ιράκ, τα Συρο-ισραηλινά σύνορα θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι το μέτωπο ενός τέτοιου πολέμου, ακριβώς εξαιτίας της παρουσίας των νεοσυντηρητικών γερακιών στον πυρήνα των Ισραηλινών κέντρων λήψης αποφάσεων, που συμμερίζονται τους στρατηγικούς σκοπούς του Μπους. Πρώτα απ' όλα ο Εχούντ Μπαρακ, ο οποίος είναι αυτόν τον καιρό υπουργός άμυνας και ένας από τους εναπομείναντες ιδεολόγους της στρατηγικής «δεν υπάρχει συνομιλητής, δεν θα υπάρξει ειρήνη». Ο Μπάρακ είναι ένας επικίνδυνος τυχοδιώκτης που πιστεύει πως ό,τι δεν μπορεί να το πετύχει η στρατιωτική δύναμη, θα επιτευχθεί με μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη και ετοιμάζει τον Ισραηλινό στρατό για μια επίθεση εναντίον της Συρίας. Επιπλέον, υπάρχει ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, το αρχέτυπο των Ισραηλινών νεοσυντηρητικών. Μπορεί να είναι κάλλιστα ο επόμενος Ισραηλινός πρωθυπουργός, μετά από νέες εκλογές που αδιαμφισβήτητα θα προβλεφθούν.
Σε ένα από τα πιο κλασσικά σενάρια, το Ισραήλ θα είναι, για μια ακόμα φορά, η οπλισμένη εμπροσθοφυλακή του πολέμου της Ουάσιγκτον. Γι' αυτό δεν πέρασε μόλις η κυβέρνηση των ΗΠΑ έναν λογαριασμό που διανέμει 30 δις δολάρια στον Ισραηλινό στρατιωτικό (και όχι πολιτικό) προϋπολογισμό για τα επόμενα 10 χρόνια;
Ένα χρόνο πριν, το Ισραήλ πήρε τα λεφτά και δεν παρέδωσε. Παρά τις νεοσυντηρητικές πιέσεις, ο Εχούντ Ολμέρτ επέλεξε να το σκάσει από το Λίβανο μετά το φιάσκο του περασμένου Ιουλίου. Οι νεοσυντηρητικοί δεν θα επιτρέψουν να επαναληφθεί: σαν σε φτηνή Χολυγουντιανή γαγκστερική ταινία ο Ντικ Τσένεϊ λέει τώρα στον Ολμέρτ: «Πήρες τα λεφτά, τώρα κάνε τη δουλειά και μη με πρήζεις με το ποιο θα είναι το κόστος για το λαό σου!»
Και ο λαός του Ισραήλ θα πρέπει να πληρώσει το τίμημα: σύμφωνα με τον Ελεγκτή του Ισραηλινού Κράτους, οι περισσότερες ανεπάρκειες που αποκαλύφθηκαν στον τελευταίο πόλεμου του Λιβάνου και αφορούν την προστασία του Ισραηλινού άμαχου πληθυσμού δεν έχουν διορθωθεί. Σύντομα Ισραηλινοί άμαχοι θα πεθάνουν για χάρη της Χριστιανικής φονταμενταλιστικής σταυροφορίας made in Λευκός Οίκος.

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

Η κρίση στη Γάζα: "Made in Israel"

Άρθρο του Michael Warschawski στο Alternative Information Center (AIC)
18 Ιουνίου 2007
Το παλιό όνειρο του Αριέλ Σαρόν γίνεται πραγματικότητα: Παλαιστίνιοι σκοτώνουν Παλαιστινίους και το Ισραήλ μετράει τον αριθμό των θυμάτων με μεγάλη ικανοποίηση. Τα δάκρυα των ισραηλινών ηγετών είναι κροκοδείλια δάκρυα και οι ισχυρισμοί τους ότι θλίβονται για τις τραγικές εξελίξεις στη Γάζα είναι σκέτη υποκρισία. Οι αιματηρές συγκρούσεις ήταν προβλέψιμες και η ευθύνη και ενεργή εμπλοκή Ισραήλ και ΗΠΑ πεντακάθαρη σαν κρύσταλλο.
Πολλοί ισραηλινοί δημοσιογράφοι αναλύουν την ευθύνη του Ισραήλ ως έμμεση: «1,4 εκατομμύρια άνθρωποι έγκλειστοι σε μια περιορισμένη εδαφική οντότητα όπως η Γάζα, χωρίς καμία δυνατότητα μιας φυσιολογικής οικονομικής ζωής, αλλά και χωρίς τη δυνατότητα να ξεφύγουν, είναι καταδικασμένοι να αλληλοσπαραχθούν… σαν ποντίκια κλεισμένα σ’ ένα κουτί». Αυτή η ζωολογική εξήγηση δεν είναι μόνο χαρακτηριστικά ρατσιστική, αλλά και βασίζεται σε μια τεράστια αναλήθεια. Επειδή, ο ισραηλινός και αμερικανικός ρόλος στις σημερινές συγκρούσεις ήταν κάτι πολύ παραπάνω από «τη δημιουργία» απλώς «των συνθηκών» για μια ενδοπαλαιστινιακή σύγκρουση.
Για μήνες το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών πίεζε την ηγεσία της Φατάχ να εξαπολύσει στρατιωτική επίθεση εναντίον της Χαμάς, και πριν από δύο βδομάδες έδινε το πράσινο φως για την είσοδο μιας τεράστιας ποσότητας όπλων για τις πολιτοφυλακές της Φατάχ στη Γάζα. Με αυτή την έννοια, ο ισραηλινός ρόλος στην παρούσα κατάσταση δεν είναι απλώς εικαζόμενος, αλλά ενεργός.
Ποιος είναι ο επιτιθέμενος;
«Η Χαμάς παίρνει την εξουσία», «Το πραξικόπημα της Χαμάς», αυτοί είναι μερικοί από τους τίτλους των ισραηλινών εφημερίδων τις τελευταίες μέρες που επαναλαμβάνουν τα κραυγαλέα ψέματα των κυβερνήσεων του Τελ Αβίβ και της Ουάσινγκτον. Φαίνεται ότι υπάρχει η ανάγκη να ξεκαθαριστεί το προφανές: η Χαμάς διέλυσε τη Φατάχ στις τελευταίες παλαιστινιακές εκλογές, κατόπιν μιας εκλογικής διαδικασίας που ολόκληρη η διεθνής κοινότητα, συμπεριλαμβανομένης της Ουάσινγκτον, χαιρέτισε ως «της πιο δημοκρατικής ουδέποτε στη Μέση Ανατολή». Αδιαμφισβήτητη δημοκρατική διαδικασία και μαζική λαϊκή υποστήριξη. Λίγα καθεστώτα μπορούν να διεκδικήσουν τέτοια νομιμοποίηση.
Παρά την τεράστια νίκη της, η Χαμάς δέχτηκε να μοιραστεί την εξουσία με τη Φατάχ σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας που σχηματίστηκε υπό την αιγίδα της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου και χαιρετίστηκε από ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα, με την εξαίρεση της Ουάσινγκτον και του Ισραήλ. Η πολιτική πλατφόρμα της νέας κυβέρνησης αναγνώριζε ντε φάκτο το Κράτος του Ισραήλ και προσυπέγραφε τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, με βάση το μηχανισμό του Όσλο.
Προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης ήταν η αντιμετώπιση των φλεγόντων εγχώριων ζητημάτων - οικονομική ανάπτυξη, αποκατάσταση του νόμου και της τάξης στη Γάζα, καταπολέμηση της ενδημικής διαφθοράς της ελεγχόμενης από τη Φατάχ διοίκησης- αφήνοντας τον πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς και την ΟΑΠ/PLO να συνεχίσει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, εάν και όταν το Ισραήλ θα δεχόταν να την ανανεώσει.
Η μετριοπαθής κυβερνητική πλατφόρμα της Χαμάς, ωστόσο, αντιμετώπιζε δύο ισχυρούς εχθρούς: ένα τμήμα των στελεχών της Φατάχ που δεν είναι έτοιμο να αποκηρύξει το μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας και τα υλικά προνόμια που απορρέουν απ’ αυτό και τις αμερικανό-ισραηλινές νεοσυντηρητικές κυβερνήσεις, που διεξάγουν πλανητική σταυροφορία εναντίον του πολιτικού Ισλάμ. Ο Μοχάμεντ Νταχλάν, πρώην αρχηγός Προληπτικής Ασφάλειας και τωρινού Συμβούλου Ασφαλείας του Μαχμούντ Αμπάς εκπροσωπεί και τα δύο: είναι οι εκτελεστές των σχεδίων της Ουάσινγκτον στην παλαιστινιακή ηγεσία, καθώς και οι εκπρόσωποι εκείνων των διεφθαρμένων ηγετών της Φατάχ που είναι έτοιμοι να κάνουν τα πάντα με σκοπό να μη χάσουν τις οικονομικές απολαβές τους.
Από τη στιγμή της εκλογικής νίκης της Χαμάς, η πολιτοφυλακή του Νταχλάν προκαλούσε την κυβέρνηση, επιτιθέμενη στην πολιτοφυλακή της Χαμάς και αρνούμενη να αφήσει στην κυβέρνηση τον έλεγχο των παλαιστινιακών αστυνομικών δυνάμεων. Παρά την επιθετικότητα του Νταχλάν, η Χαμάς έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να συνάψει κάποια συμφωνία με τον Νταχλάν, ζητώντας από τους δικούς της αγωνιστές να απέχουν από τα αντίποινα. Ωστόσο, όταν έγινε φανερό ότι ο Νταχλάν δεν γύρευε συμβιβασμό, αλλά όντως προσπαθούσε να εξοντώσει τη Χαμάς. Η ισλαμική οργάνωση δεν είχε άλλη εναλλακτική παρά να υπερασπιστεί εαυτόν και να προβάλει αντίσταση.
Το Μοντέλο της Αλγερίας
Το αμερικανό-ισραηλινό σχέδιο αποτελεί τμήμα μιας πλανητικής στρατηγικής επιβολής κυβερνήσεων που είναι πιστές στα δικά τους συμφέροντα, ενάντια στη θέληση του ντόπιου πληθυσμού. Η Αλγερία προσφέρει ένα παράδειγμα μιας τέτοιας στρατηγικής, αλλά επίσης της αποτυχίας της και του κολοσσιαίου ανθρώπινου κόστους της: την αδιαμφισβήτητη εκλογική νίκη του FIS (Μέτωπο Ισλαμικής Σωτηρίας) έναντι του διεφθαρμένου και ανυπόληπτου FLN, το 1991, ακολούθησε ένα πραξικόπημα της Γαλλίας και των ΗΠΑ που άνοιξε το δρόμο για τον εμφύλιο που διήρκεσε πάνω από μια δεκαετία και στοίχισε περισσότερα από εκατό χιλιάδες θύματα πολιτών.
Η Χαμάς προφανέστατα διδάχθηκε από την αλγερινή τραγωδία και αποφάσισε να μην αφήσει τον Νταχλάν να πετύχει τα σχέδιά του ανάληψης της εξουσίας δια της βίας. Απολαμβάνοντας την υποστήριξη της πλειοψηφίας του ντόπιου πληθυσμού, οι ένοπλοι της Χαμάς συνέτριψαν τη Φατάχ μέσα σε λιγότερο από δύο μέρες, παρά τις προμήθειες όπλων, εμμέσως, από το Ισραήλ. Μια διεφθαρμένη πολιτοφυλακή χωρίς καμιά λαϊκή υποστήριξη δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια σχετικά πειθαρχημένη και με υψηλό φρόνημα οργάνωση.
Ακόμη και μετά τη συντριπτική νίκη της επί της Φατάχ, η ηγεσία της Χαμάς επανέλαβε την πρόθεσή της να διατηρήσει την κυβέρνηση εθνικής ενότητας και να μην εκμεταλλευτεί το αποτυχημένο πραξικόπημα της Φατάχ ως δικαιολογία για την εξάλειψη της οργάνωσης ή για τον αποκλεισμό της από την κυβέρνηση. Η ηγεσία της Φατάχ ωστόσο, αποφάσισε να διαρρήξει κάθε δεσμό με τη Χαμάς και να εγκαθιδρύσει κυβέρνηση χωρίς τη Χαμάς… στη Δυτική Όχθη. Ένα ακόμη όνειρο του Αριέλ Σαρόν γίνεται πραγματικότητα: ολοκληρωτικός διαχωρισμός της Δυτικής Όχθης και της Γάζας, με την τελευταία να θεωρείται ένα ανέλπιδο «Χαμαστάν», μια τρομοκρατική οντότητα στην οποία δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά μόνο τρομοκράτες που μπορούν να τεθούν υπό καθολική πολιορκία και να καταδικαστούν σε λιμοκτονία.
Η Ουάσινγκτον, που προσυπογράφει πλήρως αυτήν την πολιτική, υποσχέθηκε πλήρη υποστήριξη στον Μαχμούντ Αμπάς και το νέο του Μπαντουστάν στη Δυτική Όχθη και ο Εχούντ Ολμέρτ αποφάσισε να ξεπαγώσει τμήμα των παλαιστινιακών πόρων που βρίσκονται στα χέρια της ισραηλινής κυβέρνησης.
Όχι Εμφύλιος Πόλεμος
Ένας από τους στόχους της αμερικανικής και της ισραηλινής κυβέρνησης ωστόσο απέτυχε: δεν υπάρχει χάος στη Γάζα. Αντίθετα. Όπως δήλωσε ένας αξιωματικός της παλαιστινιακής ασφάλειας στη Χααρέτζ (17 Ιούνη): «Για μεγάλο χρονικό διάστημα η πόλη δεν ήταν ήρεμη. Προτιμώ την τωρινή κατάσταση από την προηγούμενη. Μπορώ, τελικά, να βγω από το σπίτι μου…». Η εξάλειψη των συμμοριών της Φατάχ από τη Γάζα μπορεί να θέσει ένα τέρμα σε μια μακρά περίοδο αναρχίας και να επιτρέψει την επιστροφή σ’ ένα ορισμένο επίπεδο φυσιολογικής ζωής. Τα τελευταία γεγονότα επιβεβαιώνουν ότι η Χαμάς έχει τη δύναμη να την επιβάλει.
Οι ισραηλινές κουβέντες για «παλαιστινιακό εμφύλιο πόλεμο» είναι απλώς ευχολόγια. Η ένοπλη σύγκρουση ήταν αποκλειστικά ανάμεσα στην ένοπλη πολιτοφυλακή και αν, δυστυχώς, υπήρξαν ανθρώπινες απώλειες, ήταν αυτό που ο αμερικανικός στρατός αποκαλεί «παράπλευρες απώλειες». Ο πληθυσμός είναι όντως πολιτικά διασπασμένος –τόσο στη Δυτική Όχθη, όσο και στη Γάζα- αλλά δεν αλληλοσκοτώνεται, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Με τη Γάζα ορισμένη ως εχθρική οντότητα και το σύνολο του πληθυσμού της ως σύμμαχο της Χαμάς, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα αποτελέσει, στο άμεσο μέλλον, στόχο μιας βάρβαρης ισραηλινής εισβολής: στρατιωτικές επιδρομές, βομβαρδισμοί και λιμοκτονία.
Αυτός είναι ο λόγος που η κύρια προτεραιότητα στο Ισραήλ, καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι να οργανωθεί η αλληλεγγύη στη Γάζα και στον πληθυσμό της.

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2006

Μετά τη νίκη της Χαμάς

Άρθρο του Michael Warschawski από το Alternative Information Center (A.I.C)
στη Γαλλική εφημερίδα Rouge, Γενάρης 2006
H μαζική ψήφος των Παλαιστινίων την 25η Ιανουαρίου έδωσε την πλειοψηφία στη Χαμάς. Τα διεθνή MME αναγνώρισαν την απουσία ανωμαλιών ξεχνώντας όμως μια μείζονα ανάμειξη: τις απειλές της Αμερικής και της Ευρώπης να διακόψουν την οικονομική βοήθεια σε ένα λαό που βρίσκεται σε πολύ μεγάλη φτώχεια.
Προς έκπληξη όλων, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσίας της, η Χαμάς εισήλθε στο Νομοθετικό Συμβούλιο με μια συντριπτική πλειοψηφία. Αν και ήταν φανερό ότι το ισλαμιστικό κόμμα θα έφερνε ένα καλό αποτέλεσμα κεφαλαιοποιώντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια που γέννησε η καταστροφική διαχείριση της Φατάχ που είχε μονοπωλήσει την εξουσία από την εγκαθίδρυση της Παλαιστινιακής Αρχής το 1994, κανένας δεν περίμενε μια τέτοια σαρωτική νίκη.
Σε σύνολο 132 βουλευτών η Χαμάς πήρε 76, η Φατάχ 43 και οι αριστεροί συνδυασμοί 13. Στο αναλογικό σώμα (το Συμβούλιο αποτελείται κατά το μισό από βουλευτές που εκλέγονται με απλή αναλογική από εθνικές λίστες και κατά το άλλο μισό από αντιπροσώπους περιοχών που εκλέγονται με πλειοψηφία ψήφων) τα νούμερα είναι αισθητά διαφορετικά: σε σύνολο 66 βουλευτών η Χαμάς κερδίζει 30 (45 %), η Φατάχ 27 (41 %) και η Αριστερά 9 (14 %), κάτι που αντιπροσωπεύει πιο πιστά το συσχετισμό δυνάμεων.
Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ξεκίνησε μια εκστρατεία διεθνούς εξαπάτησης. « Η ειρηνευτική διαδικασία ενταφιάστηκε» ακούμε από όλες τις πλευρές. Λες και την παραμονή των εκλογών ήταν σε εξέλιξη κάποια ειρηνευτική διαδικασία ή, το λιγότερο, κάποιες διαπραγματεύσεις! Ο Αριέλ Σαρόν έκανε εδώ και καιρό την επιλογή της μονομερούς πολιτικής και συστηματικά αρνήθηκε να θεωρήσει τους ηγέτες της Φατάχ συνομιλητές του, ακόμα και κατά τη διάρκεια της «μονομερούς αποχώρησης από τη Γάζα». Δεν είναι λοιπόν η νίκη της Χαμάς που δίνει τέλος στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, αλλά η διακηρυγμένη άρνηση της Ισραηλινής κυβέρνησης να συνεχίσει τη διαδικασία του Όσλο.
Παραπληροφόρηση
Άλλο συστατικό της εκστρατείας εξαπάτησης, ανοιχτά ρατσιστικής αυτή τη φορά, είναι η περιγραφή τη Χαμάς ως κινήματος «φανατικού» και ανορθολογικού για το οποίο η βία είναι αυτοσκοπός και ο θάνατος των Εβραίων ιερό καθήκον. Η Χαμάς είναι ένα ιντεγκριστικό (αδιάλλακτο) ισλαμιστικό κίνημα, που καθοδηγούμενο από μια ορισμένη ανάγνωση του Ισλάμ αναπτύσσει ένα σχέδιο για την κοινωνία το οποίο δεν θα έκανε να αισθάνεται καλά κάποιον παθιασμένο με την ελευθερία και την ισότητα. Εγκωμιάζει, επιπλέον, την καταστροφή του κράτους του Ισραήλ και τη συγκρότηση μιας ισλαμιστικής δημοκρατίας στο σύνολο του κόσμου όπου η μουσουλμανική πίστη είναι πλειοψηφική. Για τους άντρες και τις γυναίκες της Παλαιστίνης, η νίκη της Χαμάς είναι μια τρομερή ήττα του αγώνα για ένα δημοκρατικό και κοσμικό κράτος.
Στην πραγματικότητα, η Χαμάς δεν είναι διαφορετική από πολλά ιντεγκριστικά ισραηλινά κόμματα των οποίων το κοινωνικό σχέδιο είναι αρκετά κοντά στο δικό της, καθώς και από μερικά ισραηλινά κόμματα της άκρας Δεξιάς που αντιτίθενται επίμονα στην αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων καλώντας για απέλαση και διασκορπισμό τους στον αραβικό κόσμο. Τα κόμματα αυτά συμμετείχαν σε διάφορες ισραηλινές κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένης αυτής του Γιτζάκ Ράμπιν. Κάτι που δεν προκάλεσε ούτε το μποϋκοτάζ του Ισραήλ ούτε τη διακοπή της συμφωνίας σύνδεσης Ισραήλ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό δείχνει, αντίθετα με τις ρατσιστικές εικόνες που διαδίδουν τα ισραηλινά και διεθνή ΜΜΕ, ότι η Χαμάς είναι ένα πολιτικό κίνημα εξαιρετικά ορθολογικό και πραγματιστικό. Μακροπρόθεσμα, ο στόχος της είναι η ισλαμοποίηση του αραβικού κόσμου που συμπεριλαμβάνει, για την ώρα, την εξαφάνιση του Ισραήλ. Είναι έτοιμη παρ’ όλα αυτά να αποδεχτεί ένα πλαίσιο συνύπαρξης με το σιωνιστικό κράτος, να διαπραγματευτεί με τους ηγέτες του και να σεβαστεί τις συμφωνίες που έχει υπογράψει η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Το εξέφρασε καθαρά απ’ όταν δέχτηκε να πάρει μέρος στο δημοκρατικό παιχνίδι και να διεκδικήσει την εξουσία.
Η αποδοχή μιας εκεχειρίας μακράς διάρκειας με το Ισραήλ αν και το τελευταίο έχει αρνηθεί από τη μεριά του την οποιαδήποτε διακοπή του «ειρηνευτικού» πολέμου του, αποδεικνύει ότι το ισλαμιστικό κίνημα ξέρει να είναι πραγματιστικό. Ο σχολαστικός σεβασμός της εν λόγω εκεχειρίας παρά τις αναρίθμητες ισραηλινές προκλήσεις, δείχνει εξ άλλου ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά πειθαρχημένη δύναμη.
Τρεις πρόσφατες αποφάσεις της ηγεσίας της Χαμάς δείχνουν τον δρόμο που σκοπεύει να ακολουθήσει. Κατ’ αρχάς, αποδέχτηκε την υπεροχή της ΟΑΠ (που διευθύνεται πάντα από τη Φατάχ) απέναντι στην Παλαιστινιακή Αρχή, κάτι που αφήνει στον Μαχμούντ Αμπάς ένα μεγάλο περιθώριο ελιγμών σε μια ενδεχόμενη διαδικασία διαπραγματεύσεων… εάν το Ισραήλ αποφάσιζε να βάλει τέλος στην πολιτική του, την πολιτική του σαμποτάζ. Στη συνέχεια, έκανε έκκληση για μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τη Φατάχ στους κόλπους της οποίας τα πιο σημαντικά χαρτοφυλάκια θα βρίσκονταν στα χέρια ειδικών και τεχνοκρατών, με τους ηγέτες της Χαμάς να είναι εκ των πραγμάτων μειοψηφία. Τέλος, ανακοίνωσε τη διάχυση των πολιτοφυλακών της μέσα στις παλαιστινιακές εθνικές ένοπλες δυνάμεις. Είμαστε λοιπόν μακριά από ένα σχέδιο «ιερού πολέμου»…
Tο μπαλάκι είναι τώρα στη μεριά της Φατάχ : θα απαντήσει στις εκκλήσεις της Χαμάς; Θα δεχτεί να αρνηθεί το μονοπώλιο της εξουσίας, ιδιαίτερα στα οικονομικά και τις επίσημες ένοπλες δυνάμεις; Στην πραγματικότητα, ο σχηματισμός του Αμπού Μάζεν είναι βαθιά διαιρεμένος μπροστά στα καινούργια διακυβεύματα και είναι πραγματικός ο κίνδυνος σύγκρουσης ανάμεσα σε αντίπαλες τάσεις.
Η σημερινή επείγουσα ανάγκη
Παρόμοιες εντάσεις απειλούν εξίσου το κίνημα διεθνιστικής αλληλεγγύης με τον κίνδυνο να δούμε να εμφανιστούν τάσεις συρρίκνωσης της αλληλεγγύης μετά την «κακή ψήφο» των Παλαιστινίων, μιας αλληλεγγύης πιο αναγκαίας από ποτέ. Και όμως, το βασικό καθήκον σήμερα είναι να πολεμήσουμε σθεναρά τον εκβιασμό που ασκείται από ορισμένες κυβερνήσεις και ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης: οι Παλαιστίνιοι έχουν ανάγκη τη διεθνή υποστήριξη, έχουν δικαίωμα στη διεθνή υποστήριξη ανεξάρτητα από τη δημοκρατική επιλογή που έκαναν.
Το να αποφύγουμε αυτήν την δράση θα ήταν σαν να επιβεβαιώναμε τον τρομερό λόγο που έχει υιοθετήσει η ισραηλινή κυβέρνηση εδώ και σχεδόν έξι χρόνια. Σύμφωνα με αυτόν το λόγο, ο παλαιστινιακό λαός αποδεικνύει ότι είναι ένας λαός-τρομοκράτης και, κατά συνέπεια, έχει χάσει όλα τα δικαιώματα του…

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2005

H πολιτική του Ισραήλ στη μετά-Σαρόν εποχή

Άρθρο του Michael Warschawski στο Alternative Information Center
8 Δεκέμβρη 2005
Ακούγοντας και διαβάζοντας τα τοπικά και διεθνή ΜΜΕ, σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι το εγκεφαλικό επεισόδιο που έστειλε τον ισραηλινό πρωθυπουργό Αριέλ Σαρόν εκτός πολιτικής σκηνής, θα έχει σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνες τις δυο σφαίρες που τερμάτισαν τη ζωή του φίλου και προκατόχου του, Γιτζάκ Ράμπιν - το τέλος της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Η δολοφονία του Ράμπιν τερμάτισε τη διαδικασία του Όσλο, το εγκεφαλικό του Αριέλ Σαρόν μπορεί να σταματήσει, έτσι μας λένε, τα βήματα που κάνει το Ισραήλ προς μια ισραηλινό-παλαιστινιακή ειρήνη, και τα οποία ξεκίνησαν με την αναδίπλωση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας και τη διάλυση μερικών μικρών εποικισμών. Ακόμη και μερικοί παλαιστίνιοι επίσημοι εκφράζουν την ανησυχία τους για το πολιτικό μέλλον χωρίς τον Αριέλ Σαρόν.
Αυτός ο παγιωμένος τρόπος αποτίμησης των γεγονότων δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Ο Σαρόν δεν υπήρξε ποτέ, ούτε κι ο ίδιος ισχυριζόταν ποτέ ότι είναι, ένας άνθρωπος της ειρήνης. Ποτέ δεν σκόπευε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την παλαιστινιακή ηγεσία, ούτε βέβαια να φτάσει σε κάποιον "έντιμο συμβιβασμό" ικανό να τερματίσει αυτή την διαμάχη που κρατά έναν αιώνα τώρα.
Το αντίθετο: οποιαδήποτε ειλικρινής αξιολόγηση των λόγων και των συνεντεύξεων του Αριέλ Σαρόν τα τελευταία 35 χρόνια - και ιδίως από το 2001 οπότε ανέλαβε την πρωθυπουργία του Ισραήλ - αποκαλύπτει ένα εξαιρετικά συνεκτικό πολιτικό όραμα, που απορρίπτει ρητά την πιθανότητα ειρήνευσης μεταξύ του Ισραήλ και των Αράβων. Στην πραγματικότητα, ο Σαρόν είναι ο μόνος ισραηλινός ηγέτης, με την εξαίρεση του Δαβίδ Μπεν Γκουριόν, που έχει ένα ολοκληρωμένο πολιτικό όραμα - ένα παγκόσμιο και μακροχρόνιο εθνικό σχέδιο - που μπορεί να συνοψιστεί σε τέσσερις βασικούς άξονες:
  • Ο πόλεμος του 1948 δεν έχει τελειώσει. Τα τελικά σύνορα του Ισραήλ δεν μπορούν να οριστικοποιηθούν ακόμα και τουλάχιστον για τα επόμενα πενήντα (sic) χρόνια.
  • Για τα επόμενα πενήντα χρόνια, η προτεραιότητα του Ισραήλ είναι να δημιουργήσει μια εβραϊκή πληθυσμιακή συνέχεια από τη Μεσόγειο θάλασσα ως τον Ιορδάνη Ποταμό, μέσα από μία ατέλειωτη σειρά εποικισμών.
  • Για να διατηρηθεί η εβραϊκή, δημογραφικά, φύση του Ισραήλ, οι Παλαιστίνιοι πρέπει να κρατηθούν εκτός Ισραηλινού Κράτους, μέσω της εκδίωξής τους ("Η Ιορδανία είναι το κράτος των Παλαιστινίων") ή του εγκλεισμού τους σε "ινδιάνικους καταυλισμούς" (καντόνια), τα οποία, αν θέλουν, οι Παλαιστίνιοι μπορούν να τα αποκαλούν "παλαιστινιακό κράτος".
  • Καμιά αραβική χώρα δεν θα κάνει ποτέ (ή, τουλάχιστον, τα επόμενα πενήντα χρόνια) ειρήνη με το Ισραήλ, και καθώς δεν έχουμε (το κράτος του Ισραήλ) ούτε και θα αποκτήσουμε, κανέναν σύμμαχο, η δημιουργία αυτού του "παλαιστινιακού κράτους", τα σύνορα και τα προνόμια του θα αποφασιστούν μονόπλευρα από την κυβέρνηση του Ισραήλ.
Η "μονομερής αποχώρηση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας" υποτίθεται ότι θα αποτελούσε το πρώτο βήμα αυτού του μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδίου. Μετά τις ερχόμενες εκλογές, ο Σαρόν σκόπευε να πάρει κι άλλες μονομερείς πρωτοβουλίες: μια αποφασιστική επέκταση των εποικισμών μαζί με αποχωρήσεις από περιοχές με υψηλή συγκέντρωση παλαιστινιακών πληθυσμών.
Όντως, ο Σαρόν είχε σχέδιο. Αλλά θα ήταν γελοίο να το ονομάσουμε "ειρηνευτικό σχέδιο". Υποτίθεται πως θα ήταν ένα ισραηλινό σχέδιο, που θα επιβαλλόταν μονομερώς στους Παλαιστίνιους. Με το τέλος της εποχής Σαρόν, νομιμοποιείται κανείς να αναρωτιέται αν αυτό το σχέδιο θα εξακολουθήσει να αντιπροσωπεύει το στρατηγικό πλαίσιο των κινήσεων του Ισραήλ. Αν και η εξαφάνιση του Σαρόν από την ισραηλινή πολιτική σκηνή δεν είναι, κατά κανέναν τρόπο, το τέλος μιας νέας ειρηνευτικής διαδικασίας, δεν σημαίνει ότι, στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία, η ασθένεια του πρέπει να θεωρείται γεγονός ελάσσονος σημασίας. Είναι, στην πραγματικότητα, ένας αληθινός σεισμός: ποτέ, από τον καιρό του Μπεν Χουριόν και μετά, δεν έχει ένα πρόσωπο μονοπωλήσει τόσο πολύ την ισραηλινή πολιτική σκηνή, ούτε έχει υπάρξει άλλος πολιτικός που να έχει αποσπάσει τέτοια πλειοψηφία του εκλογικού σώματος (μετά την αποτυχία του Εχούντ Μπάρακ).
Ο Σαρόν ήταν ο μόνος ηγέτης που μπόρεσε να εγκαταλείψει το κόμμα όπου άνηκε και μερικές εβδομάδες αργότερα να ιδρύσει ένα νέο - το Καντίμα - που προβλέπεται να αποσπάσει περισσότερες ψήφους από όσες θα πάρουν μαζί το Λικούντ και οι Εργατικοί.
Για την πλειονότητα των Ισραηλινών, ο Σαρόν ενσάρκωνε τη νέα κοινωνική συμφωνία που θα βασιζόταν στην "ασφάλεια" και σε αυτό που πίστευαν ότι θα είναι "μονόπλευρες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες". Το πρόβλημα του Καντίμα είναι ότι είναι ένα προσωποπαγές κόμμα, μια δομή με σκοπό να δώσει στον Αριέλ Σαρόν - και μόνο σ’ αυτόν - τα μέσα για να εφαρμόσει την πολιτική του. Δεν έχει αρχές, δεν έχει πρόγραμμα, και χωρίς τον Σαρόν δεν είναι παρά μια μάζωξη λιποτακτών από την ισραηλινή πολιτική σκηνή - από την άκρα δεξιά ως τον αριστερό Σιωνισμό.
Δεδομένου του χρόνου των επόμενων εκλογών, που έχει οριστεί να διεξαχθούν στο τέλος του Μάρτη, η ηγεσία του Καντίμα έχει ελάχιστο χρόνο μπροστά της για να διαμορφώσει πολιτικό προφίλ και ηγετική ομάδα ικανή να πείσει τους ισραηλινούς ψηφοφόρους ότι έχει την ικανότητα να εφαρμόσει την πολιτική του Σαρόν χωρίς τον Σαρόν. Κάποιοι εκ των ηγετών του Καντίμα ετοιμάζουν ήδη την επιστροφή στα κόμματα από τα οποία προήλθαν, εξέλιξη που κάνει τόσο τον Νετανιάχου (Λικούντ) όσο και τον Αμίρ Πέρετζ (Εργατικοί) να χαμογελούν. Αλλά τόσο ο Πέρετζ όσο και ο Νετανιάχου θα πρέπει να ξανασχεδιάσουν την πολιτική τους ατζέντα για να κερδίσουν ξανά τις μάζες των ψηφοφόρων που θα υποστήριζαν τον Αριέλ Σαρόν στις προσεχείς εκλογές. Κι αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο.
Εν συντομία, η ισραηλινή πολιτική σκηνή βρίσκεται σε μια, χωρίς προηγούμενο, καμπή, και κανείς δεν τολμά να προβλέψει τι θα συμβεί την επόμενη μέρα των εκλογών: ποιος θα σχηματίσει κυβέρνηση, ποιος συνασπισμός θα δημιουργηθεί, ακόμα και ποιος θα ανήκει σε ποιο κόμμα.
Έχουν λόγους οι παλαιστίνοι να είναι ευχαριστημένοι από μια τέτοια ανακατωσούρα; Όπως είπε κι ένας παλαιστίνιος ομιλητής πριν από μερικές ημέρες " ...όταν κάποιος ισραηλινός πρωθυπουργός δεν ξέρει τι να κάνει, έχει πάντα την επιλογή της σκλήρυνσης της καταπίεσης του παλαιστινιακού λαού...".
Φυσικά, δεν υπάρχει λόγος να στενοχωριέται κανείς: ο Αριέλ Σαρόν θα είναι ένας ακόμη από τους πολλούς εγκληματίες πολέμου που πέθαναν χωρίς να παρουσιαστούν ενώπιον ενός διεθνούς δικαστηρίου για να αποδοθεί δικαιοσύνη. Τα θύματά του δεν θα τον δουν να κρίνεται για τα εγκλήματα που διέπραξε τα τελευταία πενήντα χρόνια.