Πηγή: http://palestinechronicle.com/ 25 Ιανουαρίου 2012
«Αυτό το μέρος είναι το απόστημα στον κ… της κατοχής», είπε ο Dalit Baum όταν οι πύλες της φυλακής Ofer έκλεισαν πίσω μας.
Οι Παλαιστίνιοι κάτοικοι της Δυτικής Όχθης, που ζουν υπό κατοχή πάνω από σαράντα χρόνια και στερούνται των βασικών δικαιωμάτων τους, δικάζονται σε στρατιωτικά δικαστήρια. Ολόκληρο το νομικό σύστημα – ερευνητές, μηνυτές και δικαστές – αποτελείται από άνδρες και γυναίκες με στολές, που δηλώνουν υποταγή και εξυπηρετούν όχι τις αρχές του δικαίου και τον νόμο, αλλά στο σύστημα της κατοχής.
Η φυλακή Ofer, το κέντρο κράτησης και το δικαστήριο βρίσκονται σε παλαιστινιακά εδάφη που έχουν δημευθεί από τους ιδιοκτήτες τους.
Για κάποιους μήνες βρέθηκα στα δικαστήρια και κατέγραψα όσα συνέβαιναν. Έγινα μάρτυρας στις προσπάθειες του συστήματος να δημιουργήσει τη ψευδαίσθηση ενός δικαστηρίου που ακολουθεί τα άρθρα των συμφωνιών και του διεθνούς δικαίου, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μια κυνική φάρσα.
Σε αυτό το μέρος, μαζί με τους ενήλικες, υπάρχουν έγκλειστα παιδιά κάθε ηλικίας. Αβοήθητα παιδιά που τα πρόσωπα τους έβλεπες να βγάζουν κραυγές χωρίς φωνή. Παιδιά που είχαν κυνηγηθεί στους δρόμους, στις γειτονιές και στα σπίτια των γονιών τους, στο σκοτάδι και στη μέρα.
Για αυτά τα παιδιά που έχουν βασανιστεί και τα έχουν μεταχειριστεί με βία, που τα ψυχολογικά και νοητικά τους τραύματα δεν θα κλείσουν ποτέ, που τους έχουν πάρει την παιδικότητα και την έχουν καταστρέψει, για τα παιδιά που είναι έγκλειστά, για τα παιδιά που έχουν εκτίσει την ποινή τους και για τα παιδιά που δεν ξέρουν ακόμα πότε θα αποφυλακιστούν και κάθε μέρα αιωρείται πάνω από τα κεφάλια τους μια διαρκής απειλή. Για όλα αυτά τα παιδιά έχω καθήκον να πω την ιστορία τους…
Την πρώτη φορά που διέσχισα την πόρτα του δικαστηρίου, προτού καταλάβω και μάθω τους κανόνες σε αυτό το μέρος, τους κανόνες της αυθαιρεσίας και της εξαφάνισης των ανθρώπινων όντων, μπαίνοντας στον διάδρομο όπου οι νέοι κλαίνε και χτυπημένοι άνθρωποι σέρνονται, το βλέμμα μου έπεσε στο πρόσωπο ενός νεαρού με χειροπέδες στα πόδια και στα χέρια και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα του. Τα δάκρυα έπεφταν σιωπηλά από τα μαύρα γυαλιστερά του μάτια και το βλέμμα του ήταν καρφωμένο στη γωνία του δωματίου όπου καθόταν η μητέρα του. Το πρόσωπο της ήταν το ίδιο με του γιου της, δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα της, τα μάτια της ήταν επάνω του, κουβεντιάζοντας οι δυο τους χωρίς λόγια.
Yazun
Στο δικαστήριο είδα τον Yazun Ta'ar Hamuda Elhatib, έναν 17χρονο από την Ραμάλλα που είχε κατηγορηθεί ότι «πέταγε πέτρες». Μόλις είδε τα πρόσωπα των γονιών του στη πίσω σειρά – στη σειρά που κάθονται οι γονείς των κρατουμένων, όσο πιο μακριά από τους αγαπημένους τους μη τυχόν και αγγίξουν ο ένας των άλλων, μην αγγίξει η μητέρα τον γιο της, ο πατέρας το παιδί του ενώ εγώ ο ξένος δικαιούμαι να καθίσω μπροστά- το πρόσωπο του Yazun φωτίστηκε με ένα γοητευτικό και πλατύ χαμόγελο. Ο πατέρας έτρεξε βιαστικά να ρωτήσει τον γιο του αν χρειαζόταν κάτι.
Yazun: «Όχι τίποτα». Ο πατέρας: «Ίσως χρήματα για την καντίνα;» Ο Yazun χαμογέλασε: «Δεν χρειάζομαι κάτι». Ξαφνικά, σαν από μια εσωτερική παρόρμηση, το χαμόγελο έσβησε, το πρόσωπο του σκυθρώπιασε και άρχισε να κλαίει. Γρήγορα συμμάζεψε τον εαυτό του, σκούπισε τα μάγουλα του και βιάστηκε να ξαναφορέσει την χαμογελαστή μάσκα με την οποία συνήθιζε να κρύβει την θλίψη του, ένα εργαλείο για να υπερνικήσει τον πόνο του και να απαλύνει τους γονείς του.
Wasim
Είδα επίσης έναν εύθραυστο 15χρονο, τον Wasim Said Saadi Elharhi από την Χεβρώνα, κατηγορούμενος για κάτι αυθαίρετα.
Ο Wasim είχε ένα παιδικό πρόσωπο και όλη την ώρα φαινόταν αποκομμένος από όλα όσα συνέβαιναν, σαν να μην είχαν να κάνουν με τον ίδιο και την μοίρα του και όταν η δικαστής Sharon Rivlin Ahai ανακοίνωσε ότι ο συμβιβασμός ανάμεσα στις δυο πλευρές προβλέπει πρόστιμο 3000 σέκελς, ο πατέρας του παιδιού σηκώθηκε και φώναξε ότι δεν έχει τρόπο να πληρώσει αυτό το ποσό.
Η δικαστής του είπε: «Τι θα κάνουμε με αυτό το παιδί; (μιλώντας στον πληθυντικό, λες και αυτή με τον πατέρα ήταν συνεργάτες). Δεν βαδίζει στο σωστό μονοπάτι…» Ο Wasim κοίταξε τον πατέρα του με ένα βλέμμα γεμάτο πόνο και προσδοκία, ενώ η δικαστής συνέχιζε με ένα ύφος πατροναρίσματος «θα πρέπει να βρει μια δουλειά και να γίνει άντρας!» Ο Wasim παρέμεινε στο κρατητήριο.
Έξω στον διάδρομο ρώτησα τον πατέρα ποιο ήταν το έγκλημα του Wasim και μου απάντησε: «Ξέρεις, ζούμε κοντά στον Τάφο των Πατριαρχών κι έκλεψε μια φιάλη γκαζιού από τους στρατιώτες». Ένας κύριος που καθόταν δίπλα μας, μου εξήγησε «εννοεί καπνογόνο».
Καθώς πέρναγαν οι μέρες και οι μήνες σε αυτό το μέρος, τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι ιστορίες έμπλεκαν έναν ιστό απόγνωσης και θλίψης για την διαλυμένη ζωή και την χαμένη ελπίδα, για την παιδικότητα και εφηβεία που έχουν παγιδευτεί σε ένα αδιέξοδο.
Αυτό πρέπει να το μάθουν όλοι. Τα παιδιά και οι έφηβοι, οι συγκεκριμένες ιστορίες και οι χιλιάδες παρόμοιες που υπάρχουν, είναι το πορτραίτο της παλαιστινιακής κοινωνίας και για μας, την ισραηλινή κοινωνία, πρέπει να αποτελέσουν ένα προειδοποιητικό σήμα, έναν καθρέπτη που δείχνει την δική μας αντανάκλαση.
«Αυτό το μέρος είναι το απόστημα στον κ… της κατοχής», είπε ο Dalit Baum όταν οι πύλες της φυλακής Ofer έκλεισαν πίσω μας.
Οι Παλαιστίνιοι κάτοικοι της Δυτικής Όχθης, που ζουν υπό κατοχή πάνω από σαράντα χρόνια και στερούνται των βασικών δικαιωμάτων τους, δικάζονται σε στρατιωτικά δικαστήρια. Ολόκληρο το νομικό σύστημα – ερευνητές, μηνυτές και δικαστές – αποτελείται από άνδρες και γυναίκες με στολές, που δηλώνουν υποταγή και εξυπηρετούν όχι τις αρχές του δικαίου και τον νόμο, αλλά στο σύστημα της κατοχής.
Η φυλακή Ofer, το κέντρο κράτησης και το δικαστήριο βρίσκονται σε παλαιστινιακά εδάφη που έχουν δημευθεί από τους ιδιοκτήτες τους.
Για κάποιους μήνες βρέθηκα στα δικαστήρια και κατέγραψα όσα συνέβαιναν. Έγινα μάρτυρας στις προσπάθειες του συστήματος να δημιουργήσει τη ψευδαίσθηση ενός δικαστηρίου που ακολουθεί τα άρθρα των συμφωνιών και του διεθνούς δικαίου, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μια κυνική φάρσα.
Σε αυτό το μέρος, μαζί με τους ενήλικες, υπάρχουν έγκλειστα παιδιά κάθε ηλικίας. Αβοήθητα παιδιά που τα πρόσωπα τους έβλεπες να βγάζουν κραυγές χωρίς φωνή. Παιδιά που είχαν κυνηγηθεί στους δρόμους, στις γειτονιές και στα σπίτια των γονιών τους, στο σκοτάδι και στη μέρα.
Για αυτά τα παιδιά που έχουν βασανιστεί και τα έχουν μεταχειριστεί με βία, που τα ψυχολογικά και νοητικά τους τραύματα δεν θα κλείσουν ποτέ, που τους έχουν πάρει την παιδικότητα και την έχουν καταστρέψει, για τα παιδιά που είναι έγκλειστά, για τα παιδιά που έχουν εκτίσει την ποινή τους και για τα παιδιά που δεν ξέρουν ακόμα πότε θα αποφυλακιστούν και κάθε μέρα αιωρείται πάνω από τα κεφάλια τους μια διαρκής απειλή. Για όλα αυτά τα παιδιά έχω καθήκον να πω την ιστορία τους…
Την πρώτη φορά που διέσχισα την πόρτα του δικαστηρίου, προτού καταλάβω και μάθω τους κανόνες σε αυτό το μέρος, τους κανόνες της αυθαιρεσίας και της εξαφάνισης των ανθρώπινων όντων, μπαίνοντας στον διάδρομο όπου οι νέοι κλαίνε και χτυπημένοι άνθρωποι σέρνονται, το βλέμμα μου έπεσε στο πρόσωπο ενός νεαρού με χειροπέδες στα πόδια και στα χέρια και δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα του. Τα δάκρυα έπεφταν σιωπηλά από τα μαύρα γυαλιστερά του μάτια και το βλέμμα του ήταν καρφωμένο στη γωνία του δωματίου όπου καθόταν η μητέρα του. Το πρόσωπο της ήταν το ίδιο με του γιου της, δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλα της, τα μάτια της ήταν επάνω του, κουβεντιάζοντας οι δυο τους χωρίς λόγια.
Yazun
Στο δικαστήριο είδα τον Yazun Ta'ar Hamuda Elhatib, έναν 17χρονο από την Ραμάλλα που είχε κατηγορηθεί ότι «πέταγε πέτρες». Μόλις είδε τα πρόσωπα των γονιών του στη πίσω σειρά – στη σειρά που κάθονται οι γονείς των κρατουμένων, όσο πιο μακριά από τους αγαπημένους τους μη τυχόν και αγγίξουν ο ένας των άλλων, μην αγγίξει η μητέρα τον γιο της, ο πατέρας το παιδί του ενώ εγώ ο ξένος δικαιούμαι να καθίσω μπροστά- το πρόσωπο του Yazun φωτίστηκε με ένα γοητευτικό και πλατύ χαμόγελο. Ο πατέρας έτρεξε βιαστικά να ρωτήσει τον γιο του αν χρειαζόταν κάτι.
Yazun: «Όχι τίποτα». Ο πατέρας: «Ίσως χρήματα για την καντίνα;» Ο Yazun χαμογέλασε: «Δεν χρειάζομαι κάτι». Ξαφνικά, σαν από μια εσωτερική παρόρμηση, το χαμόγελο έσβησε, το πρόσωπο του σκυθρώπιασε και άρχισε να κλαίει. Γρήγορα συμμάζεψε τον εαυτό του, σκούπισε τα μάγουλα του και βιάστηκε να ξαναφορέσει την χαμογελαστή μάσκα με την οποία συνήθιζε να κρύβει την θλίψη του, ένα εργαλείο για να υπερνικήσει τον πόνο του και να απαλύνει τους γονείς του.
Wasim
Είδα επίσης έναν εύθραυστο 15χρονο, τον Wasim Said Saadi Elharhi από την Χεβρώνα, κατηγορούμενος για κάτι αυθαίρετα.
Ο Wasim είχε ένα παιδικό πρόσωπο και όλη την ώρα φαινόταν αποκομμένος από όλα όσα συνέβαιναν, σαν να μην είχαν να κάνουν με τον ίδιο και την μοίρα του και όταν η δικαστής Sharon Rivlin Ahai ανακοίνωσε ότι ο συμβιβασμός ανάμεσα στις δυο πλευρές προβλέπει πρόστιμο 3000 σέκελς, ο πατέρας του παιδιού σηκώθηκε και φώναξε ότι δεν έχει τρόπο να πληρώσει αυτό το ποσό.
Η δικαστής του είπε: «Τι θα κάνουμε με αυτό το παιδί; (μιλώντας στον πληθυντικό, λες και αυτή με τον πατέρα ήταν συνεργάτες). Δεν βαδίζει στο σωστό μονοπάτι…» Ο Wasim κοίταξε τον πατέρα του με ένα βλέμμα γεμάτο πόνο και προσδοκία, ενώ η δικαστής συνέχιζε με ένα ύφος πατροναρίσματος «θα πρέπει να βρει μια δουλειά και να γίνει άντρας!» Ο Wasim παρέμεινε στο κρατητήριο.
Έξω στον διάδρομο ρώτησα τον πατέρα ποιο ήταν το έγκλημα του Wasim και μου απάντησε: «Ξέρεις, ζούμε κοντά στον Τάφο των Πατριαρχών κι έκλεψε μια φιάλη γκαζιού από τους στρατιώτες». Ένας κύριος που καθόταν δίπλα μας, μου εξήγησε «εννοεί καπνογόνο».
Καθώς πέρναγαν οι μέρες και οι μήνες σε αυτό το μέρος, τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι ιστορίες έμπλεκαν έναν ιστό απόγνωσης και θλίψης για την διαλυμένη ζωή και την χαμένη ελπίδα, για την παιδικότητα και εφηβεία που έχουν παγιδευτεί σε ένα αδιέξοδο.
Αυτό πρέπει να το μάθουν όλοι. Τα παιδιά και οι έφηβοι, οι συγκεκριμένες ιστορίες και οι χιλιάδες παρόμοιες που υπάρχουν, είναι το πορτραίτο της παλαιστινιακής κοινωνίας και για μας, την ισραηλινή κοινωνία, πρέπει να αποτελέσουν ένα προειδοποιητικό σήμα, έναν καθρέπτη που δείχνει την δική μας αντανάκλαση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου