Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Ο Καντάφι ποντάρει σε «μικρούς πολέμους»

Πηγή: Ελευθεροτυπία 5 Ιουνίου 2011

Το 1988, στην ηλικία των 20 ετών, η Σόχα Μπεσάρα αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον στρατηγό Λαχάντ, αρχηγό των δυνάμεων κατοχής του Ισραήλ στον Νότιο Λίβανο.

Η απόπειρά της δεν στέφθηκε με επιτυχία. Η Σόχα συνελήφθη, βασανίστηκε επί εβδομάδες μέχρι τελικά να σταλεί στο Κιάμ, φυλακή και στρατόπεδο πολέμου.

Τελικά, ύστερα από μια έντονη λιβανέζικη, ευρωπαϊκή αλλά και ισραηλινή καμπάνια, η Μπεσάρα αφέθηκε ελεύθερη το 1998.

Η απελευθέρωσή της σήμανε και την ταυτόχρονη ηρωοποίησή της από τους συμπατριώτες της Λιβανέζους ενώ τα media, εντυπωσιασμένα από την υψηλή αίσθηση πατριωτικού καθήκοντος που τη διέκρινε, τη «βάπτισαν» «Ζαν Ντ' Αρκ του Λιβάνου».

Η Σόχα Μπεσάρα μιλάει στην «Κ.Ε.» για τις συνεχόμενες εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες αλλά και τη στάση της Δύσης στο θέμα.

Πώς προέκυψαν οι εξεγέρσεις της «αραβικής άνοιξης»;

Οι ηγέτες, οι πρόεδροι, οι μονάρχες αυτών των χωρών, επί σειρά ετών, κατέπνιγαν κάθε άποψη, λεηλατούσαν τα πλούτη και αντιμετώπιζαν τις χώρες τους σαν ιδιωτικές επιχειρήσεις. Αρκούσε να είσαι στην εξουσία για να είσαι υπεράνω του νόμου και να σταματάς με τον όποιον τρόπο οποιαδήποτε φωνή έλεγε ή μπορούσε να σου πει «όχι». Σήμερα, όλοι τους βρίσκονται σε αδιέξοδο. Ο Καντάφι, ενώπιον αυτού του αδιεξόδου, ενδέχεται να κερδίσει περισσότερο χρόνο από τους υπόλοιπους: θα οδηγήσει τη Λιβύη σε μικρούς πολέμους, που μπορεί να κρατήσουν περισσότερο από μερικούς μήνες. Βέβαια, για να λειτουργήσει έτσι χρειάζεται έναν ολόκληρο μηχανισμό μαφιόζικης οικονομίας σε διεθνές επίπεδο. Αλλά με τα χρήματα που διαθέτει, μπορεί να το κάνει. Τώρα, αν δολοφονηθεί ή αν αυτοκτονήσει την ημέρα που η Ιστορία θα γυρίζει σελίδα, θα περιμένουμε και θα δούμε...

Είναι, πάντως, γεγονός ότι «φυσά» ένας αέρας ελευθερίας στην περιοχή.

Προτιμώ να αντικαταστήσω τη λέξη «ελευθερία» με τη λέξη «αξιοπρέπεια», γιατί δεν έχουμε φτάσει ακόμη στον «αέρα της ελευθερίας». Οταν θίγεται η αξιοπρέπεια ενός λαού, τότε αυτός ξεσηκώνεται απέναντι στην τακτική που ακολουθεί μια εξουσία προκειμένου να ταπεινώσει τον άνθρωπο μέσα στο ίδιο του το σπίτι, να μην μπορεί να ανασάνει από το φόβο ότι θα τον ακούσει η αστυνομία, να είναι υποχρεωμένος να «γονατίσει» για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των παιδιών του, να ζει σε έναν κόσμο με φυλακίσεις και βασανιστήρια, να ζει μέσα στο φόβο, τον φόβο ότι θα είναι ο επόμενος που θα συλληφθεί, να αναγκάζεται να πουλήσει τα χωράφια του τα οποία του ανήκουν και τα καλλιεργεί, να υπομένει τη διαφθορά που προέρχεται από την εξουσία προκειμένου να κλείσει τα στόματα και να πλουτίσει η ίδια βάζοντας τον εαυτό της πάνω από το νόμο... Συνεπώς, το βασικό ζητούμενο των συγκεκριμένων κινητοποιήσεων δεν θα μπορούσε να είναι άλλο παρά η επανάκτηση της αξιοπρέπειας των εξεγερμένων.

Κάποιοι θεωρούν ότι οι εξεγέρσεις δεν ήταν αυθόρμητες αλλά ελεγχόμενες.

Αν και τα δεδομένα αλλάζουν από χώρα σε χώρα σχετικά με την ένταση μιας πολιτικής που συστηματικά εξευτελίζει την πλειοψηφία και δίνει προνόμια σε μια μειονότητα, είναι φυσικό και εύκολο για αυτού του είδους τα καθεστώτα, μπροστά στο αδιέξοδο, να μιλήσουν για έλεγχο, για χειραγώγηση, για ξένη επέμβαση. Και όλα αυτά γιατί αρνούνται την πραγματικότητα, αρνούνται ότι η πολιτική που ακολούθησαν απέναντι στο λαό τους έθιξε την αξιοπρέπειά του.

Δυτικοί δημοσιογράφοι αναρωτιούνται κατά πόσον οι Αραβες είναι «έτοιμοι» για τη Δημοκρατία ή χρειάζονται το ισχυρό χέρι (ή και την μπότα...) ενός δικτάτορα για να κυβερνηθούν.

Δυστυχώς και τις δύο φορές που βρισκόμασταν σε ένα δρόμο προς τη δημοκρατία, η Δύση κατέπνιξε εκείνο που πήγαινε να γεννηθεί: επρόκειτο για τις εκλογές στην Αλγερία και για την περίπτωση της Παλαιστινιακής Αρχής. Τώρα, όταν οι δημοσιογράφοι μιλάνε για δημοκρατία, σε τι αναφέρονται; Υπάρχει πραγματική δημοκρατία; Αραγε μια χώρα που εκμεταλλεύεται τον πλούτο άλλων χωρών, μπορεί να συνεχίζει να θεωρείται δημοκρατική επειδή αυτό δεν συμβαίνει μέσα στα δικά της σύνορα; Το ζήτημα της δημοκρατίας είναι μια διαδικασία στην οποία κάθε λαός είναι ικανός να φτάσει. Οι διεκδικήσεις έχουν σκοπό να εγκαθιδρύσουν ένα πολιτικό σύστημα που θα συνοδεύεται από το δικαίωμα της ψήφου, όταν ο άνθρωπος θα μπορεί να ακούει τον ήχο της φωνής του, θα μπορεί να εκφραστεί.

Συνεπώς, η επόμενη μέρα π.χ. στην Τυνησία και την Αίγυπτο θα είναι δημοκρατική; Ή πιθανολογείτε να είναι ο στρατός ή κάποιος ελεγχόμενος από τις ΗΠΑ ο επόμενος ηγέτης;

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν σήμερα ήδη έτοιμες συνταγές για το ποιος και με ποιον τρόπο θα καταλήξει να ηγηθεί σε αυτές τις χώρες. Πάντως εκείνο που είναι ξεκάθαρο για την ώρα είναι ότι ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι Ευρωπαίοι ούτε οι Ισραηλινοί είναι έτοιμοι να τα παρατήσουν. Δεν πιστεύω ότι θα καταφέρουμε να έχουμε έναν πρόεδρο που θα έρθει από κάποιο απομονωμένο «χωριό» και θα είναι έτοιμος να αμφισβητήσει την εξωτερική πολιτική αυτών των αραβικών χωρών όπως και τις οικονομικές συμφωνίες τους με τη Δύση...

Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι μπορούν να αναλάβουν τον έλεγχο στρέφοντας τα πράγματα προς μια ακραία, πιο κοντινή στο Ισλάμ, κατεύθυνση;

Δεν βλέπω στους Αδελφούς Μουσουλμάνους το κόμμα που ενσαρκώνει ενός τέτοιου τύπου ριζοσπαστισμό. Πρόκειται για ένα κόμμα που τοποθετείται υπέρ του διαχωρισμού του κράτους και της θρησκείας, υπέρ μιας χώρας με Κοινοβούλιο και εκλογές. Αλλά και οι κοινωνίες που ξεσηκώθηκαν, δεν νομίζω ότι είναι έτοιμες να αποδεχτούν κόμματα που θα τις ξαναβάλουν πίσω στη σπηλιά».

Οι δυτικές χώρες στο θέμα της Λιβύης και του Καντάφι αλλά και γενικότερα απέναντι στην όλη κατάσταση που επικρατεί, στέκονται υποκριτικά ή με ειλικρίνεια; Τόσο όσες ήταν υπέρ της επέμβασης, όσο και εκείνες που αντιτάχθηκαν σε αυτήν, όπως η Κίνα και η Ρωσία.

Δεν πιστεύω σε καμία περίπτωση ότι μια ξένη δύναμη μπορεί να απελευθερώσει έναν λαό. Αλλά ταυτόχρονα δεν θα ήθελα να ασκήσω κριτική στην αντιπολίτευση που κάλεσε μια διεθνή δύναμη να έρθει να τους βοηθήσει απέναντι στις κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις και την καταστροφική πολιτική του καθεστώτος.

Αντιθέτως, θα επέκρινα ανοιχτά όλα αυτά τα δυτικά κράτη που δεν ενδιαφέρθηκαν καθόλου να δώσουν ένα μήνυμα σε χώρες όπως το Μάλι, ο Νίγηρας, το Τσαντ και η Τυνησία, μπλοκάροντας τις αερογέφυρες που επέτρεψαν στον Καντάφι να μαζέψει πάνω από 260.000 μισθοφόρους... Ακόμη κι αν το δει κανείς από στρατιωτική άποψη, αυτές οι χώρες παίζουν το παιχνίδι του Καντάφι, με το εμπόριο όπλων να είναι σε άνθηση. Είναι ευρέως γνωστό ότι «οι μικροί πόλεμοι» αποφέρουν πολλά κέρδη. Οσο για τις χώρες που ήταν αντίθετες στην επέμβαση, δεν το έκαναν από λόγους ηθικής ή για το καλό του λαού, παρά μόνο από καθαρά πολιτικό και οικονομικό συμφέρον.

Εσείς ζείτε στη Γαλλία του Σαρκοζί, ο οποίος έτρεξε, πρώτος πρώτος, να επέμβει στη Λιβύη. Πώς αισθάνεσθε, ζώντας σε μια τέτοια Γαλλία;

Ζω στη Γαλλία αλλά περισσότερο στην Ελβετία. Αυτό δεν αλλάζει τίποτα, αναφορικά με την υποκρισία του Σαρκοζί. Και βέβαια ο Σαρκοζί βιάζεται, αφού δεν θέλει να μείνει απέξω από το «παιχνίδι», όπως συνέβη με το Ιράκ...

Οι άνθρωποι αγωνίζονται για τη δημοκρατία, συχνά με τίμημα τη ζωή τους. Από πού αντλούν τη δύναμη; Εσείς από πού αντλήσατε τη δύναμη για να αντισταθείτε;

Από τη στιγμή που οι άνθρωποι δεν έχουν πλέον τίποτα να χάσουν, η αναμέτρηση γίνεται γεγονός. Οσο για μένα, μπροστά σε έναν εχθρό όπως το Ισραήλ, μπροστά στην κατοχή που επέβαλε στον Λίβανο, μπροστά στις σφαγές που έγιναν στη Σάμπρα, τη Σατίλα, την Κανά, βρίσκω τη δύναμη. Οταν βλέπω τι συνέβη στον παλαιστινιακό λαό και την πλήρη παραίτηση της διεθνούς κοινότητας να αναλάβει τις ευθύνες της σχετικά με τα αναφαίρετα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού, δεν μπορώ παρά να υπολογίσω αποκλειστικά και μόνο στη δική μας δύναμη, στη δική μας αντίσταση και να είμαι έτοιμη να ριχτώ με το σώμα μου να αντιμετωπίσω το θάνατο, για την επιβίωση της χώρας μου.