Για το καλό των παιδιών μου είμαι πεισμένος ότι το διεθνές μποϋκοτάζ είναι ο μόνος τρόπος για να σώσουμε το Ισραήλ από τον εαυτό του.
O ισραηλινός Neve Gordon, καθηγητής του πανεπιστημίου Ben-Gurion που υποστηρίζει με αυτό το άρθρο του (δημοσιευμένο στις 24 Αυγούστου) το μποϋκοτάζ κατά του Ισραήλ (αλλά όχι και το δικαίωμα επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων;) ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και καταδικάστηκε από τον Ισραηλινό Υπουργό Παιδείας, τον Πρόεδρο του Πανεπιστημίου όπου εργάζεται και φυσικά πολλές εφημερίδες. Δέχτηκε όμως και πολλά θετικά σχόλια και δηλώσεις υποστήριξης κυρίως από δημοσιογράφους στο εξωτερικό.
Πηγή: http://www.counterpunch.org Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Los Angeles times, αναδημοσιεύτηκε στην Guadrian http://www.guardian.co.uk
Οι ισραηλινές εφημερίδες αυτό το καλοκαίρι είναι γεμάτες με επιθετικά άρθρα σχετικά με την προώθηση του διεθνούς μποϊκοτάζ ενάντια του Ισραήλ. Ταινίες έχουν αποσυρθεί από ισραηλινά φεστιβάλ κινηματογράφου, ο Leonard Cohen είναι υπό πυρά σε όλο τον κόσμο για την απόφασή του να εμφανιστεί στο Τελ Αβίβ, και η Oxfam διέκοψε τις σχέσεις της με μια διάσημη εκπρόσωπό της, μια βρετανίδα ηθοποιό η οποία επίσης προωθεί καλλυντικά που παράγονται στα κατεχόμενα εδάφη. Είναι σαφές ότι η εκστρατεία αυτή χρησιμοποιώντας τις τακτικές που βοήθησαν να τεθεί τέλος στο απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής έχει κερδίσει πολλούς υποστηρικτές σε όλο τον κόσμο. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί Ισραηλινοί –ακόμη και ειρηνιστές– δεν συμμετέχουν. Ένα παγκόσμιο μποϊκοτάζ επιφέρει κατηγορίες –αν και προσχηματικές– αντισημιτισμού. Αναδεικνύει επίσης ζητήματα δύο μέτρων και σταθμών (γιατί να μην μποϋκοτάρουν την Κίνα για κατάφωρες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων;) και τη φαινομενικά αντιφατική θέση της υποστήριξης από κάποιον του μποϊκοτάζ του ίδιου του του κράτους.
Πραγματικά δεν είναι ένα απλό για μένα, ως ισραηλινός πολίτης να καλώ ξένες κυβερνήσεις, περιφερειακές αρχές, διεθνή κοινωνικά κινήματα, θρησκευτικές οργανώσεις, συνδικάτα και πολίτες να αναστείλουν τη συνεργασία τους με το Ισραήλ. Σήμερα όμως, καθώς βλέπω τα δύο αγόρια μου να παίζουν στην αυλή, είμαι πεισμένος ότι είναι ο μόνος τρόπος για να σωθεί το Ισραήλ από τον εαυτό του.
Το λέω αυτό επειδή το Ισραήλ έχει φθάσει σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι, και οι κρίσιμες στιγμές απαιτούν δραματικά μέτρα. Το λέω αυτό ως ένας Εβραίος ο οποίος επέλεξε να μεγαλώσει τα παιδιά του στο Ισραήλ, είναι μέλος του ισραηλινού κινήματος ειρήνης για σχεδόν 30 χρόνια και είναι εξαιρετικά ανήσυχος για το μέλλον της χώρας.
Ο πιο εύστοχος τρόπος για να περιγραφεί το Ισραήλ σήμερα είναι ως ένα κράτος απαρτχάιντ. Για περισσότερα από 42 χρόνια, το Ισραήλ έχει τον έλεγχο των εδαφών μεταξύ της κοιλάδας του Ιορδάνη και της Μεσόγειου Θάλασσας. Μέσα σε αυτήν την περιοχή κατοικούν περίπου 6 εκατομμύρια Εβραίοι και σχεδόν 5 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι. Από αυτό τον πληθυσμό, 3,5 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι και σχεδόν μισό εκατομμύριο Εβραίοι ζουν στις περιοχές που το Ισραήλ κατέλαβε το 1967, και αν και οι δύο αυτές ομάδες ζουν στην ίδια περιοχή, εντάσσονται σε εντελώς διαφορετικά νομικά συστήματα. Οι Παλαιστίνιοι είναι απάτριδες και στερούνται πολλά από τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Εντελώς αντίθετα, όλοι οι Εβραίοι –είτε ζουν στα κατεχόμενα εδάφη είτε στο Ισραήλ– είναι πολίτες του κράτους του Ισραήλ.
Το ερώτημα που με κρατάει ξάγρυπνο τα βράδια, τόσο ως γονιό όσο και ως πολίτη, είναι ο τρόπος για να εξασφαλιστεί ότι τα δύο παιδιά μου και τα παιδιά των Παλαιστινίων γειτόνων μου δεν θα μεγαλώνουν σε ένα καθεστώς απαρτχάιντ.
Υπάρχουν μόνο δύο ηθικοί τρόποι επίτευξης αυτού του στόχου. Ο πρώτος είναι η λύση του ενός κράτους: Η παροχή ιθαγένειας σε όλους τους Παλαιστινίους και, συνεπώς, η θέσπιση μιας διεθνικής δημοκρατίας στο εσωτερικό ολόκληρης της περιοχή που ελέγχεται από το Ισραήλ. Λαμβάνοντας υπόψη τα δημογραφικά στοιχεία, αυτό θα οδηγήσει σε εξαφάνιση του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους. Για τους περισσότερους Ισραηλινούς Εβραίους αυτό είναι ανάθεμα.
Ο δεύτερο τρόπος, να σταματήσουμε το απαρτχάιντ, είναι μέσα από την λύση των δύο κρατών, η οποία συνεπάγεται την απόσυρση του Ισραήλ στα προ του 1967 σύνορα (με ανταλλαγές ορισμένων εδαφών αν αυτό είναι δυνατό), τη διαίρεση της Ιερουσαλήμ, και την αναγνώριση του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων με τον όρο ότι μόνον ένας περιορισμένος αριθμός 4,5 εκατομμυρίων Παλαιστινίων προσφύγων θα επιτραπεί να επιστρέψει στο Ισραήλ, ενώ το υπόλοιπο μπορεί να επιστρέψει στο νέο παλαιστινιακό κράτος.
Γεωγραφικά, η λύση του ενός κράτους φαίνεται πολύ πιο εφικτή επειδή οι Εβραίοι και οι Παλαιστίνιοι έχουν ήδη εντελώς διαπλεχθεί. Πράγματι, με τη δεδομένη κατάσταση η λύση του ενός κράτους (με μορφή απαρτχάιντ όμως) είναι μια πραγματικότητα.
Ιδεολογικά, η λύση των δύο κρατών είναι πιο ρεαλιστική διότι λιγότεροι από το 1% των Εβραίων και μόνο μια μειοψηφία των Παλαιστινίων υποστηρίζουν το ένα κράτος με δύο εθνότητες. Για την ώρα, παρά τις συγκεκριμένες δυσκολίες, είναι πιο λογικό να μεταβληθεί η γεωγραφική πραγματικότητα παρά η ιδεολογική. Αν κάποια στιγμή στο μέλλον οι δύο λαοί αποφασίσουν να μοιραστούν ένα κράτος, μπορούν, αλλά προς το παρόν αυτό δεν είναι κάτι που θέλουν.
Οπότε, αν η λύση των δύο κρατών είναι ο τρόπος για να σταματήσει το απαρτχάιντ, τότε πώς μπορεί κάτι τέτοιο να επιτευχθεί;
Είμαι πεπεισμένος ότι η εξωτερική πίεση είναι η μόνη απάντηση. Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών, οι Εβραίοι έποικοι στα κατεχόμενα έχουν αυξηθεί δραματικά. Ο μύθος της ενωμένης Ιερουσαλήμ έχει οδηγήσει στη δημιουργία μιας πόλης απαρτχάιντ, όπου οι Παλαιστίνιοι δεν είναι πολίτες και στερούνται βασικών υπηρεσιών. Το ισραηλινό στρατόπεδο ειρήνης έχει συρρικνωθεί σταδιακά, έτσι ώστε σήμερα να είναι σχεδόν ανύπαρκτο, και η ισραηλινή πολιτική κινείται όλο και περισσότερο προς την άκρα δεξιά.
Μου είναι επομένως σαφές ότι ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί το απαρτχάιντ στο Ισραήλ είναι μέσω μιας μαζικής διεθνούς πίεσης. Τα λόγια και οι καταδίκες από την κυβέρνηση Ομπάμα και την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επέφεραν αποτελέσματα, ούτε καν για το πάγωμα των εποικισμών, πόσο μάλλον για μια απόφαση απόσυρσης από τα κατεχόμενα εδάφη.
Συνεπώς αποφάσισα να στηρίξω το κίνημα μποϊκοτάζ, αποεπένδυσης και κυρώσεων που ξεκίνησαν παλαιστίνιοι ακτιβιστές τον Ιούλιο του 2005 και έχει από τότε συγκεντρώσει πλατιά υποστήριξη σε όλο τον κόσμο. Ο στόχος είναι να εξασφαλιστεί πως το Ισραήλ θα σεβαστεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο και πως στους Παλαιστίνιους θα δοθεί το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση.
Στο Μπιλμπάο της Ισπανίας, το 2008, μια συμμαχία οργανώσεων από όλο τον κόσμο διατύπωσε μια καμπάνια 10 σημείων Μποϊκοτάζ, Αποεπένδυσης και Κυρώσεων που αποσκοπεί να πιέσει το Ισραήλ με έναν «σταδιακό βιώσιμο τρόπο που να λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο και τις δυνατότητες». Για παράδειγμα, η προσπάθεια ξεκινάει με κυρώσεις και άρση των επενδύσεων από ισραηλινές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα κατεχόμενα εδάφη και συνεχίζει με ενέργειες εναντίον εκείνων που με προφανή τρόπο βοηθούν στη διατήρηση και ενίσχυση της κατοχής. Προς την ίδια κατεύθυνση, καλλιτέχνες που έρχονται στο Ισραήλ, προκειμένου να επιστήσουν την προσοχή στην κατοχή είναι ευπρόσδεκτοι, ενώ εκείνοι που θέλουν απλά να εμφανιστούν όχι.
Τίποτα άλλο δεν έχει λειτουργήσει. Μαζική διεθνής πίεση στο Ισραήλ είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί πως η επόμενη γενιά των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων –ανάμεσά τους και τα δύο αγόρια μου– δεν θα μεγαλώνουν σε ένα καθεστώς απαρτχάιντ.
Ο Neve Gordon είναι πρόεδρος του τμήματος πολιτικής και διοίκησης στο Ben-Gurion University στη Negev και συγγραφέας του βιβλίου Η Κατοχή από το Ισραήλ (University of California Press, 2008). Επικοινωνία μαζί του μέσω της ιστοσελίδας του, www.israelsoccupation.info.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου