Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2002

Συμφωνίες σταθμοί στο Παλαιστινιακό

(Προηγούμενο: Ισλαμισμός ο νέος ολοκληρωτικός εχθρός)

Συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ

Η συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ που υπογράφεται μεταξύ Αιγύπτου, Ισραήλ και ΗΠΑ στις 17 Σεπτεμβρίου του 1978 ουσιαστικά καταφέρει πλήγμα στο ρόλο της ΕΣΣΔ στην περιοχή, καθώς οι ΗΠΑ εξασφαλίζουν ισχυρή παρουσία στη Μέση Ανατολή με την Αίγυπτο και το Ισραήλ.

Η συμφωνία προβλέπει την αποχώρηση του Ισραήλ από το Σινά. Το Ισραήλ κατείχε τη Χερσόνησο του Σινά από το 1967 στον Πόλεμο των Έξι Ημερών κατά της Αιγύπτου. Δημιουργείται παλαιστινιακό γκέτο υπό την εποπτεία Ισραήλ-Ιορδανίας και ΗΠΑ στην περιοχή της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη. Συμφωνείται η τμηματική αποχώρηση των ισραηλινών από τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη σε πέντε χρόνια μετά τη συμφωνία. Οι Παλαιστίνιοι περιορίζονται στη διαχείριση της τοπικής αυτοδιοίκησης μόνο.

Η συμφωνία αυτή καταδικάστηκε από τα αραβικά κράτη και δεν εφαρμόστηκε ποτέ.

Συνθήκη ειρήνης Ιορδανίας – Ισραήλ

Στις 26 Οκτωβρίου 1994 υπογράφεται συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ιορδανίας και Ισραήλ στην Άκαμπα. Είχε προηγηθεί η υπογραφή της Διακήρυξης της Ουάσιγκτον (25 Ιουλίου 1994) μεταξύ του βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας και του Γιτζάκ Ράμπιν, η οποία αίρει επισήμως την εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ των δύο χωρών.

Συμφωνίες του Όσλο

Τον Ιανουάριο του 1993, ξεκινούν μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των Ισραηλινών και της ΟΑΠ, στο Όσλο. Ο Γιάσερ Αραφάτ, και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γιτζάκ Ράμπιν, υπογράφουν τη Διακήρυξη Αρχών, επί των προκαταρκτικών διαδικασιών που θα οδηγήσουν σε «αυτοδιοίκηση». Στις 9-10 Σεπτεμβρίου το Ισραήλ και η ΟΑΠ αλληλοαναγνωρίζονται.

Στις 4 Μαΐου 1994, το Ισραήλ και η ΟΑΠ καταλήγουν σε συμφωνία για την αρχική υλοποίηση των συμφωνιών του Όσλο. Η συμφωνία του Καΐρου περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την αποχώρηση των Ισραηλινών από το περίπου 60% της Λωρίδας της Γάζας -εξαιρουμένων των εβραϊκών οικισμών- και της πόλης της Ιεριχούς. Οι δυο πλευρές συμφωνούν στην εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης για την περιοχή, σε διάστημα πέντε ετών, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει ικανοποιητικές προτάσεις για θέματα όπως το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, τους εβραίους εποίκους και την τύχη των παλαιστίνιων προσφύγων.

Στις 28 Σεπτεμβρίου 1995, οι Αραφάτ και Ράμπιν υπογράφουν τη συμφωνία της Τάμπαα -γνωστή ως συμφωνία του Όσλο ΙΙ- που προβλέπει την επέκταση της παλαιστινιακής αυτονομίας στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και τη διεξαγωγή παλαιστινιακών εκλογών.

Τα Κατεχόμενα εδάφη χωρίζονται σε τρεις ζώνες. Η ζώνη Α, που περιλαμβάνει το 3% του εδάφους και το 20% του πληθυσμού, περνάει υπό τον έλεγχο της «Παλαιστινιακής Αρχής». Η ζώνη Β (27% του εδάφους και 10% του πληθυσμού) περνάει εν μέρει υπό παλαιστινιακό έλεγχο, αλλά ο ισραηλινός στρατός μπορεί ανά πάσα στιγμή να εισέλθει για «λόγους ασφαλείας». Η ζώνη Γ (70% του εδάφους και 10% του πληθυσμού) παραμένει υπό ισραηλινή κατοχή. Αυτή η «ειρήνη» γίνεται ακόμα πιο άδικη αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι ζώνες Α και Β στην πραγματικότητα είναι δεκάδες νησίδες, αποκομμένες μεταξύ τους, μέσα στο σύνολο των Κατεχόμενων Εδαφών. Επίσης, όποιος κατέχει τη ζώνη Γ (δηλαδή οι ισραηλινοί) ελέγχει το σύνολο σχεδόν των πλουτοπαραγωγικών πηγών, της γεωργίας και των υδάτων της Παλαιστίνης. Η επιβίωση των παλαιστινίων εξαρτάται από την «καλή θέληση» των ισραηλινών που μπορούν ανά πάσα στιγμή να αποκλείσουν οικονομικά και στρατιωτικά οποιαδήποτε νησίδα, και φυσικά ούτε λόγος δεν μπορεί να γίνει για οικονομική ανάπτυξη αυτού του «κράτους».

Την ίδια στιγμή που όλοι μιλούν για ειρήνη και αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων κατοχής, το κράτος του Ισραήλ εντείνει την κατασκευή αυτοκινητόδρομων που θα παρακάμπτουν τις παλαιστινιακές πόλεις, ενώνοντας τους οικισμούς των εποίκων και τις στρατιωτικές βάσεις στα Κατεχόμενα Εδάφη, τους οποίους δεν θα έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν οι Παλαιστίνιοι. Το 90% των οικισμών των εποίκων παραμένει, νε βάση τη συμφωνία, στα χέρια των Ισραηλινών. Η μελλοντική εκκένωση ορισμένων οικισμών ήδη έχει αντισταθμιστεί από την κατασκευή νέων κατοικιών στους υπόλοιπους (μόνο το 1995 κατασκευάστηκαν 6.000 σπίτια στους οικισμούς και 4.500 διαμερίσματα στην Ιερουσαλήμ). Την κατάσταση περιέγραψε αρκετά καλά ο ισραηλινός υπουργός Ασφαλείας, την επαύριο της υπογραφής της τελικής συμφωνίας στις ΗΠΑ: «Ο Αραφάτ αναγκάστηκε να υπογράψει στο Λευκό Οίκο μια συμφωνία που περιλαμβάνει την ντε φάκτο και ντε γιούρε αναγνώριση του συνόλου των ιουδαϊκών αποικιών. Εάν η αρχική συμφωνία έδινε στους Παλαιστίνιους τα πάντα εκτός από τις αποικίες, η τελική συμφωνία ανέτρεψε, ό,τι είχε γίνει αποδεκτό και άφησε τα πάντα, εκτός από τις Παλαιστινιακές πόλεις, στα χέρια του Ισραήλ». Η συμφωνία δεν προβλέπει τίποτα για τα 3 εκατομμύρια Παλαιστίνιους που διώχτηκαν από τον τόπο τους το 1948, ενώ δεν κατέληξαν πουθενά ούτε οι διαπραγματεύσεις για τους 300.000 πρόσφυγες του 1967.

Οι συμφωνίες του Όσλο ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων και δημιούργησαν ρήξη στην ίδια την ΟΑΠ. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Μπασάμ Σακά, πρώην δημάρχου της Ναμπλούς και ήρωα του Παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα: «Ειλικρινά, τι να γιορτάσω; Οι ισραηλινοί είναι εδώ, τα στρατιωτικά μπλόκα τους περικυκλώνουν την πόλη μας. Κανείς δεν μπαίνει και δεν βγαίνει δίχως να τον ερευνήσουν. Μπορούν να μας παραλύσουν μέσα σε τρεις μέρες. Εξακολουθούν να κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος από τα εδάφη μας και να αποικίζουν τη γη μας, ελέγχουν τα σύνορά μας, κρατούν φυλακισμένα χιλιάδες παιδιά μας, μας κλέβουν την ανατολική Ιερουσαλήμ. Πού είναι η απελευθέρωση; Το κράτος του Ισραήλ δεν μας έδωσε το δικαίωμά μας στην αυτοδιάθεση, απλώς έδωσε στον Αραφάτ το δικαίωμα να μας διοικεί. Επιστρέφοντας στη Γάζα με τους όρους των ισραηλινών, ο Αραφάτ έγινε δέσμιος τους. Δεν πρόκειται να ψηφίσω στις εκλογές καταρχήν επειδή ξέρω ότι το αποτέλεσμα είναι ήδη έτοιμο. Έπειτα, για μένα είναι ζήτημα αρχής: Υπό ξένη στρατιωτική κατοχή, δεν ψηφίζουμε».

Καμπ Ντέιβιντ Νο2

Στις 25 Ιουλίου 2000 η συνάντηση Μπάρακ-Αραφάτ υπό την επιδιαιτησία του Κλίντον στο Καμπ Ντέιβιντ Νο2, 22 χρόνια μετά από το πρώτο, καταλήγει σε παταγώδη αποτυχία. Η μοναδική του «κατάκτηση» ήταν ότι ΗΠΑ και Ισραήλ επέβαλαν στον Αραφάτ την επ’ αόριστον αναβολή της ανακήρυξης του παλαιστινιακού κράτους.

(Επόμενο: Ειρήνη με κατοχή δε γίνεται)