Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2006

Η Νότια Αφρική μοντέλο για την Παλαιστίνη

Άρθρο του Ali Abunimah, aπό την Chicago Tribune, 12 Νοέμβρη 2006
Πρόλογος και μετάφραση: Τάκης Γέρος

Το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί η Ισραηλινο-Παλαιστινιακή σύγκρουση έχει οδηγήσει στην αναβίωση της ιδέας για ένα «ενιαίο» ή «δι-κοινοτικό» κράτος. Αν και τέτοιες απόψεις προς το παρόν παραμένουν μειοψηφικές, εντούτοις κερδίζουν συνεχώς έδαφος και παρουσία μέσα στο δημόσιο λόγο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πολλές αραβικές οργανώσεις έχουν στραφεί εδώ και καιρό προς στην προοπτική αυτή, σε αντίθεση με την Ευρώπη όπου ο επίσημος πολιτικός λόγος αλλά και ο κυρίαρχος λόγος της αριστεράς εξακολουθεί να βρίσκεται προσανατολισμένος προς τη «λύση των δύο κρατών». Πρέπει να τονιστεί όμως εδώ ότι η αφορμή για την αναβίωση της συζήτησης αυτής δεν ήταν κάποιος προγραμματικός αντι-εθνικισμός αλλά η ρεαλιστικότατη διαπίστωση ότι η «λύση των δύο κρατών» μοιάζει να έχει καταστεί πια ανέφικτη - εξαιτίας των μη-αναστρέψιμων εδαφικών δεδομένων που έχει δημιουργήσει το Ισραήλ (μέσω της κατασκευής μεγάλων εποικιστικών συγκροτημάτων αλλά και ενός εκτεταμένου δικτύου αυτοκινητοδρόμων προοριζόμενων για τους εποίκους), τα οποία έχουν ήδη κατατεμαχίσει τη Δυτική Όχθη και έχουν υπονομεύσει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός βιώσιμου παλαστινιακού κράτους. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και διάφορες πρόσφατες απόψεις Παλαιστινίων που συστήνουν την αυτοδιάλυση της Παλαιστινιακής Αρχής, ή τη μεταστροφή του παλαιστινιακού αγώνα από ένοπλο εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα («το μοντέλο Αλγερίας») σε κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων («το μοντέλο Νότιας Αφρικής»). Το άρθρο (από την Chicago Tribune, 12 Νοεμβρίου 2006) ανήκει στο Αμερικανο-Παλαιστίνιο δημοσιογράφο Άλι Αμπουνιμάχ, που έχει πρόσφατα γράψει ένα βιβλίο σχετικό με το παραπάνω ζήτημα (One Country: A Bold-Proposal to End the Palestinian-Israeli Impasse, Metropolitan Books, 2006).
Καθώς παρακολουθούσα την προηγούμενη εβδομάδα τις εικόνες της καταστροφής από τη Λωρίδα της Γάζας, όπου μια Ισραηλινή επίθεση με οβίδες είχε ξεκληρίσει μια ολόκληρη οικογένεια, μπορούσα σαν Παλαιστίνιος να κατανοήσω τα συναισθήματα ενός από τους επιζώντες που δήλωνε: «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι μια μέρα θα ζούμε ειρηνικά μαζί τους». Γνωρίζω όμως ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή.Όταν ιδρύθηκε το Ισραήλ, οι ιδρυτές του δήλωσαν ότι θα ήταν ένα υπόδειγμα ηθικού κράτους. Για πολλούς εβραίους αυτό έμοιαζε να αποτελεί την θαυματουργή λύτρωση έπειτα από τόσο πόνο και απώλεια που υπέφεραν εξαιτίας του ναζιστικού Ολοκαυτώματος.
Οι Παλαιστίνιοι βίωσαν μια διαφορετική πραγματικότητα. Το Ισραήλ μετατράπηκε σε ένα «εβραϊκό κράτος» στο εσωτερικό μιας χώρας που υπήρξε πάντοτε πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική. Η εκδίωξη και ο αποκλεισμός των Παλαιστίνιων από την ίδια τους την πατρίδα έχει οδηγήσει τους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους σε έναν ατελείωτο εφιάλτη αμοιβαίας μη-αναγνώρισης και αιματοκυλίσματος.
Για δεκαετίες η συμβατική άποψη ήταν ότι η σύγκρουση αυτή μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσω του διαχωρισμού της χώρας σε δύο κράτη. Εντούτοις, παρά τις υπέρογκες πολιτικές και διπλωματικές προσπάθειες που καταβλήθηκαν για να επιτευχθεί αυτό οι δύο λαοί παραμένουν πλήρως αλληλοδιαπλεκόμενοι – χωρίς αυτό να ευχαριστεί κανέναν από τους δύο. Το ισραηλινό σχέδιο της ίδρυσης εποικισμών-αποικιών στο εσωτερικό των παλαιστινιακών εδαφών, εκεί δηλαδή όπου οι Παλαιστίνιοι ήθελαν να δημιουργήσουν ένα κράτος, έχει καταστήσει τον διαχωρισμό αυτόν αδύνατο. Την ίδια στιγμή το Ισραήλ έχει βρεθεί αντιμέτωπο με έναν γρίφο. Για πρώτη φορά από τότε που ιδρύθηκε το κράτος τους οι Ισραηλινοί εβραίοι δεν συνιστούν πια την απόλυτη πλειονότητα μέσα στα εδάφη που ελέγχουν. Σήμερα υπάρχουν περίπου πέντε εκατομμύρια εβραίοι και πέντε εκατομμύρια Παλαστίνιοι οι οποίοι ζούνε πάνω στην ίδια γη. Η μελλοντικές τάσεις δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Μέσα σε πέντε χρόνια οι Παλαιστίνιοι θα αποτελούν την σαφή πλειονότητα.
Το 2003 ο ισραηλινός πρωθυπουργός Εχούντ Όλμερτ αναγνώρισε τι θα σήμαινε αυτό: «Πλησιάζουμε στο σημείο εκείνο που όλο και περισσότεροι Παλαιστίνιοι θα λένε ότι δεν υπάρχει χώρος για δύο κράτη σε αυτή την χώρα και ότι το μόνο που θέλουμε είναι το δικαίωμα να ψηφίζουμε. Την ημέρα που θα το αποκτήσουν, θα τα έχουμε χάσει όλα». Προειδοποιώντας ότι το Ισραήλ, στο βαθμό που θα διατηρήσει όλα τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, δεν θα μπορεί να παραμείνει και εβραϊκό και δημοκρατικό κράτος, ο Όλμερτ πρόσθεσε: «Ανατριχιάζω στη σκέψη ότι οι φιλελεύθερες εβραϊκές οργανώσεις που σήκωσαν το βάρος του αγώνα ενάντια στο απαρχάιντ, θα ηγηθούν του αγώνα εναντίον μας».
Ορισμένοι ακραίοι Ισραηλινοί, όπως ο καινούριος υπουργός παρά τω πρωθυπουργό Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, πιστεύουν ότι αυτό το «δημογραφικό πρόβλημα» μπορεί να επιλυθεί μέσω της εκδίωξης των μη-εβραίων. Η λύση που έχει επιλεγεί από το Ισραήλ, την οποία αποκαλεί «μονομερή διαχωρισμό», εντοιχίζει τους Παλαιστίνιους σε εξαθλιωμένα γκέτο που οι ίδιοι τα συγκρίνουν με τις πόλεις και τα Μπαντουστάν που είχαν στηθεί για τον μαύρο πληθυσμό από το καθεστώς του Απαρχάιντ στη Νότια Αφρική. Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς στη Γάζα, το αποτέλεσμα της προσέγγισης αυτής σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη απελπισία, αντίσταση, άρνηση διαπραγμάτευσης και βέβαιη καταστροφή και για τους δύο λαούς.
Η λύση των δύο κρατών παραμένει ελκυστική και ανακουφιστική με τη φαινομενική απλότητα και κατηγορηματικότητα που τη χαρακτηρίζει. Στην πραγματικότητα όμως έχει αποδειχθεί ανέφικτη, αφού ούτε οι Παλαιστίνιοι ούτε οι Ισραηλινοί είναι πρόθυμοι να παραιτηθούν από σημαντικό μέρος της χώρας που αγαπούν. Αντιμέτωποι με αυτό το αδιέξοδο μια μικρή αλλά αυξανόμενη σε μέγεθος ομάδα Ισραηλινών και Παλαιστινίων επιχειρούν να εξερευνήσουν μια παλιά ιδέα που έχει παραμείνει εδώ και πολύ καιρό σε λανθάνουσα μορφή: Γιατί να μην έχουμε ένα ενιαίο κράτος στο οποίο και οι δύο λαοί θα απολαμβάνουν ίσα δικαιώματα, προστασία αλλά και θρησκευτική ελευθερία; Πολλοί απορρίπτουν την ιδέα αυτή σαν μια ουτοπική ονειροπόληση.
Ο Άλιστερ Σπάρκς, ο θρυλικός εκδότης της εφημερίδας Rand Daily Mail που είχε εναντιωθεί στο Απαρχάιντ, έχει παρατηρήσει ότι η σύγκρουση στη Νότια Αφρική έμοιαζε κατά κύριο λόγο σε αυτή της Βόρειο-Ιρλανδικής και της Ισραηλινο-Παλαιστινιακής σύγκρουσης, διότι καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις αφορούσε σε «δύο εθνοτικούς εθνικισμούς» που βρίσκονταν σε έναν φαινομενικά ασυμφιλίωτο ανταγωνισμό για «το ίδιο κομμάτι του εδάφους». Εάν η προοπτική της «ενιαίας κοσμικής χώρας που θα την μοιράζονται όλοι» μοιάζει να είναι σήμερα «αδιανόητη» στην περίπτωση του Ισραήλ και της Παλαιστίνης, τότε μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο απίθανη φαινόταν κάποτε στην Νότια Αφρική. Εντούτοις, «αυτό ακριβώς κάναμε», λέει ο Σπάρκς, «χωρίς την παρουσία ξένων διαμεσολαβών και χωρίς χειραψίες πάνω στη χλόη του Λευκού Οίκου».
Είναι βέβαιο ότι οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την Νότια Αφρική απλά σαν ένα καλούπι. Θα πρέπει να επεξεργαστούν τους δικούς τους θεσμικούς διακανονισμούς, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών εκείνων που θα επιτρέψουν στις εθνοτικές κοινότητες να διατηρήσουν την αυτονομία τους στα ζητήματα που τους αφορούν, αλλά και να διασφαλίσουν ότι καμία ομάδα δεν θα κυριαρχήσει επί της άλλης. Θα πρέπει επίσης να γίνει πολλή δουλειά για να επουλωθούν οι τρομακτικές πληγές του παρελθόντος. Η λύση αυτή προσφέρει την δυνατότητα να γίνει για πρώτη φορά η Παλαιστίνη/Ισραήλ εκείνο το πραγματικά ασφαλές σπίτι όπου οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι θα μπορέσουν να αποδεχθούν ό ένας τον άλλον. Μπορεί να πρόκειται για ένα δύσβατο μονοπάτι, αλλά κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει μια αχτίδα φωτός.