Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Η νέα στρατηγική του Ισραήλ: «Σαμποτάζ» και «επίθεση» στο παγκόσμιο κίνημα για δικαιοσύνη

του Ali Abunimah, Πηγή: The Electronic Intifada, 16 Φλεβάρη 2010

Μια απίστευτη σειρά από άρθρα, εκθέσεις και παρουσιάσεις από το μεγάλης επιρροής ισραηλινό Ινστιτούτο Reut έχει χαρακτηρίσει το παγκόσμιο κίνημα για δικαιοσύνη, ισότητα και ειρήνη ως «υπαρξιακή απειλή» για το Ισραήλ και κάλεσε την ισραηλινή κυβέρνηση να διαθέσει σημαντικούς πόρους για να "επιτεθεί" και ενδεχομένως να αναλάβει εγκληματικό «σαμποτάζ» εναντίον αυτού του κινήματος που όπως πιστεύει το Reut οι διάφοροι διεθνείς "κόμβοι του" βρίσκονται στο Λονδίνο, τη Μαδρίτη, το Τορόντο, στην ακτή του Σαν Φραντσίσκο και ακόμα πιο πέρα.

Οι αναλύσεις του Ινστιτούτου Reut θεωρούν το παραδοσιακό στρατηγικό δόγμα του Ισραήλ - το οποίο βλέπει τις απειλές για την ύπαρξη του κράτους κυρίως με στρατιωτικούς όρους που πρέπει να αντιμετωπίζονται με στρατιωτική αντίδραση - εντελώς ξεπερασμένο. Αντίθετα, θεωρεί πως αυτό που αντιμετωπίζει το Ισραήλ σήμερα είναι μια συνδυασμένη απειλή από ένα «Δίκτυο Αντίστασης» και ένα «Δίκτυο Απονομιμοποίησης».

Το Δίκτυο Αντίστασης αποτελείται από πολιτικές και ένοπλες ομάδες, όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ που "βασίζονται σε στρατιωτικά μέσα για να σαμποτάρουν κάθε κίνηση κατευθυνόμενη προς τον διαχωρισμό Ισραήλ και Παλαιστινίων ή την εξασφάλιση μιας λύσης δύο κρατών" ("Η πρόκληση της απονομιμοποίησης: δημιουργία μιας πολιτικής ασπίδας ασφαλείας», Ινστιτούτο Reut, 14 Φεβρουαρίου 2010).

Επιπλέον, το «Δίκτυο Αντίστασης» υποτίθεται ότι έχει ως στόχο να προκαλέσει πολιτική «κατάρρευση του Ισραήλ» - τύπου Νότιας Αφρικής, Ανατολικής Γερμανίας ή Σοβιετικής Ένωσης - και όχι να επιφέρει στρατιωτική ήττα με άμεση αντιπαράθεση στο πεδίο της μάχης.

Το «Δίκτυο Απονομιμοποίησης» - το οποίο ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Reut και πρώην σύμβουλος της κυβέρνησης του Ισραήλ Gidi Grinstein ισχυρίζεται προκλητικά πως βρίσκεται σε μια «ανίερη συμμαχία» με το Δίκτυο Αντίστασης, αποτελείται από το πλατύ, μη συντονισμένο και ανεπίσημο κίνημα ειρήνης και δικαιοσύνης, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και BDS (μποϋκοτάζ, αποεπένδυση και κυρώσεις) ακτιβιστών σε όλο τον κόσμο. Στις εκδηλώσεις του περιλαμβάνονται διαμαρτυρίες εναντίον ισραηλινών αξιωματούχων που επισκέπτονται τα πανεπιστήμια, η εβδομάδα και του ισραηλινού Απαρτχάιντ, ακτιβισμός θρησκευτικών και συνδικαλιστικών ομάδων και "νομική δράση", δηλαδή χρήση της οικουμενικής δικαιοδοσίας για να καταστήσει νομικά υπόλογους τους κατηγορούμενους για εγκλήματα πολέμου Ισραηλινούς. Το Ινστιτούτο Reut αναφέρει ακόμα και την ομιλία μου στο φοιτητικό συνέδριο BDS που πραγματοποιήθηκε στο Hampshire College τον περασμένο Νοέμβριο για να δείξει τον τρόπο με τον οποίο υποτίθεται ότι λειτουργεί η στρατηγική "απονομιμοποίησης" «Διαβρώνοντας τη νομιμότητα του Ισραήλ στη διεθνή σκηνή," Reut Ινστιτούτο, 28 Ιανουαρίου 2010).

Η συνδυασμένη "επίθεση" από "αντιστασιακούς" και "απονομιμοποητές," λέει το Reut, «έχει στρατηγική σημασία, και μπορεί να εξελιχθεί σε μια ολοκληρωμένη υπαρξιακή απειλή μέσα σε λίγα χρόνια." Προειδοποιεί, επίσης, ότι «προάγγελος μιας τέτοιας απειλής θα είναι η κατάρρευση της λύσης δύο κρατών που έχει συμφωνηθεί ως πλαίσιο για την επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης, καθώς και η συσπείρωση στη λύση του ενός κράτους» ως ένα νέο πλαίσιο εναλλακτικής λύσης. "

Βασικά, η ανάλυση του Reut αποτελεί πρόοδο σε σχέση με την πιο πρωτόγονη και μέχρι σήμερα κυρίαρχη ισραηλινή στρατηγική σκέψη, Αντανακλά την συνειδητοποίηση, όπως το έθεσα στην ομιλία μου στο Hampshire, ότι «ο σιωνισμός δεν μπορεί να βομβαρδίζει, να απαγάγει, να δολοφονεί, να απελαύνει, να κατεδαφίζει, να προωθεί τους εποικισμούς και να στρώνει το δρόμο της νομιμοποίησης και της αποδοχής. "

Αλλά η σχετική ανάλυση του Ινστιτούτου Reut παρουσιάζει πλήρη αδυναμία να ξεχωρίσει αιτία και αποτέλεσμα. Φαίνεται να υποστηρίζει ότι η δραματική διάβρωση του διεθνούς κύρους του Ισραήλ από τους πολέμους του στο Λίβανο το 2006 και στη Γάζα το 2009, είναι αποτέλεσμα της δύναμης του "δικτύου απονομιμοποίησης" στο οποίο καταλογίζει εξ ολοκλήρου άνομους, δόλιους και βλαβερούς στόχους – ουσιαστικά την "καταστροφή του Ισραήλ."

Κατηγορεί τους "απονομιμοποιητές" και "αντιστασιακούς" για ματαίωση της λύσης των δύο κρατών, αλλά αγνοεί τον αδιάκοπο και συνεχή εποικισμό από το Ισραήλ- εποικισμό που υποστηρίζεται ουσιαστικά από κάθε όργανο του κράτους – που έχει σχεδιαστεί και στοχεύει να κάνει την αποχώρηση των Ισραηλινών από τη Δυτική Όχθη αδύνατη.

Ούτε μια στιγμή δεν θεωρεί ότι οι εντεινόμενες επικρίσεις των ενεργειών του Ισραήλ μπορεί να είναι δικαιολογημένες, ή ότι οι αυξανόμενοι αριθμοί των ανθρώπων που είναι έτοιμοι να διαθέσουν το χρόνο τους και τις προσπάθειες τους για να αντιταχθούν στις ενέργειες του Ισραήλ, κινητοποιούνται από πραγματική οργή και επιθυμία να δουν δικαιοσύνη, ισότητα και ένα τέλος στην αιματοχυσία. Με άλλα λόγια, το Ισραήλ το ίδιο απονομιμοποιεί τον εαυτό του.

Το Reut δεν κάνει συστάσεις προς το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο - το οποίο πραγματοποίησε πρόσφατα μια ειδική ακρόαση για την παρουσίαση των ευρημάτων αυτού του think tank - ότι το Ισραήλ θα πρέπει να αλλάξει ουσιαστικά τη συμπεριφορά του έναντι των Παλαιστινίων και του Λιβάνου. Δεν λαμβάνει υπόψη ότι το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική είχε να αντιμετωπίσει κάποτε ένα παγκόσμιο "δίκτυο απονομιμοποίησης", και ότι αυτό το καθεστώς έχει πλέον εξαφανιστεί. Η Νότια Αφρική, ωστόσο, εξακολουθεί να υφίσταται. Μόλις η αιτία που υπαγορεύει το κίνημα εξαφανιστεί – δηλαδή η αδικία του επίσημου απαρτχάιντ – οι άνθρωποι μαζεύουν τα πλακάτ τους και τις εκστρατείες BDS και πηγαίνουν σπίτι τους.

Αντ’ αυτού, το Reut συνιστά στην κυβέρνηση του Ισραήλ επιθετική και, ενδεχομένως, ποινική αντεπίθεση. Μια παρουσίαση powerpoint του Grinstein στην πρόσφατη διάσκεψη στη Herzliya για την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ, καλεί στην πραγματικότητα τις «υπηρεσίες πληροφοριών του Ισραήλ να επικεντρωθούν στα λεγόμενα ασυντόνιστα "κέντρα" του "δικτύου απονομιμοποίησης" και να συμμετάσχουν στην "επίθεση στους καταλύτες" του δικτύου αυτού. Στην έκθεση «Η πρόκληση της απονομιμοποίησης - δημιουργία μιας πολιτικής ασπίδας ασφαλείας» το Reut συνιστά "το Ισραήλ να σαμποτάρει τους καταλύτες του δικτύου."

Η χρήση της λέξης «σαμποτάζ» είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και θα πρέπει να επιστήσει την προσοχή των κυβερνήσεων, των φορέων επιβολής του νόμου και των υπαλλήλων πανεπιστημίων που ανησυχούν για την ασφάλεια και την ευημερία των μαθητών και των πολιτών τους. Ο μοναδικός ορισμός του «σαμποτάζ», στο δίκαιο των Ηνωμένων Πολιτειών, το θεωρεί μια πράξη πολέμου στο ίδιο επίπεδο με την προδοσία, όταν πραγματοποιούνται κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Επιπλέον, σε κοινή χρήση, το αμερικανικό λεξικό Heritage ορίζει το σαμποτάζ ως "προληπτική δράση για να νικήσει ή να εμποδίσει ένα σκοπό ή μια προσπάθεια, Σκόπιμη ανατροπή." Είναι δύσκολο να σκεφτώ μια νόμιμη χρήση του όρου αυτού σε ένα πολιτικό πλαίσιο ή στο πλαίσιο υπεράσπισης ενός σκοπού.

Τελικά, το Reut φαίνεται να καλεί τις υπηρεσίες κατασκοπείας του Ισραήλ σε κρυφές δραστηριότητες ώστε να παρακωλύσουν την άσκηση της νόμιμης ελευθερίας του λόγου, της συνάθροισης και υπεράσπισης ενός σκοπού στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ενδεχομένως να βλάψει άτομα και οργανισμούς. Αυτές οι προειδοποιήσεις για ενδεχόμενη πρόθεση του Ισραήλ - ιδίως υπό το φως της μακράς ιστορίας εγκληματικής δραστηριότητας του στο εξωτερικό - θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη.

Το Ινστιτούτο Reut, που εδρεύει στο Τελ Αβίβ, συγκεντρώνει ένα σημαντικό ποσό κεφαλαίων που υπόκεινται σε απαλλαγή φορολογίας στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω ενός μη κερδοσκοπικού βραχίονα που ονομάζεται Αμερικανοί Φίλοι του Ινστιτούτου Reut (AFRI). Σύμφωνα με τις δημοσιοποιημένες καταγραφές του, το AFRI έστειλε σχεδόν 2 εκατομμύρια δολάρια στο Ινστιτούτο Reut το 2006 και το 2007.

Εκτός από την εκστρατεία διεθνούς «σαμποτάζ»,το Reut συνιστά επίσης μια "μαλακή" πολιτική. Αυτό αφορά ειδικά, καλύτερη hasbara ή κρατική προπαγάνδα για να «ξεπλύνει» το Ισραήλ ως παράδεισο υψηλής τεχνολογίας για περιβαλλοντικές τεχνολογίες και υψηλή κουλτούρα - κάτι που αποκαλεί "Μάρκα (Brand) Ισραήλ."

Άλλα στοιχεία περιλαμβάνουν "τη διατήρησης χιλιάδων προσωπικών σχέσεων με προσωπικότητες πολιτικές, πολιτιστικές, μέσων μαζικής ενημέρωσης, άτομα που σχετίζονται με την ασφάλεια και άτομα που έχουν "επιρροή" σε όλο τον κόσμο, και "αξιοποίηση και των εβραϊκών κοινοτήτων της διασποράς του Ισραήλ" ακόμη πιο στενά για το σκοπό αυτό. Τονίζει ακόμη ότι το Ισραήλ θα πρέπει να χρησιμοποιεί τη " διεθνή βοήθεια" για την προώθηση της εικόνας του (η γρήγορη επέμβαση στο σεισμό που κατέστρεψε Αϊτή ήταν ένα παράδειγμα αυτής της τακτικής).

Αυτό που συνδέει όλες τις στρατηγικές αυτές είναι ότι έχουν στόχο τη ματαίωση, την καθυστέρηση και την απόσπαση της προσοχής από το θεμελιώδες ζήτημα: ότι το Ισραήλ - παρά τους ισχυρισμούς του, ότι είναι ένα φιλελεύθερο και δημοκρατικό κράτος - είναι ένα υπερεθνικιστικό κράτος μια εθνοκρατία που εξαρτάται από την βίαιη καταστολή των πιο θεμελιωδών δικαιωμάτων εκατομμυρίων Παλαιστινίων, που σύντομα θα αποτελούν δημογραφική πλειοψηφία, για να διατηρήσει το status quo. Δεν υπάρχει "αλλαγή του παιχνιδιού" στη νέα στρατηγική του Reut.

Το Reut προφανώς αγνοεί ακόμη και την ειρωνεία της προσπάθειας για εξωραϊσμό της "Μάρκας Ισραήλ", την ίδια στιγμή που συνιστά δημόσια οι υποχθόνιοι κατάσκοποι του Ισραήλ να "σαμποτάρουν" ομάδες υποστήριξης της ειρήνης σε ξένο έδαφος.

Υπάρχουν όμως δύο διδάγματα που πρέπει να ληφθούν υπόψη: το ένα είναι πως η ανάλυση του Reut δικαιώνει την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής BDS, και το δεύτερο πως, καθώς η ελίτ του Ισραήλ φοβάται ολοένα και περισσότερο για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές του σιωνιστικού σχεδίου, είναι πιθανό να γίνει πιο αδίστακτη και απελπισμένη από ποτέ.