Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2007

Η αραβική αριστερά, εθνικιστές και ισλαμιστές

Κοσμικότητα και ισλαμισμός στον αραβικό κόσμο
του Sukant Chandan, 8 Οκτώβρη 2007
Ο Sukant Chandan είναι δημοσιογράφος, ερευνητής και πολιτικός αναλυτής με έδρα το Λονδίνο. Το άρθρο βρίσκεται δημοσιευμένο από το συγγραφέα στο http://ouraim.blogspot.com. Ο Sukant Chandan διευθύνει επίσης το blog http://ouraim.blogspot.com/
Η κοσμική πολιτική ηγεσία στον αραβικό κόσμο τοποθετώντας την σε ένα ιστορικό πλαίσιο, έχει πολύ σύντομη ιστορία. Έγινε κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα για μερικές δεκαετίες στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα και σήμερα γνωρίζει σχεδόν μια πλήρη κατάρρευση ανάμεσα στα πολιτικά κινήματα που αγωνίζονται για ανεξαρτησία και ανάπτυξη στην περιοχή. Διάφοροι ισλαμιστές ηγέτες αποτέλεσαν την κύρια πολιτική έμπνευση για τους Άραβες στα απελευθερωτικά τους κινήματά. Ο Σαλαχεντίν αλ Αγιούμπ, γνωστός ως Σαλαντίν, ο οποίος απελευθέρωσε την Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους τον δωδέκατο αιώνα είναι πιθανότατα ο πιο γνωστός ισλαμιστής ηγέτης στον υπόλοιπο κόσμο. Η κληρονομιά του Σαλαντίν παραμένει μια πλούσια πηγή έμπνευσης για τους Άραβες, ειδικά για τους ριζοσπάστες Ισλαμιστές, που όχι μόνο βλέπουν τις ομοιότητες με τις σημερινές στρατιωτικές εισβολές και την κατοχή, αλλά ενσωματώνουν αυτή την ιστορία στην πολιτικής τους για τον αγώνα ενάντια σε αυτούς που θεωρούν σύγχρονους σταυροφόρους. Πρόσφατα, το πολιτικό Ισλάμ ήταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατία του εικοστού αιώνα. Υπάρχουν παραδείγματα από κινήματα και ηγέτες από κάθε αραβική χώρα, αλλά ανάμεσα στους πιο γνωστούς είναι ο Σεΐχης Ιζ αλ ντιν Κασάμ από τον οποίο πήρε το όνομά της η ένοπλη πτέρυγα της Χαμάς. Ο Σεΐχης Ιζ αλ ντιν Κασάμ σκοτώθηκε από τους Βρετανούς αποικιοκράτες σε ένοπλη σύγκρουση στην Παλαιστίνη, ο θάνατός του ήταν η σπίθα για μια εξέγερση που μερικοί θεωρούν την πρώτη παλαιστινιακή ιντιφάντα από το 1936 ως το 1939. Στο Ιράκ οι Σιίτες ισλαμιστές ενώθηκαν με τους Σουνίτες ενάντια στους Βρετανούς αποικιοκράτες το 1920 σε μια λαϊκή εξέγερση από την οποία μια από τις μεγαλύτερες σύγχρονες ιρακινές επαναστατικές ομάδες οι«Ταξιαρχίες της επανάστασης του 1920» πήραν το όνομά τους. Ο Ισλαμισμός των Σιιτών στο Ιράκ μπορεί επίσης να συνδεθεί με την ανάδειξη της Λιβανικής Χεζμπολά. Ισλαμιστές διανοούμενοι, όπως ο Φαντάλλα, ένας επιφανής ριζοσπάστης σιίτης διανοούμενος με έδρα το Λίβανο που έχει στενές σχέσεις με τη Χεζμπολά, ήταν μετανάστες στο Λίβανο από τα θρησκευτικά κέντρα του Ιράκ και Ιράν. Σε θεωρητικό επίπεδο οι ιδέες του Μοχάμεντ Αμπνού και του Αλ Αφγκάνι το δέκατο ένατο αιώνα και ακόμα παλιότερα του Ίμπν Ταμίγια από το δέκατο τέταρτο αιώνα, συνέβαλλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της ισλαμικής ιδεολογίας.
Ενώ κανείς μπορεί να αναζητήσει τις επιρροές του σύγχρονου Ισλαμισμού στην ίδια την ιστορία της περιοχής, ως ένα εγεννές στοιχείο της πολιτικής ταυτότητας του λαού και των αγώνων του, αντίθετα ήταν η ευρωπαϊκή πολιτισμική και πολιτική επιρροή που επηρέασε τον σύγχρονο κοσμικό αραβικό εθνικισμό. Ο ιδρυτής αυτού του ρεύματος ήταν ο Σύριος Σάτι αλ Χούσρι, ο οποίος εμπνεύστηκε από τη Γαλλικό ρεπουμπλικανισμό και τον Γερμανικό εθνικισμό του δέκατου ένατου αιώνα. Ο Αραβικός εθνικισμός έγινε η κυρίαρχη πολιτική δύναμη την περίοδο μετά του Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο
Όπως στον υπόλοιπο «Τρίτο Κόσμο» την περίοδο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ενδυναμώθηκαν και σε σε αυτή την περιοχή κοσμικά και αριστερά ρεύματα που εμπνέονταν από το παράδειγμα της ανεξαρτησίας και κοινωνικής ανάπτυξης του Σοσιαλιστικού Μπλόκ, μπροστά στην νεοαποικιακή επιθετικότητα. Επίσης μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξή τους έπαιξαν από την άμεση ή έμμεση υποστήριξη από την ΕΣΣΔ, τις σοσιαλιστικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης την Κίνα έως και τα ριζοσπαστικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου.
Ο επιφανής κοσμικός άραβας εθνικιστής Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ στην Αίγυπτο που με την κρατικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ σηματοδότησε την ακμή της σύγχρονης αραβικής αναγέννησης. Αυτό με την σειρά του δημιούργησε μια πρωτοφανή ατμόσφαιρα αραβικής αυτοπεποίθησης που αναζωογόνησε διάφορες τάσεις αραβικού εθνικισμού, μια εποχή στην οποία τμήματα του αραβικού εθνικιστικού και σοσιαλιστικού Κόμματος Μπάαθ ήρθαν στην εξουσία στην Συρία και το Ιράκ. Το Αραβικό Εθνικό Κίνημα, με έδρα βασικά τη Βυρηττό, αναπτύχθηκε σε διάφορες αριστερές δυνάμεις όπως το Μαρξιστικό Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) που έβαλε την τραγωδία του Παλαιστινιακού λαού στην παγκόσμια ατζέντα καθώς ήταν η πρώτη αραβική ένοπλη ομάδα που έκανε αεροπειρατείες σε επιβατικά αεροπλάνα. Και φυσικά η κοσμική και αριστερή πατριωτική Φατάχ του Γιάσερ Αραφάτ που ηγήθηκε της Παλαιστινιακής εθνικής επανάστασης στα τέλη της δεκαετίας του 60.
Την ίδια περίοδο επίσης οι ισλαμικές δυνάμεις κέρδιζαν έδαφος και βρίσκονταν συχνά στις γραμμές των απελευθερωτικών κινημάτων. Όσοι εντός και εκτός της περιοχής είχαν συμφέροντα να αντικρούσουν την αντιιμπεριαλιστική αριστερά και την άνοδο κινημάτων εθνικής ανεξαρτησίας, υποστήριξαν τμήματα του πολιτικού Ισλάμ που ήταν αντίθετα με τους κοσμικούς. Με δεδομένη την περίπλοκη σχέση μεταξύ των δύο πολιτικών κινημάτων, αυτή η σχέση συχνά υπεραπλουστεύεται. Στην Αλγερία το FLN ήταν ένα ισλαμικό κίνημα ανεξαρτησίας και ταυτόχρονα εμπνέοταν από τις ιδέες του Φανόν, Μαο, Τσε Γκεβάρα, αν και η ισλαμική τάση απαλείφθηκε λίγο μετά την ανεξαρτησία.
Πολλοί από την αρχική ηγεσία της Φατάχ (και ο ίδιος ο Αραφάτ όπως ο ίδιος ισχυριζόταν) ανήκαν στο κίνημα του οποίου η Χαμάς αποτελεί το «παλαιστινιακό τμήμα»: τη μουσουλμανική αδελφότητα των «Ίχουαν Μισιλμίιν» Αδελφοί Μουσουλμάνοι, μια σημαντική δύναμη μαζικού ριζοσπαστικού αντιιμπεριαλισμού μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με παρακλάδια σε όλο τον Αραβικό Κόσμο. Οι Αδελφοί ήταν πιο δυνατοί στην Αίγυπτο, πατρίδα του ιδρυτή τους Χασσάν αλ Μπάνα. Ένας άλλος αιγύπτιος ηγέτης των Αδελφών μετά το θάνατο του Χασσάν αλ Μπάνα ο Σαϊιντ Κούτμπ, ήταν πιθανά ο σημαντικότερος διανοούμενος διαμορφωτής της στρατηγικής τους. Εκτελέστηκε από το καθεστώς του Νάσερ το 1966 με την κατηγορία της συνωμοσίας για την κατάλυση του καθεστώτος. Αρχικά οι «Ελεύθεροι Αξιωματούχοι» του Νάσσερ και οι «Αδελφοί» ήταν σύμαχοι στον αγώνα κατά των Βρετανών, πριν το καθεστώς του Νάσσερ αρχίσει τη μαζική καταστολή ενάντια στο κίνημα, φυλακίζοντας και βασανίζοντας βάναυσα πολλά μέλη. Ένα γεγονός που δεν είναι πολύ γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο είναι ότι οι Παλαιστίνιοι «Αδελφοί» έπαιξαν και σημαντικό ρόλο στην αντίσταση ενάντια στη δημιουργία του Ισραήλ στην Παλαιστίνη στα τέλη της δεκαετίας του 40.
Είναι φανερό πλέον ότι η ήττα του Νάσσερ και των αραβικών δυνάμεων από το Ισραήλ το 1967 ήταν η αρχή της παρακμής της ηγεσίας των κοσμικών δυνάμεων. Όταν οι αριστεροί αγωνιστές της ανεξαρτησίας στη Μέση Ανατολή απέκτησαν εξουσία, η ηγεσία τους στον αγώνα ενάντια στο Σιωνισμό και τη νεοαποικιοκρατία άρχισε να περιορίζεται. Ενώ σε μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 70 ήταν οι αριστεροί υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας που αγωνίζονταν και καθοδηγούσαν, την ίδια δεκαετία είχαμε μια ποιοτική στροφή προς τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό. Οι αραβικοί λαοί εξοργίστηκαν όταν η Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου υπό τον Πρόεδρο Σαντάτ επιδίωξε ειρήνη με το Ισραήλ, αυξάνοντας τη λαϊκή απήχηση των «Αδελφών» και άλλων πιο ριζοσπαστικών Ισλαμιστών. Το γεγονός που συνέβαλλε περισσότερο από κάθε άλλο στην ανάπτυξη των Ισλαμιστών ήταν η ανατροπή από τους Ισλαμιστές του πιο στενού συμμάχου της Δύσης στην περιοχή-του Ιράν του Σάχη, που ήταν μέχρι τότε «μια όαση σταθερότητας», σύμφωνα με τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ.
Η ανάπτυξη των ριζοσπαστικών ισλαμικών κινημάτων τη δεκαετία του 80 γίνεται φανερή κυρίως με δύο Οργανώσεις: Τη λιβανική Χεζμπολάχ, η οποία υποστηριζόταν σε στρατιωτική εκπαίδευση και υποδομές από την Πασνταράν, την ιρανική στρατιωτική δύναμη και την Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ. Και τα δύο κινήματα θεωρούσαν το Ιράν ως κύρια πηγή έμπνευσης.
Η Παλαιστινιακή Τζιχάντ ήταν η πρώτη φανερά ισλαμική ομάδα που έκανε ένοπλο αγώνα ενάντια στην ισραηλινή κατοχή στις αρχές της δεκαετίας του 80 και το πρώτο κίνημα ανάμεσα στους σουνίτες που χρησιμοποίησε την αμφισβητούμενη τακτική των επιθέσεων καμικάζι. Την ίδια στιγμή οι Παλαιστίνιοι «Αδελφοί» ασχολήθηκαν με τη δημιουργία ενός δικτύου φιλανθρωπικών και θρησκευτικών οργανώσεων, που αποτελούσαν πολύτιμους κοινωνικούς θεσμούς για τις ζωές πολλών Παλαιστίνιων, ειδικά στη Γάζα. Οι «Αδελφοί» ίδρυσαν το Ισλαμικό Πανεπιστήμιο στη Γάζα στα τέλη της δεκαετίας του 70. Η δημιουργία ενός τέτοιου κέντρου μάθησης, αντιπαράθεσης και δραστηριότητας αποτέλεσε για αυτούς ένα μεγάλο βήμα και διαμόρφωσε μια νέα γενιά με ισλαμική εκπαίδευση. Παρόλ΄ αυτά η Ισλαμική Τζιχάντ ήταν μια πρόκληση για τους Παλαιστίνιους «Αδελφούς» καθώς ήταν η μόνη ισλαμική ένοπλη αντίσταση στο Ισραήλ εκείνη την εποχή. Αυτό σήμαινε ότι πολλοί νέαροι μέλη των «Αδελφών» είτε γίνονταν μέλη της Ισλαμικής Τζιχάντ ή πίεζαν την ηγεσία τους να αναπτύξει και να εφαρμόσει μια στρατιωτική στρατηγική για την Παλαιστινιακή Επανάσταση. Το γεγονός ότι ένας από τους πιο χαρισματικούς και ευφυείς ιδεολόγους των Παλαιστίνιων «Αδελφών», ο Φάδι Σικάκι, έφυγε και δημιούργησε την Ισλαμική Τζιχάντ, πρέπει να χειροτέρεψε την εικόνα των Παλαιστίνιων Αδελφών εκείνη την εποχή ως ένα κίνημα ανίκανο και άβουλο να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παλαιστινιακού αγώνα. Αυτό πιθανά επιτάχυνε τις προετοιμασίες του Σεΐχη Γιασσίν και άλλων ηγετών των Παλαιστίνιων «Αδελφών» για τον ένοπλο αγώνα που πραγματοποιήθηκε με την ίδρυση του Χαρακατ Μοκαουάμα αλ Ισλαμίγιε –Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης ή Χαμάς, τη δεύτερη μέρα της Παλαιστινιακής Ιντιφάντα του 1987. Το αρχικό κείμενο που εξέδωσε η Χαμάς το 1988 «Το Καταστατικό» είναι προβληματικό καθώς δίνει αξιοπιστία στα κατασκευασμένα Πρωτόκολλα της Σιών. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι αυτό το αντισημητικό κείμενο βρίσκει μεγάλη ανταπόκριση σε μεγάλο μέρος του πολιτικού φάσματος στη περιοχή λόγω της υποστήριξης της Δύσης στην πολιτική εποικισμών του Ισραήλ, και το αίσθημα αδυναμίας των μαζών μπροστά στην ισραηλινή βιαιότητα. Η Χαμάς έχει εκδώσει μια σειρά από κείμενα τα οποία δίνουν μια πιο ακριβή εικόνα της ιδεολογίας, της στρατηγικής και της τακτικής της.
Ο Οργανισμός για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) ισχυρίζεται ότι ηγήθηκε της Ιντιφάντα του 1987 και ότι είναι οι «μόνοι νόμιμοι εκπρόσωποι του Παλαιστινιακού λαού». Ωστόσο έχει υποστηριχθεί από τον Δρ. Αζάμ Ταμίμι στο νέο του βιβλίο για τη Χαμάς «Ανέκδοτα Κεφάλαια», ότι η προσπάθεια του ΟΑΠ να υποστηρίξει ότι είχε την ηγεσία μπορεί να γίνεται λόγω του σημαντικού ρόλου που έπαιξε η Χαμάς στην Ιντιφάντα, κάτι που αμφισβητεί τον ισχυρισμό του ΟΑΠ για την ηγεσία.
Είναι ειρωνεία της ιστορίας ότι οι οι υποστηριζόμενοι από τους Δυτικούς και τους Κινέζους Αφγανοί Μουζαχεντίν που πολέμησαν ενάντια στον σοβιετικό στρατό και την φιλο-σοβιετική κυβέρνηση στο Αφγανιστάν είναι αυτοί που έδωσαν μεγαλύτερη ορμή στην ανάπτυξη του σύγχρονου στρατιωτικού Ισλαμισμού. Ένα κίνημα που θα γινόταν σύντομα μια ισχυρή δύναμη ενάντια στη νεοαποικιοκρατία στην περιοχή. Η αφγανική τζιχάντ επέτρεψε στους μαχητές να ξεπεράσουν τις αντιπαλότητες μεταξύ διαφόρων ομάδων των διαφόρων εθνών και φυλών. Το ξεπέρασμα αυτών των διαφορών και η επιδίωξη παναραβικής και πανισλαμικής ενότητας ήταν μια από τις βασικές στρατηγικές του Μπιν Λάντεν και του Ζαουάχρι στη δημιουργία το 1998 της οργάνωσής τους του επιθετικού«Παγκόσμιου Ισλαμικού Μετώπου για Τζιχάντ ενάντια στους Σταυροφόρους και Εβραίους» γνωστή ως Αλ-Κάιντα που σημαίνει «η Βάση». Αρχικά για τον Μπιν Λάντεν, τον Ζαουάχρι και τους άλλους το Αφγανιστάν ήταν η βάση για την παγκοσμια τζιχάντ, σήμερα είναι κυρίως το Ιράκ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 80 ο Ισλαμισμός και το ισλαμικό κίνημα ήταν τόσο δημοφιλή που ο μέχρι τότε κοσμικός Άραβας εθνικιστής Σαντάμ Χουσείν, όπως και ο Μουαμμάρ Καντάφι πριν από αυτόν, άρχισε επίσημα να συνθέτει τον Ισλαμισμό με τις ιδέες του ιρακινού και αραβικού εθνικισμού, στο κοινωνικό και πολιτικό μόρφωμα του Ιράκ. Το πιο προφανές παράδειγμα για αυτό ήταν η προσθήκη της φράσης «Αλάου Άκμπαρ»-Αλάχ ο μεγαλύτερος- στην ιρακινή σημαία κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1990. Ο Σαντάμ Χουσείν ξεκίνησε ένα πρόγραμμα μαζικής κατασκευής τζαμιών και προσπάθησε να συμβάλλει στην ισλαμική αφύπνιση που λάμβανε χώρα στη στρατηγική των Μπαθιστών να κάνουν το Ιράκ την εμπροσθοφυλακή των αραβικών εθνών που αντιστέκονται στη νεοαποικιοκρατία. Ο Σαντάμ Χουσεΐν ήταν εκείνος που πιθανά συνέβαλλε σημαντικότερα στη σύγχρονη σύνθεση του (Παν)-αραβισμού και ισλαμισμού, μια άποψη που αναπτύχθηκε από τον Τζέρυ Λόνγκ στο βιβλίο το, «Ο πόλεμος των λέξεων του Σαντάμ». Στον πόλεμο του 1990 ενάντια στο Ιράκ εμφανίστηκαν για πρώτη φορά ενομένες οι αριστερές, οι εθνικιστικές και ισλαμικές δυνάμεις της περιοχής και πέρα από αυτή.
Η εγκατάσταση μεγάλων στρατιωτικών βάσεων των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία κατά τη διάρκεια της επιχείρησης κατά του Ιράκ, άλλαξε ριζικά τη θέση πολλών Ισλαμιστών, οι οποίοι μέχρι τότε είχαν συμμαχήσει με τις ΗΠΑ ενάντια στους εθνικιστές στην περιοχή. Αυτοί οι Ισλαμιστές, με πιο γνωστό τον Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν μπορούσαν να κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια να βλέπουν ισλαμικά εδάφη στο Ιράκ και τη Σαουδική Αραβία να κατέχονται από τις ΗΠΑ. Αυτό ήρθε να προστεθεί στη συνειδητοποίηση από μερικούς ισλαμιστές ότι οι ΗΠΑ και η Βρετανία δεν θα τους άφηναν να χρησιμοποιήσουν τον πετρελαϊκό τους πλούτο για όφελος των χωρών τους. Η εκμετάλλευση του πετρελαίου από τη Δύση θα σήμαινε ότι ο μόνος φυσικός πλούτος του Κόλπου-το πετρέλαιο-θα τελείωνε στα επόμενα σαράντα περίπου χρόνια και ότι έπρεπε να παλέψουν με τους Δυτικούς για να κερδίσουν τον έλεγχο του πετρελαίου τους, πριν να το χάσουν όλο. Αυτές οι πολιτικές αλλαγές κυριάρχησαν στην ίδρυση της Αλ Κάιντα και πολλών άλλων οργανώσεων που έχουν την αντίληψη της στρατιωτικής πρωταρχικότητας και πολλών ακόμα άλλων που μοιράζονται τον πολιτικό στόχο ενός αραβικού κόσμου απαλλαγμένου από τη Δυτική Κυριαρχία.
Κανείς βλέπει σήμερα τη στροφή από τον κοσμικό εθνικισμό στον Ισλαμισμό να φτάνει στην ολοκλήρωσή του. Ο Γαϊθ Αμπνούλ Άχαντ στην ανταπόκρισή του στη Guardian στις 12 Ιουνίου 2007, από τους προσφυγικούς καταυλισμούς του Λιβάνου, περιγράφει με ζωντανό τρόπο αυτή την αλλαγή, συγκρίνοντας τους ασθενικούς, με ελλειπή εξοπλισμό και φτωχή διατροφή μαχητές των παλιών κοσμικών παρατάξεων και τους δυνατούς γενειοφόρους μαχητές της τζιχάντ με τον καλό εξοπλισμό με τη χρηματοδότηση από το δίκτυο ισλαμικών οργανώσεων που βρίσκονται παντού στη Μέση Ανατολή. Περιγράφει τη μετάβαση των ριζοσπαστών Παλαιστίνιων από το πρώην μαρξιστικό στρατόπεδο στο Ισλαμικό. Όπως είπε στον Αμπνούλ Άχαντ ένας μαρξιστής στα πενήντα του «Δεν έχασα ποτέ τον πολιτικό μου προσανατολισμό. Όπου βρίσκονται οι Αμερικάνοι και οι Ισραηλινοί εγώ είμαι στην απέναντι πλευρά. Οπότε αν η Χεζμπολά, οι Ιρανοί και οι Ισλαμιστές είναι ενάντια στους Αμερικάνους σήμερα, είμαι και εγώ Ισλαμιστής». Υπογραμμίζοντας τη συνέχεια ανάμεσα στις κοσμικές ένοπλες ομάδες του παρελθόντος με τις ένοπλες ισλαμικές ομάδες του σήμερα, ένας ηγέτης του Λαϊκού Μετώπου εξηγεί στον Αμπνούλ Άχαντ ότι «οι περισσότεροι από αυτούς του μαχητές της Τζιχάντ μάχονταν παλιότερα μαζί μας και με άλλες παλαιστινιακές παρατάξεις... αν έρθεις και μου δώσεις 100.000$ θα φύγω από το Λαϊκό Μέτωπο και θα δημιουργήσω το Λαϊκό Μέτωπο: στρατός των πιστών. Είναι τόσο απλό». Ένας άλλος κοσμικός ηγέτης εξηγεί την απογοήτευση και οργή της αραβικής νεολαίας για την κατάστασή της, που την οδηγεί στις ένοπλες ομάδες: «Έχουμε νέους άντρες που δεν έχουν τίποτα, καμία ελπίδα για κράτος ή για δικαίωμα επιστροφής για τους πρόσφυγες, τίποτα παρά τους δύο δρόμους του καταυλισμού. Με αυτή την κατάσταση δεν θα μου έκανε εντύπωση αν ο μισός προσφυγικός καταυλισμός γίνονταν μαχητές της Τζιχάντ.
Οι Ισλαμιστές ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατία και τη νεοαποικιοκρατία στη Μέση Ανατολή από την εποχή των Σταυροφοριών. Ορισμένοι ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και όσοι υποστηρίζουν την ανεξαρτησία και ανάπτυξη του Αραβικού Κόσμου, γνωρίζουν για την εποχή μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν τα ισλαμικά κινήματα υποστηρίζονταν από εκείνους που τα έβλεπαν ως αντίβαρο στα κοσμικά αντι-ιμπεριαλιστικά κινήματα διαφόρων αραβικών εθνικιστικών ή μαρξιστικών τάσεων. Από την άλλη πλευρά, παρά πέρα μελέτη και ανάλυση της σύγχρονης ιστορίας του αραβικού κόσμου μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη κατανόηση αυτής της σχέσης, παρά τον απλό χαρακτηρισμό της μιας πλευράς ως «αντιδραστικής» και της άλλης ως «προοδευτικής» Ίσως είναι καιρός να αφήσουμε αυτή την προβληματική ορολογία. Οι Ισλαμιστές θεωρούν ότι είναι τουλάχιστον ίσοι με τους ριζοσπάστες κοσμικούς αν όχι οι νόμιμοι ηγέτες του αγώνα για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Το τέλος της διαμάχης ανάμεσα στους ισλαμιστές και σε ότι έχει απομένει από τους αντιιμπεριαλιστές αγωνιστές, δεν οφείλεται μόνο στην αδυναμία των κοσμικών, αλλά είναι και μια ένδειξη της δύναμης των κινημάτων ανεξαρτησίας στον Αραβικό κόσμο. Επιπλέον, η έλλειψη υποστήριξης στην ηγεσία των Ισλαμιστών σε αυτό τον αγώνα, όπως στην ιρακινή αντίσταση, σαν εκείνη που απολάμβαναν οι αριστεροί από το Σοσιαλιστικό Μπλοκ, είναι ενδεικτική του δυνατού δεσμού του αγώνα τους με την ιστορία, την κουλτούρα και τη συνείδηση των λαών της περιοχής.