Ποιες είναι οι σημαντικές παρατηρήσεις που μπορούν να βγουν από τον κύκλο σύγκρουσης και βίας που επικρατεί στην Παλαιστίνη/Ισραήλ από τον Οκτώβριο του 2015; Έξι βασικά συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν από αυτή την περίοδο.
Πρώτον, οι τελευταίοι μήνες έδειξαν πόσο αδύναμα και απονομιμοποιημένα είναι τα παλαιστινιακά πολιτικά κόμματα σε όλο το πολιτικό φάσμα. Τα «ιστορικά» πολιτικά κόμματα απέτυχαν στο να εκπροσωπήσουν θεσμικά και να στηρίξουν πολιτικά τη νεολαία της Παλαιστίνης που εξεγείρεται με θυμό ενάντια στις πολλαπλές πηγές καταπίεσης. Απέτυχαν να κινητοποιήσουν τις μάζες, απέτυχαν να εξοπλίσουν την εξεγερμένη νεολαία με την τόσο απαραίτητη πολιτική εκπαίδευση και ελπίδα για το μέλλον και απέτυχαν να προκαλέσουν το καθεστώς ασφάλειας και πολιτικών αποφάσεων της Παλαιστινιακής Αρχής (ΠΑ). Κάποια κόμματα μάλιστα έδειξαν να μην ενδιαφέρονται να συνεχιστεί ο εθνικός αγώνας για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Αντίθετα φάνηκαν σαν να τους ενδιέφερε περισσότερο να διατηρηθεί το στάτους κβο της επίμονης στρατιωτικής κατοχής.
Οι πολλαπλές αποτυχίες δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της δυσλειτουργίας και της μη επιρροής των κομμάτων, αλλά και έλλειψης πολιτικής θέληση. Ο παλαιστινιακός λαός θεωρεί την ηγεσία τους και πιθανά τα πολιτικά προγράμματα, ψεύτικα και άσχετα.
Η αποδυνάμωση των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων δεν οφείλεται σε εξωγενής παράγοντες αλλά είναι μάλλον αποτέλεσμα της εσωτερικής μεταμόρφωσης που υπέστησαν οι παλαιστινιακές πολιτικές δομές, τα προγράμματα και το ύφος διακυβέρνησης. Συγκεκριμένα, οι μεταμορφώσεις συμβαίνουν από το 2007 ως αποτέλεσμα του εσωτερικού παλαιστινιακού διχασμού, του προγράμματος οικοδόμησης κράτους στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και της συγκέντρωσης εξουσίας στην αποκλεισμένη και κατεχόμενη Λωρίδα της Γάζας.
Δεύτερον, οι τελευταίοι έξι μήνες φανέρωσαν άλλη μια φορά τον προβληματικό ρόλο της Παλαιστινιακής Αρχής ως υπεργολάβο της ισραηλινής κατοχής όσον αφορά τα ζητήματα ασφάλειας. Παρά την λαμπερή ρητορεία της ηγεσία της ΟΑΠ (όχι του προέδρου της) ότι θα σταματήσει η συνεργασία ασφάλειας με το Ισραήλ, παραμένει ένας μύθος και στην πραγματικότητα η συνεργασία έχει ενταθεί τους τελευταίους μήνες, όπως εορτάστηκε περήφανα από τους αρχηγούς ασφάλειας της ΠΑ.
Οι (αντι)δράσεις της ΠΑ και των δυνάμεων ασφαλείας είναι ένας σημαντικός λόγος γιατί το τρέχων κύμα θυμού έχει γίνει λιγότερο έντονο με όρους συλλογικών πράξεων και περισσότερο κατευθύνεται προς τις μεμονωμένες πράξεις. Η ΠΑ, που εξορισμού και σχεδιασμού είναι μια αντεπαναστατική/ αντί-απελευθερωτική δομή, πρόσθεσε ένα ακόμα στρώμα εμποδίων στην πραγματοποίηση των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων της εξεγερμένης παλαιστινιακής νεολαίας. Ο καθιερωμένος προβληματικός ρόλος της ΠΑ γίνεται πιο φανερός σε στιγμές εξέγερσης, καθώς εκτίθεται το θεμελιώδες καθήκον της, να «προστατέψει τον κατακτητή».
Τρίτον, η παλαιστινιακή νεολαία που αντιμετωπίζει έναν υψηλό δείχτη ανεργίας σε ποσοστό 30-40%, είναι απεγνωσμένη, θυμωμένη και αγανακτισμένη με τις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες και την απουσία μελλοντικού οράματος. Η απόγνωση, η αίσθηση ότι είναι αβοήθητοι και χωρίς ελπίδα, θεωρούνται από πολλούς παρατηρητές ως απειλή για την σταθερότητα στην περιοχή και ως πηγή ριζοσπαστικοποίησης που ανοίγει τον δρόμο στον ISIS να φτάσει στην Παλαιστίνη/Ισραήλ. Ότι αυτά τα συμπεράσματα είναι αβάσιμα, μπορούν να αποδειχθούν από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι δεν υπάρχει χώρος ούτε γόνιμο έδαφος για τον ISIS.
Τον Μάρτιο του 2016, μια δημοσκόπηση από το Κέντρο Επικοινωνιών και ΜΜΕ της Ιερουσαλήμ κατέγραψε αρνητικές απόψεις για τον ISIS στην Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Από όσους ερωτήθηκαν, το 82% είχε αρνητική άποψη για τα όσα κάνει ο ISIS και η πλειοψηφία πιστεύει ότι ο ISIS βλάπτει τον παλαιστινιακό σκοπό. Σε μια δημοσκόπηση που έγινε στα τέλη Μαρτίου 2016 από το Παλαιστινιακό Κέντρο Πολιτικής και Ερευνών, έδειξε ότι το 88% των Παλαιστινίων καταδικάζουν τον ISIS και το θεωρούν ως μια ακραία ομάδα που δεν αντιπροσωπεύει το αληθινό Ισλάμ.
Τέταρτον, παρά τις θυσίες του λαού, η ηγεσία της Φατάχ και της Χαμάς αρνούνται να φτάσουν σε μια αυθεντική λύση συνεννόησης. Το εδραιωμένο στάτους της ενδό-παλαιστινιακής διάσπασης δεν διαταράχθηκε καθόλου από την νεολαία που ανέλαβε δράση τους τελευταίους μήνες. Αυτό δείχνει το πόσο βολικές είναι οι διευθετήσεις του στάτους κβο για τα δύο κόμματα, που θέτουν ως προτεραιότητα την περιφερειακή και διεθνή δυναμική αντί για την εγχώρια.
Οι πρόσφατες συζητήσεις «συμφιλίωσης/μοιράσματοςς εξουσιών» στην Ντόχα που έγιναν εν μέσω της εξέγερσης της νεολαίας, έδειξαν την απροθυμία και των δύο κομμάτων να συμβιβαστούν και απέδειξαν την αποφασιστικότητά τους στο να αποτύχουν. Μόνο αν οι αρχηγοί και των δύο κομμάτων λογοδοτήσουν στον λαό, θα μπορεί να αναβαθμιστεί η ατζέντα της συμφιλίωσης μέσα στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό.
Πέμπτον, τα γεγονότα των τελευταίων έξι μηνών φανερώνουν το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στον λαό και την άρχουσα ελίτ, ανάμεσα στις φωνές από τα κάτω και τις φωνές της λεγόμενης ηγεσίας. Το χάσμα δείχνει πόσο μακριά είναι οι πράξεις και η ρητορεία της τρέχουσας ηγεσίας από τις απαιτήσεις και τις προσδοκίες του παλαιστινιακού λαού που ζει στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, χωρίς να αναφέρουμε αυτούς που ζουν στην διασπορά και την εξορία ή στα εδάφη του 1948.
Η πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη του Πρωθυπουργού της ΠΑ, Ραμί Αλ Χαμανταλάχ, στο γερμανικό DW ή η πρόσφατη συνέντευξη του Προέδρου της ΠΑ, Μαχμούντ Αμπάς, στο Κανάλι 2 του Ισραήλ, δείχνουν εξαιρετικά αυτό το χάσμα. Η άρνηση και η ανικανότητα του πρωθυπουργού να αναγνωρίσει της πραγματικότητα όσο αυτή αφορά την ΠΑ και οι «περίεργες» επισημάνσεις του προέδρου στην συνεργασία για την ασφάλεια και τη βίαιη φύση των Παλαιστινίων, δείχνουν ότι η ηγεσία και ο λαός ζουν σε δύο διαφορετικούς πλανήτες. Αυτή η παρατήρηση δεν μπορεί να προκαλεί έκπληξη σε κανέναν, αφού είναι χαρακτηριστικό κάθε πολιτικού συστήματος που δεν θέτει τον λαό στον πυρήνα ύπαρξής του και αυτοσυντηρείται μέσα από αντιδημοκρατικές και αυταρχικές πρακτικές.
Έκτον, κάποιοι παρατηρητές εικάζουν ότι οι ένοπλες δυνάμεις ίσως αποκτήσουν αρχηγικό και ενεργό ρόλο στα μελλοντικά βήματα της εξεγερμένης νεολαίας. Ωστόσο, τέτοιες εικασίες αγνοούν δύο ζωτικά θέματα που έχουν σχέση με το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του τομέα ασφαλείας της ΠΑ και τις συμβατικές ειρηνευτικές συνομιλίες που ακολουθούν μετά από κάθε παλαιστινιακή εξέγερση.
Πακέτο με το σχέδιο οικοδόμησης κράτους, δόθηκε προτεραιότητα στο τμήμα ασφαλείας της ΠΑ με πολιτικούς και οικονομικούς όρους. Οι εκστρατείας ασφάλειας και αφοπλισμού της ΠΑ, ειδικά εκείνες που έγιναν μέσα στα «κάστρα της αντίστασης» στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, σκόπευαν να ποινικοποιήσουν την ένοπλη αντίσταση και να αποδυναμώσουν τις ένοπλες ομάδες από δομές και εξοπλισμό για να αντισταθούν στην ισραηλινή στρατιωτική κατοχή. Η «μερική πραγματοποίηση» των δύο αυτών στόχων έχει άμεση συνέπεια στην ικανότητα των ένοπλων ομάδων των παλαιστινιακών πολιτικών κομμάτων να ανακτήσουν τον στρατιωτικό τους ρόλο. Αυτό το συμπέρασμα, όσο ξεκάθαρο και αν είναι, δεν έχει κατανοηθεί επαρκώς από την πλειονότητα όσων σχεδιάζουν πολιτικές για την ασφάλεια.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι εξαιτίας της εσωτερικής διαμάχης της Φατάχ και της περιφερειακής δυναμικής, οι Παλαιστίνιοι μάλλον θεωρούν ότι είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν βίαιες και αιματηρές συγκρούσεις (που προκαλούνται από χαοτικά όπλα και μπορούν εύκολα να εμφανιστούν στο σκηνικό), ως αποτέλεσμα του διαγωνισμού για το «μοίρασμα εξουσιών». Οι «πρωταθλητές» του διαγωνισμού, ειδικά και αρχικά εντός της Φατάχ, δίνουν προτεραιότητα στην στενή πολιτική, προσωπική και περιφερειακή ατζέντα παρά τις δραματικές επιπτώσεις που έχει στον παλαιστινιακό λαό, της ασφάλεια και τον αγώνα του.
Τέλος, οι αποδείξεις που έχουμε από τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, δείχνουν ότι κάθε κύκλος συγκρούσεων και εξεγέρσεων κλείνει με «ειρηνευτικές» συζητήσεις και πρωτοβουλίες. Στην προκειμένη περίπτωση είναι ο θόρυβος που έχει προκληθεί γύρω από την Γαλλική Πρωτοβουλία για Ειρήνη. Γνωρίζουμε πολύ λίγα γι’ αυτήν την «αόρατη» ειρηνευτική πρωτοβουλία, αλλά είναι ολοφάνερο ότι οι παράμετροι για την ειρήνη είναι φτιαγμένοι πάνω στις παλιές, αποτυχημένες παραμέτρους, με τους ίδιους παλιούς κανόνες παιχνιδιού και τους ίδιους αποτυχημένους παίχτες που κυριαρχούν στην βιομηχανία ειρήνευσης. Άρα, δεν αποτελούν πηγή αισιοδοξίας που πρέπει να περιμένουμε. Πηγές αισιοδοξίας μπορούν να βρεθούν αλλού.