Δεν υπάρχει πια κανένα μυστήριο. Το Ισραήλ ήταν και εξακολουθεί να είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες στη σύγκρουση που διαδραματίζεται στη Συρία. Στην ουσία αυτή η σύγκρουση δεν είναι παρά μία αρένα όπου αντιπαρατίθενται οι εχθροί της Συρίας -αυτοί που κατά ιστορικό ευφημισμό προβάλλονται ως «φίλοι της Συρίας»- για να πετύχουν την καταστροφή της χώρας και όχι του καθεστώτος. Στην πραγματικότητα όλοι οι εχθροί της Συρίας θα προτιμούσαν, ανά πάσα στιγμή, μία συμφωνία που θα άφηνε το καθεστώς άθικτο προκειμένου να καθησυχάσουν το Ισραήλ.
Η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και η Τουρκία ήταν οι, μέχρι τώρα, ορατοί «παίκτες» στη συριακή διένεξη αλλά όχι πολύ μακριά πίσω τους (ή μπροστά τους) καραδοκούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Σε τελική ανάλυση τα Δυτικά ΜΜΕ δεν καταβάλλουν και μεγάλη προσπάθεια για να κρύψουν ότι το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία δεν θα αναλάμβαναν δράση χωρίς τη συγκατάθεση και τις εντολές του Λευκού Οίκου. Το Ισραήλ όχι μόνο βομβαρδίζει για δεύτερη φορά τη Συρία, αλλά επιπλέον πιθανότατα εμπλέκεται –όπως και στο Ιράκ– σε δολοφονίες Σύριων επιστημόνων και άλλων πολιτικών του αντιπάλων. Δεν έχει υπάρξει ποτέ εμφύλιος πόλεμος ή άλλη εσωτερική διένεξη σε χώρα του αραβικού κόσμου στην οποία το Ισραήλ να μην έχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Κάποια αμερικανικά ΜΜΕ σχολίασαν την παρουσία πρακτόρων της Μοσάντ στη Συρία που συνεργάζονται με ένοπλες συμμορίες του Συριακού Απελευθερωτικού Στρατού.
Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ έχουν αποφασίσει ότι οι συμμορίες εγκληματιών του Συριακού Απελευθερωτικού Στρατού είναι οι προνομιακοί στρατιωτικοί συνεργάτες τους, αποδέκτες της αμερικανικής (και πιθανότατα ισραηλινής) στρατιωτικής βοήθειας. Αυτές οι ομάδες «πολιτοφυλακής» μοιάζουν πολύ με τις ενόπλες ομάδες των Αφγανών πολέμαρχων: πρόκειται για εγκληματίες πρόθυμους να φωνάξουν τα «σωστά» συνθήματα και να εκδώσουν τα «σωστά» δελτία Τύπου, με αντάλλαγμα μεγάλα χρηματικά ποσά και στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση.
Οι γυναίκες που έγιναν… άντρες
Το να παρακολουθεί κανείς σήμερα τα ΜΜΕ στη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ μοιάζει με επιστροφή στο παρελθόν: οι εκπρόσωποι (όλοι άντρες σε αυτή τη θλιβερή «επανάσταση» που φαινομενικά ξεκίνησε από γυναίκες, σύμφωνα με την κατασκευασμένη αφήγηση των δυτικών ΜΜΕ και τις παρουσιάσεις στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα) της εξόριστης συριακής αντιπολίτευσης δεν έκρυβαν την ικανοποίησή τους για το βομβαρδισμό της χώρας τους από το Ισραήλ. Χρησιμοποίησαν την ίδια γλώσσα που είχε χρησιμοποιήσει ο Bashir Gemayyel για να δικαιολογήσει τη σχέση του με το Ισραήλ πριν και κατά τη διάρκεια του μακροχρόνιου εμφύλιου πολέμου στον Λίβανο. Έτσι και αυτοί δήλωσαν ότι θα δεχτούν βοήθεια από τον οποιονδήποτε, «ακόμα κι απ’ το Διάβολο». Γνωρίζουμε την πραγματική σημασία αυτής της γλώσσας. Επιπλέον, κάποιοι από τους εκπροσώπους της αντιπολίτευσης δεν δίστασαν να υποστηρίξουν αυτή την ισραηλινή επιχείρηση ψυχολογικού πολέμου, ανακοινώνοντας ξαφνικά ότι «μεγάλα τμήματα» του συριακού Στρατού άρχισαν να αυτομολούν με την έναρξη των βομβαρδισμών.
Δεν επρόκειτο ποτέ για «επανάσταση». Μαζί με άλλους αριστερούς στον Λίβανο υπογράψαμε ένα ψήφισμα αμέσως μετά τα γεγονότα στην Deraa, στο οποίο αποκηρύσσαμε το καθεστώς και αμφισβητούσαμε την αφήγησή του σχετικά με ένοπλες ομάδες που λυμαίνονταν τη χώρα και σκότωναν αδιακρίτως ανθρώπους. Αυτή τη στιγμή εκτιμώ ότι έκανα ένα τραγικό λάθος: τώρα πιστεύω ότι αυτές οι ένοπλες ομάδες ήταν ήδη έτοιμες και οπλισμένες με εντολές να χτυπήσουν όταν θα δινόταν το σύνθημα από το Ισραήλ και τις χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας Αραβικών Κρατών. Οι ομάδες αυτές είχαν πράγματι μία αποστολή να εκτελέσουν, αλλά αυτή δεν είχε καμία σχέση με την απελευθέρωση του συριακού λαού από το ζυγό ενός τυραννικού καθεστώτος.
Το καθεστώς σιωπά, καταφεύγοντας στη γελοία θέση περί «καθορισμού του χρόνου και του τόπου της σύγκρουσης με το Ισραήλ». Αλλά η ώρα της σύγκρουσης δεν έρχεται ποτέ και οι ισραηλινές επιθέσεις μένουν μονίμως αναπάντητες. Η περιοχή του Γκολάν τελεί ακόμα υπό κατοχή και το καθεστώς (όπως και η αντιπολίτευση) είναι πρόθυμο να χρησιμοποιήσει στο εσωτερικό της χώρας (ή στον Λίβανο τα προηγούμενα χρόνια) τη δύναμη πυρός που διαθέτει, αλλά ποτέ ενάντια στο Ισραήλ. Με τον ίδιο τρόπο οι ένοπλες ομάδες φλερτάρουν εδώ και καιρό με το Ισραήλ και ο ρόλος τους είναι σήμερα ξεκάθαρος. Οι μόνιμες δηλώσεις τους περί «ουδετερότητας» διαψεύδονται από τις δηλώσεις «ακτιβιστών» σε διάφορες σελίδες της αντιπολίτευσης στο Facebook.
Οι ΗΠΑ και το «φτωχό μικρό Ισραήλ»
Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ των ΗΠΑ παίζουν το συνηθισμένο τους ρόλο. Δεν ασκούν ποτέ κριτική στις ενέργειες του Ισραήλ. Αντίθετα τις δικαιολογούν άμεσα και δεν είναι σύμπτωση ότι οι New York Times φιλοξένησαν ως πρωτοσέλιδο μία ιστορία για το φτωχό μικρό Ισραήλ και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει προκειμένου να «αμυνθεί» ενάντια στην αναστάτωση που προκάλεσε η σύγκρουση στη Συρία. Μόλις πριν από μία εβδομάδα ο David Ignatius στην Washington Post, έχοντας λάβει άλλου είδους εντολές από την ισραηλινή κυβέρνηση, ανέφερε ότι το Ισραήλ παρακολουθούσε με νηφαλιότητα και «κάποια» ικανοποίηση τη σφαγή στη Συρία.
Η σύγκρουση στη Συρία έχει από καιρό ξεφύγει από τα χέρια του συριακού λαού. Εδώ δεν είναι μία περίπτωση εσωτερικής διένεξης που μετατράπηκε σε τοπική και τελικά κλιμακώθηκε σε διεθνή, μέσα σε μία περίοδο δύο ετών. Η σύγκρουση αυτή ήταν διεθνής από την αρχή. Οι HΠΑ και οι συνεργάτες τους στους χώρους της αραβικής αντεπανάστασης καραδοκούσαν για να στρέψουν την αραβική εξέγερση σε μία κατεύθυνση που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους αλλά και του Ισραήλ. Η πτώση του Μουμπάρακ απαιτούσε και την πτώση του καθεστώτος Assad αν και οι ΗΠΑ και το Ισραήλ διαπιστώνουν σταδιακά ότι μπορούν να συνεχίσουν να συνεργάζονται αρμονικά με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Ο λαός δεν έχει να κερδίσει
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο συριακός λαός δεν έχει εκατοντάδες λόγους για να ανατρέψει το συριακό καθεστώς. Απλά η ανάμειξη των υπολοίπων δεν είχε καμία σχέση με αυτούς. Το πρόβλημα του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας, της Τουρκίας, του Ισραήλ και των ΗΠΑ με το συριακό καθεστώς δεν ήταν ποτέ η δημοκρατία. Το καθεστώς Assad είχε καταπνίξει με βάρβαρο τρόπο εξεγέρσεις και παλιότερα, και δεν υπήρξαν ποτέ επικρίσεις ή διαμαρτυρίες. Αντίθετα, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας (και αργότερα του Κατάρ) χρηματοδοτούσαν πρόθυμα τη δυναστεία Assad υπό την προϋπόθεση ότι συνεργάζονταν χωρίς προβλήματα τόσο στον Λίβανο όσο και στην ευρύτερη περιοχή.
Το θέμα δεν είναι απλώς ότι δεν υπάρχει αυθεντική επανάσταση στη Συρία αλλά ότι το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης δεν θα είναι η δημοκρατία. Αυτή η πρόβλεψη βασίζεται πάνω σε δύο γεγονότα: την ταυτότητα αυτών που υποστηρίζουν τους «επαναστάτες» και την ιδεολογία και πρακτική των ένοπλων ομάδων που δρουν στη Συρία. Την ίδια στιγμή, ενώ οι ένοπλες ομάδες στη Συρία οδηγούνται από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ στην ψευδαίσθηση ότι βρίσκονται στα πρόθυρα της εξουσίας, οι δύο σύμμαχοι, στην πραγματικότητα, ελπίζουν σε μία μακροχρόνια σύγκρουση που θα εξαντλούσε το συριακό έθνος και θα το αποσπούσε από μία πορεία ενάντια στα ισραηλινά συμφέροντα.
Το συριακό καθεστώς έχει δείξει και στο παρελθόν την προθυμία του να «κάνει δουλειές» με το Ισραήλ, κάτω από το τραπέζι. Ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός και οι Ένοπλες Ομάδες στο εσωτερικό της χώρας έχουν αποδείξει ότι είναι επίσης πρόθυμοι να ευθυγραμμιστούν με τα συμφέροντα του Ισραήλ και να συνεργαστούν μαζί του φανερά, προκειμένου να αναλάβουν την εξουσία. Δυστυχώς αυτή η προθυμία, από όποια μεριά και αν προέρχεται, προμηνύει ένα δυσάρεστο μέλλον για τη Συρία.
* Άρθρο του στην αγγλική έκδοση του al-akhbar.com, Κυριακή 05/05/2013
Μετάφραση: Νίκος Μαγνήσαλη