Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Οι προσπάθειες του Obama για ειρήνη απέτυχαν - ο αγώνας μας συνεχίζεται

του Ali Abunimah, Πηγή: The Electronic Intifada, 24 Σεπτέμβρη 2009

Ένα παλιό ανέκδοτο μιλάει για έναν άντρα που ψάχνει επίμονα κάτι, κάτω από μια λάμπα. Τελικά, ένας γείτονας του, που τον παρακολουθούσε για ώρα τον ρωτάει τι είναι αυτό που ψάχνει. Ο άντρας απαντάει πως προσπαθεί να βρει τα κλειδιά του. Ο γείτονας τον ρωτάει αν τα έχασε σε αυτό το σημείο και ο άντρας αποκρίνεται πως όχι και δείχνοντας προς το σκοτάδι λέει «εκεί τα έχασα, αλλά ψάχνω εδώ, γιατί έχει φως».

Η έντονη προσοχή στην «ειρηνευτική διαδικασία» είναι ακριβώς ίδια με αυτή την άκαρπη αναζήτηση. Επειδή οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης ρίχνουν συνέχεια φως επάνω της, δεν σημαίνει πως σε αυτήν θα πρέπει να βρεθούν οι λύσεις.

Η συνάντηση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Benjamin Netanyahu και του αρχηγού της Φατάχ Mahmoud Abbas με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Barack Obama, στο ξενοδοχείο Waldorf Astoria της Νέας Υόρκης στις 22 Σεπτεμβρίου, σηματοδότησε την ολοκληρωτική αποτυχία και το αδιέξοδο της πολλά υποσχόμενης προσπάθειας του Obama να επιφέρει την λύση των δύο κρατών στην Ισραηλινό-Παλαιστινιακή διαμάχη. Όλες οι παραδοσιακές προσπάθειες της ειρηνευτικής διαδικασίας – διπλωματία των εποικισμών, συναντήσεις, εθιμοτυπικές επικλήσεις «δύο κρατών που θα συνυπάρχουν», ακόμα και «διαπραγματεύσεις» – θα συνεχιστούν, πιθανόν για το υπόλοιπο της θητείας του Obama, αλλά αυτοί οι άκαρποι «θεατρινισμοί», δεν θα καθορίσουν το μέλλον της Παλαιστίνης. Αυτό ήδη αποφασίζεται από άλλους παράγοντες.

Πριν πάμε όμως σε αυτό, ας θυμηθούμε ξανά τις σημαντικές εκείνες ημέρες του Μάη, όταν η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Hillary Clinton, ανακοίνωνε την κυβερνητική πολιτική του Obama στο ζήτημα των ισραηλινών εποικισμών στην Δυτική Όχθη: «Θέλουμε να δούμε πάγωμα των εποικισμών – είτε πάγωμα της κατασκευής νέων, είτε πάγωμα της φυσικής αύξησης κάθε είδους εποικιστικής δραστηριότητας – αυτό είναι το κάλεσμα του Προέδρου». Ο απεσταλμένος του Obama, πρώην γερουσιαστής George Mitchell, επισκέφτηκε την περιοχή πολλές φορές για να πείσει τους Ισραηλινούς να υλοποιήσουν αυτό το «πάγωμα». Οποιαδήποτε πρόταση κατέθετε, οι Ισραηλινοί την απέρριπταν. Και για να τονίσουμε ιδιαίτερα αυτό το σημείο, η κυβέρνηση του Ισραήλ επιτάχυνε την έγκριση νέων και μεγάλων εποικιστικών σχεδίων. Αντί λοιπόν να απειλήσει με τις συνέπειες αυτής της αδιαλλαξίας, ο Mitchell απλά μετρίαζε τους όρους της Αμερικής, για να συναντήσει τις ισραηλινές ενστάσεις, μέχρι που στο τέλος δεν έμεινε σχεδόν τίποτα από τις αρχικές απαιτήσεις της Αμερικής – ή από την αξιοπιστία της. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του στην Νέα Υόρκη, το κάλεσμα του Obama για ολοκληρωτικό πάγωμα των εποικισμών, μετατράπηκε σε μια ευγενική σύσταση προς το Ισραήλ για «αυτοπεριορισμό» για να μην αφανίσει και άλλο την γη των Παλαιστινίων.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά την συνάντηση της Νέας Υόρκης, ο Mitchell απέρριψε το αίτημα για το πάγωμα των εποικισμών και επισημοποίησε την ήττα των ΗΠΑ, λέγοντας: « Δεν χαρακτηρίζουμε ένα ζήτημα σαν προϋπόθεση ή εμπόδιο για τις διαπραγματεύσεις… Δεν πιστεύουμε σε προϋποθέσεις και συμβουλεύουμε και τους άλλους να μην επιμένουν σε αυτές». Αυτό βέβαια είναι απολύτως αναληθές. Η πολιτική του Obama, όπως και η πολιτική του Bush παλιότερα, μποϋκοτάρει την Χαμάς (η οποία έχει νόμιμη εντολή μέσω εκλογών, να εκπροσωπεί τους Παλαιστινίους που βρίσκονται υπό κατοχικό καθεστώς), λόγω της άρνησής της να συμμορφωθεί με τις μονόπλευρες προϋποθέσεις της Αμερικής.

Την επομένη της ομιλίας του στα ΗΕ, ο Obama επανέλαβε το κάλεσμα για διαπραγματεύσεις χωρίς προϋποθέσεις. Δεν εξήγησε όμως, γιατί αυτού του είδους οι διαπραγματεύσεις θα είναι πιο γόνιμες , από τις 200 περίπου συναντήσεις που έχουν προηγηθεί ανάμεσα στην Παλαιστινιακή Αρχή και την πρώην Ισραηλινή Κυβέρνηση του Ehud Olmert. Μπορεί ο Obama να είπε στον ΟΗΕ ότι η ειρηνευτική διαδικασία θα πρέπει «να σπάσει τα παλιά πρότυπα», αλλά απλά τα επαναλαμβάνει.

Η συνάντηση της Νέας Υόρκης, μας έδωσε για ακόμα μια φορά την εικόνα ενός Αμερικανού Προέδρου που παροτρύνει τους απρόθυμους ηγέτες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης σε χειραψία, μια κουραστική επανάληψη της διάσημης χειραψίας του 1993 των Yasser Arafat και Yitzhak Rabin μπροστά από τον Λευκό Οίκο και τον Πρόεδρο Κλίντον να κοιτάει, επισφραγίζοντας την χωρίς μέλλον Συμφωνία του Όσλο. Ανικανοποίητη από τις αποτυχίες της μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση του Obama προφανώς ζητάει περισσότερα. Σκοπεύει σε επανάληψη των «διαπραγματεύσεων» μέσα στις επόμενες εβδομάδες, που θα εγκαινιάσουν αυτό που οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ χαρακτηρίζουν ως «εναρκτήριο γεγονός». Κάποιες ιδέες υπό συζήτηση, περιλαμβάνουν και μια συνάντηση στην Sharm al-Sheikh της Αιγύπτου, όπως δήλωσε ανώνυμα ένας από τους αξιωματούχος των ΗΠΑ, στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz.
Αυτό το επίπεδο σκέψης στην κυβέρνηση Obama είναι πλήρως απογοητευτικό. Βλέπω από τώρα –όπως και τόσες φορές στο παρελθόν– μια ακόμα συνάντηση σε θέρετρο της Αιγύπτου με προσκεκλημένους όλους τους συνήθεις ύποπτους: οι αρχηγοί του Ισραήλ και της Παλαιστίνης (εκτός της Χαμάς φυσικά), «μετριοπαθείς» εκπρόσωποι του ανασταλτικού καθεστώτος των ΗΕ, όπως ο Βασιλιάς της Ιορδανίας Abdallah και ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Hosni Mubarak καθώς και όλο το παρασιτικό πακέτο της ειρηνευτικής διαδικασίας υπό την καθοδήγηση του εκπροσώπου του Κουαρτέτου Tony Blair και του «Ανώτατου Εκπρόσωπου» της ΕΕ, Javier Solana. Θα πρέπει να περιμένουμε δηλώσεις του τύπου «υπάρχει ένα παράθυρο ελπίδας», «αυτός είναι ο μόνος αγώνας», «ο χρόνος τελειώνει».
Αν αυτό δεν είναι αρκετά εξωφρενικό, αναλογιστείτε τι πραγματικά λένε οι ΗΠΑ στους Παλαιστίνιους με την αποτυχία του Mitchell: «Εμείς, η μεγαλύτερη υπερδύναμη στην γη, είμαστε ανίκανοι να πείσουμε το Ισραήλ – το οποίο εξαρτάται από εμάς διπλωματικά, οικονομικά, στρατιωτικά– να τηρήσει έστω και προσωρινά το πάγωμα των εποικισμών. Τώρα, εσείς οι Παλαιστίνιοι, που είστε ένας διωγμένος υπό κατοχή λαός, του οποίου οι αρχηγοί δεν μπορούν να μετακινηθούν χωρίς ισραηλινή άδεια, πηγαίνετε να διαπραγματευτείτε για πιο σοβαρά θέματα όπως τα σύνορα, οι πρόσφυγες, η Ιερουσαλήμ και οι εποικισμοί, και να τα καταφέρετε καλύτερα από ότι εμείς. Καλή σας τύχη».
Ακόμα και αν το Ισραήλ συμφωνούσε στο πάγωμα των εποικισμών και άρχιζαν οι διαπραγματεύσεις, δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθεί μια λύση για δύο βιώσιμα κράτη ή να καταλήξουν σ’ ένα δίκαιο ψήφισμα, σ’ αυτές τις συζητήσεις. Έτσι, όπως και οι προκάτοχοι της, αυτή η κυβέρνηση αναπληρώνει την διαδικασία και τα τεχνάσματα με υποκατάστατα. Αν αυτή η «ειρηνευτική διαδικασία» δεν είναι καθοδηγούμενο γεγονός, τότε τι είναι; Η Ισραηλινή αποικιοκρατία – όπως είχε κατανοήσει αρχικά ο Obama– είναι ο βασικότερος παράγοντας που καθορίζει το παρόν και το μέλλον του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.

Ο Ισραηλινός γεωγράφος και πρώην δήμαρχος της Ιερουσαλήμ, Meron Benvenisti, παρατήρησε ότι η ισραηλινή κατοχή του 1967 της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας, αναίρεσε αποτελεσματικά την διχοτόμηση του 1948. «Οι δεκαετίες μετά το 1967, αποδεικνύουν πως ο πόλεμος δεν ήταν διαχωριστικός, αλλά ακριβώς το αντίθετο, ενωτικός, και ότι η προηγούμενη περίοδος αποτελούσε μόνο περίοδο παράτασης», έγραφε ο Benvenisti το 2007. Μετά από 40 και πλέον χρόνια, ο Benvenisti βλέπει το παράδειγμα κατακτητή/κατακτημένου, περιοριστικό και αποπροσανατολιστικό για να περιγράψει κανείς την προ 1967 πραγματικότητα. Είναι, όπως γράφει, ένας «αναχρονισμός που κρύβεται πίσω από την εικόνα της προσωρινής κατάστασης». Προτείνει αντίθετα να χαρακτηρίσουμε την Ισραηλινό-Παλαιστινιακή πραγματικότητα σαν « ένα de facto κράτος, δύο εθνών…γιατί περιγράφει την αμοιβαία εξάρτηση και των δύο κοινωνιών, όπως επίσης και τους φυσικούς, οικονομικούς, συμβολικούς και πολιτιστικούς δεσμούς, που δεν μπορούν να σπάσουν, παρά μόνο με δυσβάσταχτο κόστος».

Η ανακατανομή της Παλαιστίνης, θα μπορούσε μόνο να αλλάξει την εικόνα της διαμάχης, αλλά όχι και να την λύσει. Ακόμα κι αν οι Παλαιστίνιοι της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας αποκτούσαν ένα κράτος, είναι σίγουρο πως ένα χωρίς διαφορετικότητες μονοεθνικό «εβραϊκό» κράτος του Ισραήλ, θα στρέψει την επιθετικότητα του στην εθνοκάθαρση των 1.5000.000 Παλαιστινίων που ζουν ειρηνικά μέσα σε αυτό. Εξάλλου, όπως συχνά διερωτάται και ο Ισραηλινός Υπουργός Εξωτερικών Avigdor Lieberman, ποιό είναι το νόημα στην λύση των δύο κρατών, αν δεν εξασφαλίζει ένα κράτος, αποκλειστικά εβραϊκό;
Τα σύνορα του 1967 μπορεί να έχουν νομική και πολιτική υπόσταση, αλλά δεν εξασφαλίζουν γεωγραφική ενότητα, εθνική ομοιογένεια και οικονομική, ανεξάρτητη, γεωπολιτική ένωση. Ο Πρωθυπουργός της Παλαιστινιακής Αρχής στη Ραμάλα Salam Fayyad μπορεί να φαντάζεται την δημιουργία ενός de factoΠαλαιστινιακού κράτους στην Δυτική Όχθη, αλλά η στενή συνεργασία της ΠΑ με το Ισραήλ, απλά επιβεβαιώνει την τάση προς τα «δύο έθνη», από λάθος οπτική, βέβαια. Δεν είναι ειρωνικό ότι οι πιο ενθουσιώδεις ενισχυτές αυτής της άσχημης συνεργασίας, ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό κατοχής και στον εκπαιδευμένο από τις ΗΠΑ στρατό της ΠΑ, καταστέλλουν την αντίσταση στα κατεχόμενα, ενώ ταυτόχρονα επιμένουν πως είναι ανέφικτο να χτίσουν το Ισραήλ και η Παλαιστίνη μια κοινωνία, υπό ίσους όρους; Προφανώς, οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι, μπορούν να συνεργαστούν για να διατηρήσουν την κατοχή, αλλά όχι για να την ξεπεράσουν!
Ένας δεύτερος παράγοντας που καθορίζει το παρόν και το μέλλον, είναι η αντίσταση σε όλες τις μορφές, που η αποικιοκρατία του Ισραήλ συνεχίζει να παράγει: τα κινήματα των Παλαιστινίων του Ισραήλ για πλήρη ισότητα των πολιτών του κράτους, η σταθερή επιμονή των προσφύγων να μην συνεχίσει να επιτρέπεται στο Ισραήλ να τους εμποδίζει να επιστρέψουν στα σπίτια τους επειδή έχουν τη λάθος θρησκεία, η άρνηση των Παλαιστινίων της Γάζας να λυγίσουν κάτω από τον αποκλεισμό που τους ακρωτηριάζει. Κατά την διάρκεια του Ραμαζανιού, εκατοντάδες χιλιάδες πιστοί Παλαιστίνιοι, αντιμετώπισαν απίστευτες δυσκολίες προκειμένου να σπάσουν τον ισραηλινό κλοιό και να μπουν στην κατεχόμενη Ιερουσαλήμ για την προσευχή της Παρασκευής στο τζαμί, al-Aqsa. Το πνεύμα της αντίστασης εκφράζεται με εκατομμύρια τρόπους σε καθημερινές ατομικές δράσεις Παλαιστινίων, καθώς και με πιο προσηλωμένους οργανωμένους και δημιουργικούς τρόπους, όπως οι εβδομαδιαίες διαδηλώσεις ενάντια στο ισραηλινό Τείχος του Απαρτχάιντ στη Δυτική Όχθη ή η ραγδαία εξάπλωση της καθοδηγούμενης από τους Παλαιστίνιους καμπάνιας: Μποϋκοτάζ, Από-επένδυση και Κυρώσεις (BDS).
Αυτές οι μορφές της οργανωμένης αντίστασης και αλληλεγγύης, αλλάζουν τις ισορροπίες στη σχέση πολιτικής εξουσίας και ηθικής και έχουν την δυνητική ικανότητα να πιέσουν τους Ισραηλινούς Εβραίους να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους για εθνική-θρησκευτική καθαρότητα και κυριαρχία, όπως έκαναν και οι Αφρικανοί στη Νότιο Αφρική, οι Ενωτικοί στην Βόρειο Ιρλανδία και οι λευκοί Αμερικανοί στον Νότο. Υποστηρίζονται από τις αυξανόμενες, διεθνείς κλήσεις για απόδοση ευθυνών, με πιο πρόσφατη την έκθεση του Goldstone που προτείνει τη δίωξη Ισραηλινών στρατιωτικών για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στην Γάζα. Η επίσημη συνενοχή στα εγκλήματα του Ισραήλ –όπως αυτή της κυβέρνησης Obama με την αξιοκαταφρόνητη απόφαση της να απορρίψει και να εναντιωθεί στην έκθεση Goldstone– είναι πιο πιθανό να οδηγήσει σε περαιτέρω στήριξη του κινήματος BDS. Αυτές οι πηγές δύναμης είναι ακόμα μικρές σε σχέση με την διπλωματική και στρατιωτική δύναμη του Ισραήλ, ωστόσο η ορμή τους μεγαλώνει και ο πανικός του επίσημου Ισραήλ μπροστά στην αυξανόμενη πρόκληση, είναι φανερός.

Για χρόνια, οι εκκλήσεις διανοούμενων και ακτιβιστών για σοβαρή μελέτη και συζήτηση για ένα ενωμένο κράτος, που θα προστατεύει τα δικαιώματα όλων των πολιτών του, αγνοούνταν ή γελοιοποιούνταν από τους υποστηρικτές της αποτυχημένης λύσης δύο κρατών. Όμως, η όλο και δυναμικότερη εμφάνιση ενός οράματος που εμπνέει και προσελκύει μεμονωμένα άτομα εξαιτίας της καθολικότητας του, τρομοκρατεί τους ιεροκήρυκες της διχοτόμησης. Η βιομηχανία της ειρηνευτικής διαδικασίας, με τα think-tank και τους «ειδικούς» της, καταλαβαίνουν πως δεν μπορούν να συνεχίσουν να μονοπωλούν τη συζήτηση. Η ειρήνη δεν θα επιτευχθεί στο Waldorf Astoria του Manhattan, θα επιτευχθεί οπουδήποτε υπάρχουν άνθρωποι με συνείδηση, έτοιμοι να ενωθούν στον αγώνα για ελευθερία, δικαιοσύνη και ισότητα όλων των ανθρώπων που ζουν στην Παλαιστίνη/Ισραήλ.

Με λίγα λόγια λοιπόν, η σπουδαιότητα της συνάντησης στην Νέα Υόρκη είναι η εμφανής μη-σπουδαιότητα της. Ο πραγματικός αγώνας συνεχίζεται, ανεξάρτητα από αυτή.